Καταρχήν οφείλω να επισημάνω ότι αυτό το μυθιστόρημα το αδικεί και το εξώφυλλο, αλλά και ο ελληνικός του τίτλος. Βέβαια έγινε και ταινία μ’ αυτό τον τίτλο, το θέμα είναι όμως ότι δεν ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο του βιβλίου. Διαβάζοντας κάποιος πως «Η αγάπη είναι γένους θηλυκού», και βλέποντας τις αμερικανίδες σταρ στο εξώφυλλο δεν μπορεί παρά να σκεφτεί ότι κι εδώ έχουμε «μία απ’ τα ίδια», ένα συνηθισμένο «γυναικείο» μυθιστόρημα. Αλλά, δεν είναι έτσι. Το μυθιστόρημα αυτό είναι εξαιρετικό, και μπορεί να διαβαστεί άνετα και από τα δύο φύλα, και να τα προβληματίσει.
Ο πρωτότυπος τίτλος της αγγλικής έκδοσης «Λευκή ροδοδάφνη» (πικροδάφνη) είναι απόλυτα εύστοχος. Αφού η πικροδάφνη είναι εκείνη που έρχεται για να αλλάξει ριζικά τη ζωή των δύο βασικών πρωταγωνιστριών: μιας μητέρας μποέμ και ποιήτριας, ικανής και αποφασισμένης για όλα, και της κόρης της που είναι απλά ένα υποχείριο, που βρίσκει διέξοδο μονάχα στη ζωγραφική.
Η μάνα θα δηλητηριάσει τον εραστή της και η έφηβη κόρη θα βρεθεί ξαφνικά αντιμέτωπη με τη ζωή και την σκληρότητα ενός κόσμου που δεν καταλαβαίνει. Θα πηγαίνει από τη μια ανάδοχη οικογένεια στην άλλη, προσπαθώντας να ανακαλύψει ποια είναι. Η πορεία της θα είναι δύσκολη και θα της χαρίσει περίσσιο πόνο, αλλά ταυτόχρονα σιγά σιγά θα της ανοίξει και τα μάτια. Θα καταλάβει ότι ο μόνος τρόπος για να συναντήσει την αληθινή ζωή, τον προορισμό της, είναι ένα ξεφύγει από την ασφυκτική επιρροή που ασκεί πάνω της η μητέρα της, ακόμη και πίσω από τα σίδερα της φυλακής. Κάνει αμέτρητα λάθη, αλλά μέσα απ’ αυτά μαθαίνει να ζει, μέσα απ’ αυτά γνωρίζει την αγάπη.
Το βιβλίο αυτό είναι ελάχιστα ερωτικό. Η ηρωίδα του, η Άστριντ, δεν ψάχνει να βρει τον έρωτα, αλλά κάνει ένα ταξίδι αυτοανακάλυψης, καθώς ανοίγει τα μάτια στο γύρω της κόσμο: «…Έτσι καθώς γύριζα στη γειτονιά, συνειδητοποίησα ότι κάθε σπίτι περιέκλειε μέσα του μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα. Σε ένα μόνο τετράγωνο, υπήρχαν πενήντα διαφορετικοί κόσμοι. Κανείς δεν ήξερε όμως τι γινόταν πράγματι στη διπλανή πόρτα». Κι αυτό γιατί όλοι τους, αν και μέσα στο πλήθος, ήταν μόνοι, και «ποιος ο λόγος να ζεις με τους ανθρώπους, όταν υπάρχει τόση μοναξιά;»
Η Άστριντ, λοιπόν, όπου κι αν κοιτάξει βλέπει, του κάθε είδους μοναξιά και απελπισία, και θέλει να κάνει κάτι γι’ αυτό. Θέλει να λυτρώσει το μοναδικό πλάσμα που της έδειξε αγάπη, από τα πάθη που το κατατρώνε: «Ήθελα να της πω να μην τρατάρει την απελπισία. Η απελπισία δεν είναι μουσαφίρης, να του βάλεις την αγαπημένη μουσική του, να του προσφέρεις την πιο αναπαυτική καρέκλα. Η απελπισία είναι εχθρός».
Σταθερότητα, κάτι να προσμονεί, κάτι να πιστεύει. Αυτά ζητά η Άστριντ. Κι ενώ η μητέρα της φωνάζει: «Είμαι αυτή που λέω πως είμαι και αύριο θα είμαι τελείως διαφορετική», εκείνη κλείνει τ’ αυτιά. Δε θέλει ν’ ακολουθήσει το δρόμο που της υποδεικνύει η σκληρή πρόγονός της.
Το βιβλίο αυτό έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα σε σχέση με τα άλλα μπεστ σέλερ, με τα οποία μας βομβαρδίζουν καθημερινά οι εκδοτικοί οίκοι: είναι πραγματικά καλό. Με χαρακτήρες ανθρώπινους, γεμάτους πάθη, έτοιμους ανά πάσα στιγμή για το καλύτερο ή το χειρότερο. Όπως σημειώνει και ο κριτικός της San Francisco Chronicle, πρόκειται για: «Ένα εκπληκτικό πρώτο μυθιστόρημα. Ο αναγνώστης μπαίνει σ’ ένα κόσμο πυκνό και σκοτεινό σαν δάσος».
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
No comments:
Post a Comment