Το βιβλίο αυτό είναι η πρώτη συλλογή διηγημάτων που κυκλοφόρησε η Λ.Ζ. Πρωτοεκδόθηκε στα 1962 και απ’ ό,τι γνωρίζουμε από τότε δεν έχει βγει σε νέα έκδοση. Ο τίτλος είναι ενδεικτικός για το θέμα των ιστοριών αυτής της συλλογής. Η συγγραφέας μάς μιλά για γυναίκες που δεν τους ήτανε γραφτό ποτέ να ευτυχήσουν, ή κι αν ακόμη τους άγγιξε η ευτυχία ήταν για πολύ λίγο. Γι’ αυτό υπήρξαν και “Οι καταραμένες”.
Οι ιστορίες
Γιάννης ο 2ος
Συνέχεια εκ του προηγουμένου
Η ιστορία μιας γυναίκας που δηλώνει αποφασιστικά ότι θέλει να πεθάνει. Αλλά: “Υπάρχουν τόσα ωραία προσχήματα για να ζεις. Θέλει πολλή δύναμη για να πεθάνεις”.
Ένας άντρας, δυο γυναίκες και ο θάνατος να παραμονεύει. Ο θάνατος! Με πόση ηδονή αντικρύζει την εικόνα του η μια γυναίκα: “- Θα σκοτωθεί, ε; τι ωραία! Το ’πε όλη έκσταση. Τι θαύμα, να μπορείς να πεθαίνεις. Να μην υποψιάζεσαι την ομορφιά και να θες να πεθάνεις. Να μην έχεις αγαπηθεί και να μην περιμένεις κι άλλο, πιο πολύ, κι άλλο. Να μην χτυπά το κορμί σου ζεστά, ρυθμικά σαν ρολόι τη νύχτα που σε βασανίζει, δεν σ’ αφήνει να κοιμηθείς, μα ξέρεις πως ο κάθε χτύπος του εγκυμονεί. κι ύστερα μπραφ, σου πετά, να, έναν ήλιο απ’ τα σκοτάδια της. Το καινούριο πάθος για φως”.
Θα πεθάνει η άλλη γυναίκα ή όχι;
Γιάννης ο 3ος
Να τραγουδήσω για το Σέμμεριγκ;
Μια γυναίκα προδίδει την καλύτερή της φίλη, κάνοντας μια βραδιά έρωτα με το φίλο της τελευταίας. Μετά απ’ αυτό το γεγονός, πέφτει άρρωστη στο κρεβάτι με βαρύ πυρετό και παραληρεί: “Πρόδωσα τη Μαρία, πρόδωσα τη Μαρία, τη μόνη πίστωση αγάπης που είχα ανάμεσα στους ανθρώπους”.
Τι την οδήγησε όμως στην προδοσία; Δίχως άλλο, η απώλεια, μια οδυνηρή απώλεια: “Ο πόλεμος μπορεί να σκοτώσει και τη λευτεριά σαν σου πάρει τον άνθρωπό σου. Δεν είχε άλλον να χάσει, ούτε και κανέναν που να περίμενε πια το γυρισμό του. Από πολύ καιρόν ήταν ελεύθερη με τη μοναξιά της”. Μα η πολύ μοναξιά σκοτώνει τον άνθρωπο…
Γιάννης ο 4ος
Πως θα γυρίσουμε από το Ρήνο;
Μια παρέα κάνει όνειρα φυγής από τη μιζέρια για ένα μεγάλο ταξίδι. Εκείνο που δε φαίνονται να καταλαβαίνουν είναι ότι παρόλα τα μεγάλα λόγια είναι απόλυτα σκλαβωμένοι, στα επιβαλλόμενα “πρέπει”. Έτσι τα όνειρα δεν μπορούν παρά να μείνουν όνειρα.
Λόγια, λόγια, λόγια: “Είμαι ένα σωρό πράματα. Αλλά πιο πολύ απ’ όλα μαζί, είμαι λεύτερος. Και το ταξίδι αυτό είναι μια έκφραση αυτής μου της λευτεριάς. Θα το κάνω για τη δίψα μου, για τις αισθήσεις μου… Τα δάση, οι όχθες, οι καλαμιές, οι σκιές των δέντρων πάνω από τον ξεσκέπαστο ύπνο μου, το χαμόγελο μιας κοπέλας που θα συναντήσω διασχίζοντας τα χωράφια, ο ήλιος που θα πιάσω στα μαλλιά της, όλα θα μπορώ να τα γευτώ αν τα θέλω. Γι’ αυτό δε θα κάνω στο ταξίδι με τη γυναίκα μου. Θέλω, πως να σου το πω; Θέλω να μπορώ να μείνω σ’ όποιον θα μπορεί να με κρατήσει.”
Ωραία δεν τα λέει;
Γιάννης ο 5ος
Οι κλειστές πόρτες
Κάποια νεαρή ερωτεύεται ένα πολύ μεγαλύτερό της γιατρό, τον οποίο βλέπει σαν τον άντρα των ονείρων της. Αλλά, ο τελευταίος κρύβει ένα μυστικό που στο τέλος θα ανατρέψει τα πάντα.
Ένα απόσπασμα: “Στην αρχή γεννήθηκε. Έτσι κατά τύχη. Κι αυτό το κατάλαβε όσο μεγάλωνε γιατί κανείς δεν προσπάθησε να την πείσει πως άξιζε τον κόπο να γεννηθεί. Κι όταν μεγάλωσε πια προσπάθησε να πειστεί πως ήταν πολύ ενδιαφέρον ότι της συνέβη να ’ρθει σ’ αυτό τον κόσμο. Έτσι λαμπαδιαστή με καταρράχτες φως να κυλούν από τα μάτια της. Ύστερα… Στην αρχή αγάπησε. Και μετά, τη δεύτερη φορά, ήτανε πάλι αρχή κι αγάπησε. Μα την τρίτη, τρόμαξε, γιατί ήταν ανεξάντλητη κι άναρχη σαν τη δημιουργία. Απέραντη σαν την έρημο, και καθαρή σαν κι αυτήν…”.
Γιάννης ο 6ος
Ένας κύριος που ξέχασε να μεγαλώσει
Η ιστορία μιας γυναίκας που είναι ερωτευμένη μ’ ένα παντρεμένο που στο τέλος τέλος αποδεικνύεται ένα δειλό ανθρωπάκι, που σαν τα βρει σκούρα περιμένει από εκείνη να καθαρίσει.
Ένα από τα πιο ωραία, και ίσως το πιο ευχάριστο, διηγήματα της συλλογής, όπου διακρίνουμε περισσότερο έντονα το ειρωνικό ύφος που θα γινόταν στο μέλλον το σήμα κατατεθέν της Λ.Ζ. Ένα μικρό παράδειγμα: “Κι ήταν πολύ καλό δείγμα - ο σύζυγος - και σε τιμή ευκαιρίας”.
Η συγγραφέας δε χάνει όμως την ευκαιρία να υμνήσει και τη ζωή, με το δικό της, ξεχωριστό τρόπο: “Πως γίνεται να υπάρχει τόση ευτυχία σε τούτο τον κόσμο, ανάμεσα σε ανθρώπους που τσιγγουνεύουνται την ευτυχία τους και την αγάπη τους; Και μένουνε κλειστοί κι απόρθητοι. Όμως οι δυο τους κείνη τη βραδιά σμίξανε σαν τα κλαδιά των δέντρων που τρελλαμένα από τον άνεμο χτυπιούνται και αγκαλιάζουνται μανιασμένα”.
Γιάννης ο 7ος
Εμείς οι άγνωστοι
Μια ζωντανή νεκρή γνωρίζει μια νεαρή που της ανάβει μέσα της τη φλόγα της ζωής. Ένα κορίτσι που παρασύρει τους πάντες και τα πάντα στο πέρασμά της, διώχνοντας με τον τρόπο της μακριά τη θλίψη, κατακτώντας τη στιγμή. Μια ιστορία που βγάζει γέλιο και δάκρυ.
Πως τα καταφέρνει τόσο εύκολα στη ζωή; “Επιθυμώ, κι έτσι υπάρχω στα μάτια των άλλων. Την ύπαρξή μας την επιβεβαιώνει η εκδήλωση των επιθυμιών μας”, υποστηρίζει.
Όσο για τα ιδανικά μέσα στα οποία επιλέγουμε να πνίγουμε τις επιθυμίες μας, η όλο ζωή Καλή είναι κατηγορηματική: “Τα ιδανικά δεν είναι πατέντες, γιατί τότε θα πέθαινε η ανθρωπότητα από μονοτονία. Τα δημιουργούν οι ανάγκες μας, οι οργανισμοί μας, η βλακεία ή η εξυπνάδα μας, όλες οι δυνάμεις, αν θες, που κρατούμε μέσα μας και που πρέπει να καταναλωθούν”.
Γιάννης ο 8ος
Γιάννης αυτό το φαινόμενο
Η ιστορία της Μαρτίνας, μιας γυναίκας που δε θα μείνει ποτέ μόνη της. Της το είπε άλλωστε κι ένας ιερομάντης. Αλλά, θα καταφέρει ποτέ τάχατες να βρει τον άντρα της ζωής της και την ευτυχία; Κομμάτι δύσκολο, αφού κανένας άντρας δεν αντέχει μαζί της για πολύ, κι έτσι “χρειάστηκε να ξεκινήσει καμπόσες φορές για μια καινούρια αιωνιότητα”.
Γιάννης ο 9ος
Να την λεγανε… Προσδοκία;
Μια νέα χήρα γυναίκα, ακούει μια εκπομπή στο ραδιόφωνο που νομίζει ότι απευθύνεται αποκλειστικά σε κείνην. Έχει τον τίτλο “Ένας ψυχίατρος σας βοηθά”, και είναι σίγουρη ότι ο αόρατος εκείνος άνθρωπος διαβάζει την ψυχή της. Κάθε του λέξη χαράζεται βαθιά μέσα της και την κατακαίει. Κι όσο περνά ο καιρός, τόσο πιο κοντά της τον νιώθει. Μέχρι που κάποια μέρα θα πάρει τη μεγάλη απόφαση και θα πάει να τον συναντήσει. Έλα όμως που η φωνή που ερωτεύτηκε δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το πρόσωπο που της μιλά!
Γιάννης ο 10ος
Κλεπταποδόχος ονείρων
Σπάει πλάκα σ’ αυτή την ιστορία η Ζωγράφου. Τα βάζει με τις αιωνιότητες και ειδικά μ’ αυτές που έχουν να κάνουν με τον έρωτα: “Μ’ αγαπάς, σ’ αγαπώ, είναι λίγο, φτωχό, -θα πεθάνεις αν με χάσεις; Πεθαίνω κάθε στιγμή που φεύγεις από κοντά μου… Και πολλά τέτοια τρομερά, σοβαρά, σπαραχτικά κι αιώνια”.
Φυσικά δεν παραλείπει να ρίξει και τον απαραίτητο αφορισμό: “Πόσο βασανιστικά άγνωστος είναι ο άντρας μετά τον έρωτα! Με τόσα πεθαμένα επιχειρήματα γύρω του κι απάνω του!”
Η ιστορία του εκείνου, της εκείνης και των άλλων.
Γιάννης ο προτελευταίος
Μάικ, αγόρι μου
Η ιστορία μιας γυναίκας που βάφτισε Μάικ τη μοναξιά. Ο Μάικ, λοιπόν, παρόλους τους έρωτές της δε λέει ποτέ να την αφήσει. Ο Μάικ είναι μέσα της και τη δυναστεύει. Και το τραγικό είναι ότι δεν υπάρχουν ελπίδες σωτηρίας, γιατί ακόμη κι αν καταφέρει να του ξεφύγει, τότε θα βρει τα χειρότερα. Δηλαδή; “Μια μοναξιά με δυο ανθρώπους δεν έχει πια καμιά ελπίδα”. Καταλάβατε;
No comments:
Post a Comment