Tuesday, August 7, 2012
Tabish Khair – The Thing about Thugs
Αν και το The Thing about Thugs έρχεται κάτω από την ταμπέλα του αστυνομικού βιβλίου δεν θα το χαρακτήριζα ακριβώς τέτοιο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι εδώ έχουμε ένα ιστορικό μυθιστόρημα, μια ανθρωπολογική μελέτη ή ίσως και μια ιστορία αγάπης με φόντο το Λονδίνο της Βικτωριανής εποχής.
Βασικός πρωταγωνιστής σ’ αυτή την ιστορία που διαδραματίζεται στα 1840 είναι ο Αμίρ Αλί, ένας, σύμφωνα τουλάχιστον με τα λεγόμενά του, κοινός δολοφόνος. Το μόνο που ο Αμίρ δεν είναι ούτε κοινός, αλλά ούτε και δολοφόνος, είναι απλά ψεύτης. Εφηύρε την σκοτεινή του ιστορία και την αφηγήθηκε στον ευεργέτη του, Λοχαγό Γουΐλλιαμ Τ. Μίντοους, απλά και μόνο για να μπορέσει να ξεφύγει από το σκοτεινό του μέλλον. Ο Αμίρ ήταν μέλος μιας συμμορίας, που είχε σαν βάση της ένα χωριό στο Μπιχάρ της Ινδίας, της οποίας ηγείτο ένας θείος του. Όταν ο τελευταίος δολοφονήθηκε από ένα γείτονα, ο Αμίρ, που δεν είχε ποτέ μέχρι τότε βάψει τα χέρια του με αίμα, δεν είχε άλλη επιλογή: έπρεπε είτε να σκοτώσει ή να σκοτωθεί.
Απ’ αυτό το δίλημμα τον έσωσε ο Λοχαγός, ο οποίος του έταξε αμνηστία, αλλά και σύλληψη του γείτονα-δολοφόνου, με αντάλλαγμα αυτός να του πει την ιστορία του. Αφού ο σωτήρας του λοιπόν, ζητούσε την ιστορία ενός φονιά, αυτήν ακριβώς του παρέδωσε ο Αμίρ. Το μόνο που αυτό του το ψέμα θα τον έβαζε σε μεγάλους μπελάδες στο μέλλον, όταν συνοδεύοντας τον Λοχαγό θα έφτανε στο Λονδίνο. Κι αυτό, επειδή η φήμη του είχε ήδη προηγηθεί. «Κατά κάποιο τρόπο όλοι γινόμαστε αυτό που υποκρινόμαστε πώς είμαστε», λέει, κι έτσι αυτός, θέλοντας και μη, γίνεται φονιάς, τουλάχιστον στα μάτια των φυλλάδων και του κοινού.
Όλα αρχίζουν όταν μια σειρά από αποτρόπαιες δολοφονίες συνταράζουν την πόλη. Κάποιος ή κάποιοι σκοτώνουν κατά συρροή και κλέβουν τα κεφάλια των θυμάτων τους. Ο τύπος της εποχής υποστηρίζει ότι πίσω από τα εγκλήματα κρύβονται μάλλον κάποιοι ξένοι, που αναβιώνουν στις σκοτεινές και επικίνδυνες γειτονιές της πρωτεύουσας, κάποια σατανιστικά έθιμα.
Ο Αμίρ Αλί, λόγω κυρίως της φήμης του, θεωρείται ο βασικός ύποπτος, και το κακό είναι ότι δεν μπορεί να αποδείξει την αθωότητά του χωρίς να εκθέσει κάποιαν που αγαπά, την φτωχούλα αγγλίδα Τζένη. Αναγκαστικά λοιπόν αποφασίζει να εξαφανιστεί από προσώπου γης – όχι μόνο για να προστατευτεί, αλλά και για να λύσει το μυστήριο του ποιοι κρύβονται πίσω από τα φονικά. Αλλάζει λοιπόν εμφάνιση και όνομα και μετακομίζει σε ένα από τα πολλά σπίτια της πόλης, που φιλοξενούν ανθρώπους σαν κι αυτόν.
Στο μεταξύ μια γυναίκα από το Παντζάμπ, προσπαθεί με τη βοήθεια του ιρλανδού μεθύστακα άντρα της, και μερικής απασχόλησης αφηγητή, αλλά και κάποιων άλλων φτωχοδιάβολων, να φέρει τους ένοχους στη δικαιοσύνη. Είναι σίγουρη πώς ό,τι δεν μπορεί να κάνει η αστυνομία, μπορεί να το κάνει αυτή, η βασίλισσα της φτωχολογιάς, και το δίκτυο κατασκόπων της, που επεκτείνεται σε ολόκληρη την πόλη.
Ο συγγραφέας μας δίνει ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα εποχής, με αστυνομική πλοκή και ολίγον μυστήριο, που μιλά πάνω απ’ όλα για τους ανθρώπους: πλούσιους και φτωχούς, ευγενείς και αλήτες, ψεύτες και υποκριτές, ερωτευμένους και συμβιβασμένους. Αν είναι κάτι που απολαμβάνει κανείς πιο πολύ εδώ είναι η γλώσσα, μια γλώσσα γλυκιά, αβίαστη, που κάνει την αφήγηση να ρέει στα μονοπάτια του χρόνου σαν χάδι, και η οποία μοιάζει να αναβιώνει δίχως κόπο στα μάτια του αναγνώστη μια ολόκληρη εποχή.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment