Αγορά από το Book Depository
Το λέω ξεκάθαρα, το απόλαυσα πολύ αυτό το βιβλίο. Ο Μπαρνς, αρχιμάστορας της λογοτεχνικής γραφής, καταφέρνει και παρασύρει τον αναγνώστη από την πρώτη στιγμή με την πρόζα του, ενώ από τη λιτή σχεδόν πλοκή δεν απουσιάζει και το στοιχείο του μυστηρίου.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το The Sense of an Ending είναι μια ιστορία αναμνήσεων. Το μόνο που οι αναμνήσεις αυτές πολύ πιθανόν να μη στηρίζονται στην πραγματικότητα αφού, όπως διαβάζουμε: «Αυτά που θυμάσαι τελικά δεν μοιάζουν πάντα μ’ αυτά που έζησες». Ο Τόνι Γουέμπστερ, ο αφηγητής μας, φαίνεται όντως να πάσχει από κάποιου είδους απώλειας της μνήμης ή μάλλον καταπίεσής της. Θυμάται μόνο αυτά που θέλει να θυμηθεί, ενώ κάποια άλλα γεγονότα, ακόμη και τώρα, χρόνια πολλά μετά που συνέβηκαν, απλά τα αφήνει στο περιθώριο, ή μάλλον τα καταχώνει στα πιο σκοτεινά μπουντρούμια της ψυχής του.
Τα γεγονότα που περιγράφει εδώ συμβαίνουν στο σήμερα, αλλά και στη δήθεν επαναστατική δεκαετία του ’60 στο Μπρίστολ, στην Αγγλία: «Τα σίξτις υπήρξαν μόνο για μερικούς ανθρώπους σε μερικά μέρη της χώρας». Στη διάρκεια εκείνων των σίξτις λοιπόν, των απόλυτα συνηθισμένων, έζησαν οι τέσσερις φίλοι αυτής της ιστορίας: ο αφηγητής Τόνι, ο Κόλιν, ο Άλεξ και ο Άντριαν. Ο τελευταίος ήταν πάντα αυτός που ξεχώριζε ανάμεσα στους φίλους: τη μορφή του περιέβαλλε μόνιμα ένα μυστήριο, είχε μια μοναδική ικανότητα να προσελκύει τους άλλους. Ο Άλεξ ήταν ο φιλόσοφος της παρέας και ο Άντριαν ο εναλλακτικός φιλόσοφος, αλλά φυσικά ήταν και οι δύο, όπως και όλοι οι άλλοι «…υποκριτές – για τι άλλο θα μπορούσε να υπάρξει η νιότη;»
Οι σχέσεις ανάμεσα στους φίλους, όσο βρίσκονταν ακόμη στο σχολείο, ήταν πολύ στενές, αλλά όταν θα εισέρχονταν στην ανώτερη εκπαίδευση τα πράγματα θα άλλαζαν, αφού θέλοντας και μη έπρεπε ν’ ακολουθήσουν διαφορετικά μονοπάτια. Ο ένας πήγε από δω, ο άλλος από κει, ο δεσμός αδυνάτισε, αλλά δεν έσπασε. Μέχρι φυσικά που μπήκε στη ζωή τους η πανέμορφη Βερόνικα, την οποία ερωτεύτηκε με πάθος, αλλά δίχως ανταπόκριση ο αφηγητής, και τα πράγματα πήραν πια την κάτω βόλτα. Και σαν μην έφτανε αυτό, εκείνη ακριβώς τη στιγμή αποφάσισε να επιστρέψει στην πόλη κι ο Άντριαν, που τη σαγήνευσε στο πι και φι, στερώντας του έτσι κάθε ελπίδα . Τότε ήταν που γεννήθηκε μέσα στην ψυχή του Τόνι η απόγνωση, που σύντομα θα μετατρεπόταν σε μίσος και για τους δυο τους.
Τώρα, καθώς κάθεται και ανατρέχει και καταγράφει τα γεγονότα της ζωής του, μετά από παράκληση της κόρης του Σούζι, ο Τόνι δεν μπορεί παρά να αρχίσει να συγκρίνει τον εαυτό του με τον Άντριαν. Αλλά τι σημασία θα μπορούσε να έχει αυτό πια; Πώς θα μπορούσε να διορθώσει το παρελθόν και να διαγράψει τα παλιά λάθη; Θα μπορούσε τάχατες μέσα απ’ αυτές τις σκέψεις και τον γραπτό του απολογισμό να βρει την εξιλέωση; Μάλλον όχι, ή όχι προτού έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με τις αλήθειες όλων αυτών που έζησε – των πραγματικών γεγονότων και όχι αυτών που κατέγραψε στη μνήμη του. «Ιστορία είναι η μνήμη των επιζώντων», διαβάζουμε κάπου. Η μνήμη του αφηγητή μας όμως αποδεικνύεται μύθος.
Όπως ανέφερα και πιο πάνω, αυτή είναι μια καλογραμμένη ιστορία, ένα πραγματικά αξιόλογο βιβλίο, και σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις αύριο θα τιμηθεί με το βραβείο Μπούκερ. Ωστόσο αν το συνέκρινε κανείς με το On Canaan’s Side του Sebastian Barry, που έμεινε έξω από την τελική λίστα, δεν θα μπορούσε παρά να σκεφτεί πόσο αδικήθηκε το δεύτερο, αφού όσο καλά κι αν γράφει ο Μπαρνς, ο ιρλανδός γράφει πολύ καλύτερά του. Τι θα περίμενε όμως κανείς από μια επιτροπή με επικεφαλής μια πρώην κατάσκοπο, που ήθελε ντε και καλά να ρίξει το βάρος στην «αναγνωσιμότητα» (βλέπε εμπορικότητα) των βιβλίων (εξ ου και το Snowdrops) αντί στην ποιότητά τους. Το Μπούκερ ήταν πάντα ένα βραβείο που διακρινόταν για τις ποιοτικές του λογοτεχνικές επιλογές. Φέτος αυτό άλλαξε, προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις – μεταξύ των οποίων και τη δημιουργία ενός νέου ανταγωνιστικού θεσμού. Για να δούμε τι άλλο θα δούμε…
No comments:
Post a Comment