Αυτό το βιβλίο μάς θυμίζει τον Ρομπέρτο Μπολάνιο, αφού το θέμα του είναι ένας ανύπαρκτος ποιητής, ή τουλάχιστον κάποιος που υπάρχει μόνο στη φαντασία του συγγραφέα, του οποίου τα ίχνη έχουν χαθεί μετά τον εμφύλιο πόλεμο στην Ισπανία.
Όπως και στους «Άγριους ντετέκτιβ» και στο «2666» του πρώτου, έτσι κι εδώ, κάποιοι μελετητές του έργου ενός αγνοούμενου δημιουργού προσπαθούν ν’ ανακαλύψουν που είναι. Το μόνο που ο Γκοϊτισόλο αντί να βάλει τους πρωταγωνιστές του να περιπλανιόνται σε ολόκληρη την Ευρώπη ή τη Νότιο Αμερική, τους τοποθετεί σ’ ένα κήπο κάπου στην Ισπανία, όπου κάθονται και μιλούν ο καθένας με τη σειρά του για το τι ξέρουν για τον Εουσέμπιο – αυτό είναι το όνομα του ποιητή.
Οι αφηγητές μας είναι είκοσι οκτώ, ακριβώς όσα και τα γράμματα του αραβικού αλφαβήτου, και ο καθένας έχει κάτι να πει, να προσθέσει ή και να αφαιρέσει από το μωσαϊκό της ζωής του άφαντου ήρωα. Οι αφηγήσεις πού και πού συμπληρώνουν η μια την άλλη, όμως τις περισσότερες φορές λειτουργούν ανατρεπτικά, αφού οι αλήθειες τους μοιάζουν διαμετρικά αντίθετες.
Ο Εουσέμπιο φαίνεται να είναι, ή μάλλον να ήταν, μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα: ήρωας και προδότης, φτωχός και πλούσιος, αναζητητής της εσωτερικής αλήθειας και αδίστακτος επιχειρηματίας. Όσο περισσότερο συζητούν γι’ αυτόν οι «φίλοι» του, τόσο πιο πολύ φουντώνει το μυστήριο γύρω από το πρόσωπό του και στο τέλος τέλος νιώθει κανείς ότι κανένας δεν τον γνώρισε ποτέ στ’ αλήθεια.
Το μοναδικό σημείο στο οποίο μοιάζουν όλοι να συμφωνούν είναι ότι ο Εουσέμπιο πήγε στο Μαρόκο. Σ’ ένα Μαρόκο πολύχρωμο, όπου τότε κατέφευγαν πατριώτες και προδότες, τυχοδιώκτες και φλογεροί επαναστάτες. Όλοι οι αφηγητές προσπάθησαν ν’ ακολουθήσουν τ’ αχνάρια του σ’ αυτή τη χώρα, να τον εντοπίσουν, και όλοι απέτυχαν. Είτε επειδή έπεσαν θύματα απατεώνων, είτε γιατί οι πληροφορίες που συγκέντρωναν γι’ αυτόν δεν έβγαζαν πουθενά, ή ίσως κι επειδή ο ήρωας από ένα μέτριος ποιητής κατάφερε να μεταμορφωθεί σ’ ένα μετρ των μεταμφιέσεων, έναν καλό δολοπλόκο που άλλαζε τις ταυτότητες σαν τα πουκάμισα, προσπαθώντας να ξεφύγει από κάποιους αόρατους εχθρούς, που είχαν μάλλον από χρόνια πάψει να τον κυνηγάνε.
Η μοναδική ψυχή που θα μπορούσε ίσως να τους βοηθήσει να τον ανακαλύψουν ήταν η μυστηριώδης Μαντάμ Σ., η οποία όμως έμοιαζε να κρύβει περισσότερα μυστικά κι απ’ τον ίδιο τον Εουσέμπιο!
Το βιβλίο είναι γραμμένο μ’ ένα παιχνιδιάρικο θα λέγαμε τρόπο. Ο συγγραφέας φαίνεται να γράφει με τρυφερότητα για τους πρωταγωνιστές, αλλά και να τους κοροϊδεύει την ίδια ώρα, κλείνοντας το μάτι στον αναγνώστη. Σαν να μας λέει ότι δεν πρέπει να παίρνουμε και πολύ στα σοβαρά αυτά που διαβάζουμε, αν και από το κείμενο δεν απουσιάζουν οι φιλοσοφικοί αφορισμοί: «Δεν σιωπά όποιος δεν μιλάει. Σιωπά μόνο εκείνος που δεν σταματάει να μιλάει», «Όποιος ψάχνει να βρει το μυστικό έξω από τον εαυτό του, χάνεται ο ίδιος αλλά και το μυστικό του».
Αν με ρωτούσατε ποιον θα επέλεγα ανάμεσα στους Γκοϊτισόλο και Μπολάνιο, την παρούσα στιγμή θα απαντούσα αμέσως τον δεύτερο. Αλλά αυτό είναι το μοναδικό βιβλίο που διάβασα του πρώτου, οπότε θα τον αδικούσα. Ειδικά αφού δεν έχω ιδέα με το τι θέματα καταπιάνονται τα υπόλοιπά του έργα. Οπότε θα έλεγα: Διαβάστε και τους δύο. Αξίζουν σίγουρα τον κόπο.
No comments:
Post a Comment