Αγορά από το Book Depository
Σ’ αυτό το βιβλίο παρακολουθούμε τη συνέχεια των περιπετειών του συγγραφέα Βίκτορ και το πιγκουΐνου Μίσα, που πρωτογνωρίσαμε στο Death and the Penguin.
Όπως στον πρώτο τόμο έτσι και εδώ ο συγγραφέας ρίχνει τον ήρωά του στις πιο εξωφρενικές καταστάσεις και διά μέσω του μαύρου χιούμορ σχολιάζει για μια ακόμη φορά την κατάσταση όπως διαμορφώθηκε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Στην αρχή του βιβλίου συναντάμε τον Βίκτορ σ’ ένα καράβι με προορισμό την Ανταρκτική, όπου θα εγκατασταθεί σ’ ένα ερευνητικό σταθμό. Καθοδόν προς τα εκεί θα πιάσει φιλίες με τον Στάνισλαβ, έναν άντρα που πάσχει από σύνδρομο καταδίωξης. Παίζοντας σκάκι και πίνοντας βότκα οι δύο άντρες θα έρθουν τόσο κοντά, που ο τελευταίος θα αναθέσει στον πρώτο μια επικίνδυνη αποστολή, την οποία θα του διαθέσει τα μέσα να πραγματοποιήσει κιόλας, αφού μέσω του δικού του πολωνικού διαβατηρίου θα καταφέρει να επιστρέψει στο Κίεβο ο Βίκτορ, που είχε φύγει κυνηγημένος από εκεί.
Φτάνοντας στην πόλη του θα ανακαλύψει ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει: προς το καλύτερο και προς το χειρότερο την ίδια ώρα. Από τη μία πλευρά θα μάθει ότι η ζωή του δεν κινδυνεύει πια, αλλά από την άλλη θα βρει τη φιλενάδα του Νίνα και την, κατά κάποιο τρόπο υιοθετημένη, κόρη του Σόνια, να ζουν στο σπίτι του μ’ έναν άλλον άντρα. Αυτό ωστόσο δεν θα τον αναστατώσει όσο θα περίμενε κανείς. Εξάλλου έχει άλλα πράγματα στο μυαλό του: α) Να ανακαλύψει που βρίσκεται ο αγαπημένος του Μίσα, και β) Να τιμήσει το λόγο του και να παραδώσει ένα δέμα στη γυναίκα του Στάνισλαβ στη Μόσχα.
Η τύχη σύντομα θα του χαμογελάσει. Όχι πως θα φέρει τον Μίσα στο δρόμο του, αλλά να, έτσι, στα καλά καθούμενα, θα του χαρίσει μια αξιοζήλευτη δουλειά: θα προσληφθεί από έναν φιλόδοξο πολιτικό για να γράφει τις ομιλίες του, κι εκείνος, εκτός από το να του προσφέρει μια παχυλή αμοιβή θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να τον βοηθήσει να βρει τον πιγκουΐνο. Όπως θα αποδειχτεί ο Βίκτορ σε ό,τι αφορά την πολιτική είναι «μανούλα», αφού θα αρχίσει να γράφει απίστευτες ομιλίες και να οργανώνει εκδηλώσεις κάθε είδους για τον εργοδότη του, ενώ θα δεν θα χάνει ευκαιρία να του δίνει και πολύτιμες συμβουλές όπως αυτή: «Από τη στιγμή που θα εκλεγείς μη σταματήσεις ποτέ να υπόσχεσαι».
Η καριέρα του Βίκτορ στην πολιτική σκηνή δεν θα κρατήσει για πολύ αλλά θα είναι γεμάτη ευτράπελες καταστάσεις και μικρές συγκινήσεις και το τέλος της θα τον βρει στο δρόμο για τη Μόσχα. Εκεί θα συναντήσει τη γυναίκα του Στάνισλαβ και έτσι θα επιτελέσει το καθήκον του, και με το παραπάνω μάλιστα. Σύντομα όμως, μέσω κάποιου γνωστού του πρώην αφεντικού του, θα μάθει ότι ο Μίσα είναι στην Τσετσενία και θα κινήσει να πάει για να τον βρει. Εκεί θα ζήσει πολλά και διάφορα, κωμικά και μη, αλλά στο τέλος θα συναντήσει το αντικείμενο του πόθου του. Και τότε θ’ αρχίσει μια νέα Οδύσσεια.
Ο Κιουρκόφ μας χαρίζει και πάλι ένα απολαυστικό ανάγνωσμα, που δεν μοιάζει να παίρνει τίποτα στα σοβαρά, ακόμη ούτε και τον ίδιο τον εαυτό του, και το οποίο μπορεί να διαβαστεί είτε σαν περιπέτεια είτε σαν κωμωδία ή ακόμη και σαν κοινωνικό σχόλιο. Σίγουρα όμως δεν είναι αστυνομικό βιβλίο, όσο κι αν επιμένουν γι’ αυτό οι αμερικανοί. Ο συγγραφέας ενδιαφέρεται να ψυχαγωγήσει τον αναγνώστη, αλλά όχι μέσω της δράσης ή της αγωνίας. Μοιάζει να θέλει να του πει: χαλάρωσε, κι όλα θα πάνε καλά.
Όπως στον πρώτο τόμο έτσι και εδώ ο συγγραφέας ρίχνει τον ήρωά του στις πιο εξωφρενικές καταστάσεις και διά μέσω του μαύρου χιούμορ σχολιάζει για μια ακόμη φορά την κατάσταση όπως διαμορφώθηκε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Στην αρχή του βιβλίου συναντάμε τον Βίκτορ σ’ ένα καράβι με προορισμό την Ανταρκτική, όπου θα εγκατασταθεί σ’ ένα ερευνητικό σταθμό. Καθοδόν προς τα εκεί θα πιάσει φιλίες με τον Στάνισλαβ, έναν άντρα που πάσχει από σύνδρομο καταδίωξης. Παίζοντας σκάκι και πίνοντας βότκα οι δύο άντρες θα έρθουν τόσο κοντά, που ο τελευταίος θα αναθέσει στον πρώτο μια επικίνδυνη αποστολή, την οποία θα του διαθέσει τα μέσα να πραγματοποιήσει κιόλας, αφού μέσω του δικού του πολωνικού διαβατηρίου θα καταφέρει να επιστρέψει στο Κίεβο ο Βίκτορ, που είχε φύγει κυνηγημένος από εκεί.
Φτάνοντας στην πόλη του θα ανακαλύψει ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει: προς το καλύτερο και προς το χειρότερο την ίδια ώρα. Από τη μία πλευρά θα μάθει ότι η ζωή του δεν κινδυνεύει πια, αλλά από την άλλη θα βρει τη φιλενάδα του Νίνα και την, κατά κάποιο τρόπο υιοθετημένη, κόρη του Σόνια, να ζουν στο σπίτι του μ’ έναν άλλον άντρα. Αυτό ωστόσο δεν θα τον αναστατώσει όσο θα περίμενε κανείς. Εξάλλου έχει άλλα πράγματα στο μυαλό του: α) Να ανακαλύψει που βρίσκεται ο αγαπημένος του Μίσα, και β) Να τιμήσει το λόγο του και να παραδώσει ένα δέμα στη γυναίκα του Στάνισλαβ στη Μόσχα.
Η τύχη σύντομα θα του χαμογελάσει. Όχι πως θα φέρει τον Μίσα στο δρόμο του, αλλά να, έτσι, στα καλά καθούμενα, θα του χαρίσει μια αξιοζήλευτη δουλειά: θα προσληφθεί από έναν φιλόδοξο πολιτικό για να γράφει τις ομιλίες του, κι εκείνος, εκτός από το να του προσφέρει μια παχυλή αμοιβή θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να τον βοηθήσει να βρει τον πιγκουΐνο. Όπως θα αποδειχτεί ο Βίκτορ σε ό,τι αφορά την πολιτική είναι «μανούλα», αφού θα αρχίσει να γράφει απίστευτες ομιλίες και να οργανώνει εκδηλώσεις κάθε είδους για τον εργοδότη του, ενώ θα δεν θα χάνει ευκαιρία να του δίνει και πολύτιμες συμβουλές όπως αυτή: «Από τη στιγμή που θα εκλεγείς μη σταματήσεις ποτέ να υπόσχεσαι».
Η καριέρα του Βίκτορ στην πολιτική σκηνή δεν θα κρατήσει για πολύ αλλά θα είναι γεμάτη ευτράπελες καταστάσεις και μικρές συγκινήσεις και το τέλος της θα τον βρει στο δρόμο για τη Μόσχα. Εκεί θα συναντήσει τη γυναίκα του Στάνισλαβ και έτσι θα επιτελέσει το καθήκον του, και με το παραπάνω μάλιστα. Σύντομα όμως, μέσω κάποιου γνωστού του πρώην αφεντικού του, θα μάθει ότι ο Μίσα είναι στην Τσετσενία και θα κινήσει να πάει για να τον βρει. Εκεί θα ζήσει πολλά και διάφορα, κωμικά και μη, αλλά στο τέλος θα συναντήσει το αντικείμενο του πόθου του. Και τότε θ’ αρχίσει μια νέα Οδύσσεια.
Ο Κιουρκόφ μας χαρίζει και πάλι ένα απολαυστικό ανάγνωσμα, που δεν μοιάζει να παίρνει τίποτα στα σοβαρά, ακόμη ούτε και τον ίδιο τον εαυτό του, και το οποίο μπορεί να διαβαστεί είτε σαν περιπέτεια είτε σαν κωμωδία ή ακόμη και σαν κοινωνικό σχόλιο. Σίγουρα όμως δεν είναι αστυνομικό βιβλίο, όσο κι αν επιμένουν γι’ αυτό οι αμερικανοί. Ο συγγραφέας ενδιαφέρεται να ψυχαγωγήσει τον αναγνώστη, αλλά όχι μέσω της δράσης ή της αγωνίας. Μοιάζει να θέλει να του πει: χαλάρωσε, κι όλα θα πάνε καλά.
No comments:
Post a Comment