Αγορά από το Book Depository
Αυτό είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που αναδίδουν νοσταλγία. Ίσως κάποιοι από εσάς να έχουν δει την ταινία με την Κέιτ Ουίνσλετ και να γνωρίζουν ήδη περί τίνος πρόκειται, αλλά και να μην το έχετε κάνει σίγουρα αξίζει τον κόπο να διαβάσετε αυτό το βιβλίο.
Το hideous kinky είναι η ιστορία μιας γυναίκας από την Αγγλία, της Τζούλια και των δύο κόρων της: της εφτάχρονης Μπέα και της πεντάχρονης Λούσι. Η πρώτη δεν αντέχει τη συμβατική ζωή στην Αγγλία κι έτσι, σε μια προσπάθεια να «βρει τον εαυτό της» αποφασίζει να ταξιδέψει μ’ ένα βαν στο Μαρακές του Μαρόκου, παίρνοντας τα κορίτσια μαζί της. Οδηγός τους είναι ο Τζον, ενώ μαζί τους είναι και η Μαρέττα, η μάλλον σοβαρά άρρωστη πρώην γυναίκα του πρώτου, που κάθεται όλη την ώρα αμίλητη. Οι μόνες λέξεις που βγαίνουν από τα χείλη της στη διάρκεια της διαδρομής είναι οι: hideous και kinky, τις οποίες χρησιμοποιούν συνεχώς στα διάφορα παιχνίδια τους τα κορίτσια.
Η διαδρομή τους είναι δύσκολη αλλά λίγο πολύ διασκεδαστική, ωστόσο με το που φτάνουν εκεί το βαν τους χαλά, ενώ και η Μαρέττα, που αρνείται πια ακόμη και το φαγητό πάει από το κακό στο χειρότερο. Έτσι, τόσο αυτή τόσο και ο Τζον αναχωρούν εσπευσμένα για την Αγγλία, με αποτέλεσμα η μάνα κι οι κόρες να παραμείνουν μόνες, σε μια άγνωστη πόλη. Αυτό ωστόσο δεν τις πτοεί. Αντίθετα τους δίνει την ευκαιρία να εξερευνήσουν και ν’ ανακαλύψουν ένα θαυμαστό καινούριο κόσμο, μακριά από τις όποιες επιρροές από το παρελθόν. Ένα παρελθόν ωστόσο το οποίο πού και πού λείπει στα κορίτσια.
Η κάθε μέρα της νέας ζωής προσφέρει στις τρεις τους νέες συγκινήσεις, καινούριες αποκαλύψεις. Τα κορίτσια συνηθίζουν σιγά σιγά τους νωχελικούς ρυθμούς του παράξενου εκείνου τόπου, γνωρίζουν κόσμο, κάνουν φίλους, ενώ βρίσκουν ακόμη και άντρα για τη μάνα τους. Ο Μπιλάλ είναι ένας ακροβάτης και μικροαπατεώνας, που για μια εποχή παίρνει τη θέση του πατέρα στο ιδιόρρυθμο σπιτικό τους. Η έλλειψη χρημάτων ωστόσο και η αστάθεια, που μοιάζει να αποτελεί κανόνα στη ζωή τους, δεν τους επιτρέπει να μείνουν για πάντα μαζί. Έτσι πότε αυτός φεύγει για να βρει δουλειά σε κάποια άλλη πόλη, πότε εκείνες μετακομίζουν από το ένα μέρος στο άλλο ή και, ακόμη χειρότερα, όταν η μητέρα τους αποφασίζει να αφοσιωθεί στο σουφισμό, χάνονται από προσώπου γης.
Τα κορίτσια ζουν την κάθε μέρα σαν μια περιπέτεια, ενώ η μάνα -που πολλές φορές μοιάζει ν’ αδιαφορεί εγκληματικά για τις ανάγκες τους- σαν ένα ταξίδι αναζήτησης. Οι καταστάσεις οι οποίες περιγράφονται είναι κάποτε εύθυμες, μα πού και πού τραγικές επίσης. Η αφηγήτρια, η μικρή Λούσι, μοιάζει να προσπαθεί με όλες τις δυνάμεις της να καταλάβει τι σκέφτονται οι άλλοι και γιατί κάνουν αυτά που κάνουν – ειδικά η μάνα της. Μιλά με άμεσο, αλλά όχι και πολύ παιδικό τρόπο για τις εμπειρίες μιας ζωής, για όλ’ αυτά που κέρδισε και για τα πολλά που έχασε, και μοιάζει να κρίνει χωρίς να επικρίνει την τελευταία.
Ένα καλογραμμένο βιβλίο, που μάς ταξιδεύει όμορφα στον κόσμο του χθες και στις φευγάτες ψυχές του χθες και του σήμερα. Σαν νοσταλγική μπαλάντα.
Το hideous kinky είναι η ιστορία μιας γυναίκας από την Αγγλία, της Τζούλια και των δύο κόρων της: της εφτάχρονης Μπέα και της πεντάχρονης Λούσι. Η πρώτη δεν αντέχει τη συμβατική ζωή στην Αγγλία κι έτσι, σε μια προσπάθεια να «βρει τον εαυτό της» αποφασίζει να ταξιδέψει μ’ ένα βαν στο Μαρακές του Μαρόκου, παίρνοντας τα κορίτσια μαζί της. Οδηγός τους είναι ο Τζον, ενώ μαζί τους είναι και η Μαρέττα, η μάλλον σοβαρά άρρωστη πρώην γυναίκα του πρώτου, που κάθεται όλη την ώρα αμίλητη. Οι μόνες λέξεις που βγαίνουν από τα χείλη της στη διάρκεια της διαδρομής είναι οι: hideous και kinky, τις οποίες χρησιμοποιούν συνεχώς στα διάφορα παιχνίδια τους τα κορίτσια.
Η διαδρομή τους είναι δύσκολη αλλά λίγο πολύ διασκεδαστική, ωστόσο με το που φτάνουν εκεί το βαν τους χαλά, ενώ και η Μαρέττα, που αρνείται πια ακόμη και το φαγητό πάει από το κακό στο χειρότερο. Έτσι, τόσο αυτή τόσο και ο Τζον αναχωρούν εσπευσμένα για την Αγγλία, με αποτέλεσμα η μάνα κι οι κόρες να παραμείνουν μόνες, σε μια άγνωστη πόλη. Αυτό ωστόσο δεν τις πτοεί. Αντίθετα τους δίνει την ευκαιρία να εξερευνήσουν και ν’ ανακαλύψουν ένα θαυμαστό καινούριο κόσμο, μακριά από τις όποιες επιρροές από το παρελθόν. Ένα παρελθόν ωστόσο το οποίο πού και πού λείπει στα κορίτσια.
Η κάθε μέρα της νέας ζωής προσφέρει στις τρεις τους νέες συγκινήσεις, καινούριες αποκαλύψεις. Τα κορίτσια συνηθίζουν σιγά σιγά τους νωχελικούς ρυθμούς του παράξενου εκείνου τόπου, γνωρίζουν κόσμο, κάνουν φίλους, ενώ βρίσκουν ακόμη και άντρα για τη μάνα τους. Ο Μπιλάλ είναι ένας ακροβάτης και μικροαπατεώνας, που για μια εποχή παίρνει τη θέση του πατέρα στο ιδιόρρυθμο σπιτικό τους. Η έλλειψη χρημάτων ωστόσο και η αστάθεια, που μοιάζει να αποτελεί κανόνα στη ζωή τους, δεν τους επιτρέπει να μείνουν για πάντα μαζί. Έτσι πότε αυτός φεύγει για να βρει δουλειά σε κάποια άλλη πόλη, πότε εκείνες μετακομίζουν από το ένα μέρος στο άλλο ή και, ακόμη χειρότερα, όταν η μητέρα τους αποφασίζει να αφοσιωθεί στο σουφισμό, χάνονται από προσώπου γης.
Τα κορίτσια ζουν την κάθε μέρα σαν μια περιπέτεια, ενώ η μάνα -που πολλές φορές μοιάζει ν’ αδιαφορεί εγκληματικά για τις ανάγκες τους- σαν ένα ταξίδι αναζήτησης. Οι καταστάσεις οι οποίες περιγράφονται είναι κάποτε εύθυμες, μα πού και πού τραγικές επίσης. Η αφηγήτρια, η μικρή Λούσι, μοιάζει να προσπαθεί με όλες τις δυνάμεις της να καταλάβει τι σκέφτονται οι άλλοι και γιατί κάνουν αυτά που κάνουν – ειδικά η μάνα της. Μιλά με άμεσο, αλλά όχι και πολύ παιδικό τρόπο για τις εμπειρίες μιας ζωής, για όλ’ αυτά που κέρδισε και για τα πολλά που έχασε, και μοιάζει να κρίνει χωρίς να επικρίνει την τελευταία.
Ένα καλογραμμένο βιβλίο, που μάς ταξιδεύει όμορφα στον κόσμο του χθες και στις φευγάτες ψυχές του χθες και του σήμερα. Σαν νοσταλγική μπαλάντα.
No comments:
Post a Comment