Thursday, October 1, 2009

Dan Brown – The Lost Symbol

 
 Αγορά από το Book Depository

Δεν έχω ιδέα ποιες ήταν οι αντιδράσεις διεθνώς γι’ αυτό το βιβλίο, αλλά αυτές που διάβασα από έλληνες κριτικούς ή δημοσιογράφους, δεν ήταν και οι καλύτερες. Το μόνο που ο ένας από αυτούς τόνισε ότι είναι «χειρότερο κι από τον Κώδικα Νταβίντσι», κι ας μην το διάβασε ακόμη, ενώ ο άλλος κόλλησε στο θέμα του Συμβόλου και της αποκρυπτογράφησής του, αφήνοντας προφανώς στη μέση την ανάγνωση.
Καταρχήν θα συμφωνήσω με τον πρώτο ότι το «Χαμένο Σύμβολο» είναι όντως χειρότερο από το προηγούμενο μπεστ σέλερ του συγγραφέα με δεδομένο το γεγονός ότι εγώ τουλάχιστον το έχω διαβάσει. Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο εκείνο που με ξενίζει είναι το γεγονός ότι τρώει κόλλημα με το θέμα της λύσης του γρίφου, και παραβλέπει τα όντως σημαντικά λάθη και παραλείψεις, ειδικά σε ό,τι αφορά τα θέματα που σχετίζονται με την Ελλάδα: Α) ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές φτάνει ξάφνου στα ελληνικά νησιά, δραπετεύοντας από μια τουρκική φυλακή, και υιοθετεί αμέσως ελληνικό όνομα και ταυτότητα, αν και δε γνωρίζει τη γλώσσα (Άντρος Δαρείος. Χρησιμοποιείται το όνομα Άντρος στην Ελλάδα; Απ’ ό,τι ξέρω όχι. Στην Κύπρο ναι, αλλά προέρχεται από το Ανδρέας και όχι από το Ανδρείος, όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας). Β) Ο ήρωάς του αγαπά πολύ το… αρνί σουβλάκι. Γ) Ανάμεσα στις λέξεις που καλείται να αποκρυπτογραφήσει ο καθηγητής Λάγκντον είναι και μια ελληνική, που για τους σκοπούς της αφήγησης αποκτάει στην αρχή της και το λατινικό Η (έιτς), αφού αλλιώς δε θα ταίριαζε, αντί του ελληνικού Χ.
Κατά τα άλλα, ο συγγραφέας παρέδωσε ακριβώς εκείνο που υποσχέθηκε: ένα απολαυστικό θρίλερ, που διαδραματίζεται με καταιγιστικές ρυθμούς και αποτελεί τον απόλυτο ταξιδιωτικό οδηγό στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ. Ωστόσο, το βιβλίο μοιάζει κάπως παραφορτωμένο. Όχι με πληροφορίες, αυτές είναι αναγκαίες και του δίνουν και την όποια ουσία, αλλά με επεισόδια. Προφανώς ο Μπράουν έπρεπε να παραδώσει ένα χειρόγραφο με συγκεκριμένο αριθμό λέξεων και για να το καταφέρει αυτό αναγκάστηκε να τραβήξει την ιστορία λίγο περισσότερο απ’ όσο πήγαινε με συνεχόμενα φλας μπακ, τα οποία δημιουργούν και τα όποια κενά στην εξέλιξη του μύθου. Για να το θέσω απλά, το ξεχείλωσε το έρμο.
Ωστόσο, το χάρηκα, αφού τα έχει όλα: θεωρίες συνομωσίας, μυστικά και ψέματα, ανατροπές, ασταμάτητη δράση, δόσεις από ιστορία και μυθολογία, κι έναν υπόκωφο ερωτισμό, που ποτέ δε μοιάζει να βγαίνει στο φως. Στα χέρια ενός καλύτερου συγγραφέα θα μπορούσε να γίνει ένα από τα καλύτερα θρίλερ όλων των εποχών. Αλλά, ο Νταν Μπράουν, όπως κι ο ίδιος άλλωστε ομολογεί, δεν είναι παρά ένας διασκεδαστής, κι ακριβώς σαν τέτοιον πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε. Να απολαμβάνουμε ό,τι έχει να μας προσφέρει και να προχωράμε. Αν ψάχνουμε σφικτή δομή και δράση, μπορούμε πάντα να διαβάζουμε τα θρίλερ των Ντέιβιντ Μπαλτάτσι και Τζέφρι Ντίβερ, κι αν μας ενδιαφέρει και η ιστορία, ειδικά η αφρικανική, δεν υπάρχει κανείς καλύτερος για να μας ξεναγήσει σ’ αυτήν από τον Γουίλμπουρ Σμιθ.
Είμαι σίγουρος ότι παρά τα όποια λάθη και παραλείψεις, η ελληνική έκδοση του βιβλίου θα γνωρίσει επιτυχία ανάλογη του Illuminati και του Κώδικα Νταβίντσι, αφού με τον τρόπο του κι αυτός ο τόμος προσφέρει γνώση και ψυχαγωγία.

2 comments:

Anonymous said...

exw diabasei ola ta vivlia t dan brown k ktlabenw pws dn einai o kaluteros siggrafeas, omws apla h istoria k t suspence se kanei na mhn boreis na valeis ta vivlia tou katw. mono kai mono na borei enas siggrafeas na to kanei auto, theorite pettiximenos. an diavazw ena vivlio pou einai polu kala grammeno omws h istoria den me enthousiazei dn t briskw kalo, tha protimousa na diabazw ena vivlio san tou dan brown akoma kai an den einai toso kala grammeno.

lakis said...

Αγαπητέ ανώνυμε, συμφωνώ μαζί σου. Ωστόσο το συγκεκριμένο βιβλίο, κατά την ταπεινή μου άποψη κάπου κάνει κοιλιά. Είναι και τα λάθη που το κάνουν να χάνει κάτι από τη δύναμή του. Διάβασα κι εγώ όλα τα προηγούμενα βιβλία του Μπράουν και μπορώ να πω ότι τα απόλαυσα. Ο μοναδικός συγγραφέας της αστυνομικής λογοτεχνίας του οποίου διάβασα όλα τα βιβλία και πουθενά δεν κάνει κοιλιά είναι ο Ντέιβιντ Μπαλτάτσι και άλλος κανείς.