Ο «Κόκκινος Θερισμός» (αν και εγώ θα προτιμούσα το «Συγκομιδή Αίματος»), όπως είναι ο τίτλος του στα ελληνικά, είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που μπορεί πολύ άνετα να «καταβροχθίσει» κανείς σε λίγες μόλις ώρες. Ολιγοσέλιδο, με συνεχή δράση και έξυπνους διαλόγους, το κείμενο απλά τρέχει. Ο Ντάσιελ Χάμετ ανήκει σ’ εκείνη την κατηγορία συγγραφέων που απλά έχουν να πουν μια ιστορία και τη λένε, χωρίς αμπελοφιλοσοφίες, πλατειασμούς, κοινωνιολογικές αναλύσεις κτλ.
Όλα αρχίζουν όταν ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ, που ποτέ δε μαθαίνουμε το όνομά του, φτάνει, κατόπιν πρόσκλησης, στην επαρχιακή πόλη Personville, την οποία όμως οι περισσότεροι ξέρουν σαν Poisoville. Και όχι άδικα, αφού το μόνο πράγμα για το οποίο μοιάζει να είναι γνωστή αυτή είναι η ανομία που επικρατεί εκεί. Ο ανώνυμος ντετέκτιβ βρίσκεται από την πρώτη στιγμή στην καρδιά των γεγονότων και κινούμενος με ταχύτητα από τοποθεσία σε τοποθεσία, σαν ένα φάντασμα στις σκιές, σύντομα αντιλαμβάνεται ότι ο μόνος τρόπος για να επιβληθεί ο νόμος στην πόλη είναι να πάρει τα πράγματα στα χέρια του. Έτσι δρώντας με ύπουλο, αλλά και αποτελεσματικό τρόπο, προσπαθεί να στρέψει τις συμμορίες τη μια ενάντια στην άλλη, αλλά και να καθαρίσει το τοπίο στο σάπιο εγχώριο αστυνομικό σώμα.
Το έργο του, όσο σύντομο κι αν αποδειχτεί στο τέλος, κάθε άλλο παρά εύκολο θα είναι, αφού όλοι μοιάζουν να τον χρειάζονται και όλοι στο τέλος της ημέρας θέλουν να τον σκοτώσουν. Με βασικό όπλο τη φυσική του αντοχή, αλλά και την εκκωφαντική ειλικρίνειά του, θα καταφέρει να διεισδύσει στο υπόστρωμα μιας σάπιας πέρα ως πέρα κοινωνίας, και να ανατρέψει τα πάντα εκ των έσω. Μοναδικός του σύμμαχος σ’ αυτή την άνιση μάχη αναδεικνύεται μια άφοβη, αλλά και χαρακτηριστικά μοιραία γυναίκα, η Ντίνα, η οποία δε διστάζει μπροστά σε τίποτα φτάνει ν’ αποκτήσει αυτά που θέλει: περισσότερο χρήμα, υπόγεια εξουσία, έναν άξιο εραστή. Αυτή είναι και ο καλύτερα σκιαγραφημένος χαρακτήρας του βιβλίου, αφού του δίνει χρώμα και αυξάνει το μυστήριό του, το κάνει αυτό που είναι.
Αυτό είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Χάμετ που διαβάζω και μπορώ να πω ότι, παρά τη σχεδόν στεγνή του γλώσσα, το απόλαυσα. Όσο το διάβαζα ένιωθα ότι παρακολουθούσα μια παλιά καλή γκανγκστερική ταινία, από εκείνες όπου οι σφαίρες πέφτουν βροχή, το αλκοόλ ρέει άφθονο και τα συναισθήματα είναι άγνωστη λέξη. Φτάνει να κλείσει κανείς για μια στιγμή τα μάτια και δε θ’ αργήσει να δει να παίρνει μορφή μέσα του η εικόνα ενός σκληρού άντρα, με καπέλο και καμπαρντίνα, που κινείται στο σκοτάδι και κινεί τα νήματα, που κατακτά τις γυναίκες χωρίς καν να το προσπαθεί. Απλό.
No comments:
Post a Comment