Τις τελευταίες βδομάδες το έχω κάνει συνήθεια να διαβάζω δύο βιβλία ταυτόχρονα. Συνήθως το ένα είναι αστυνομικής λογοτεχνίας και το άλλο καθαρόαιμης αγνής λογοτεχνίας, με όλη τη σημασία της λέξης. Ένα απ’ αυτά τα τελευταία είναι και το The Secret Scripture του Σεμπάστιαν Μπάρι, ενός ακόμη φοβερού ιρλανδού παραμυθά.
Τα περισσότερα γεγονότα που αφηγούνται εκ περιτροπής οι δύο ήρωες της ιστορίας, ο ψυχίατρος Γκρεν και η «ασθενής» Ροζεάν, έλαβαν χώρα στην πλέον αγαπημένη μου πόλη στην Ιρλανδία, το Σλάιγο και διάσχισαν δεκαετίες σιωπής μέχρι να βγούνε στο φως. Ουσιαστικά πρόκειται για την ιστορία της δεύτερης, μια ιστορία τραγική, που ο καλός γιατρός ποτέ δε θέλησε στ’ αλήθεια ή δε βρήκε το χρόνο για να μάθει. Μια ιστορία που μας φέρνει κοντά στα τραγικά γεγονότα που σημάδεψαν τη χώρα, όπως τον εμφύλιο πόλεμο, και την παντοδυναμία της καθολικής εκκλησίας, όσο και με τις προκαταλήψεις που οδήγησαν πολλούς ανθρώπους στο περιθώριο της ζωής ή ακόμη και στο θάνατο.
Η Ροζεάν είναι μια φιγούρα τραγική, που ελάχιστη χαρά γνώρισε στη ζωή της, κι αυτήν ουσιαστικά μοναχά στην πρώτη περίοδο του γάμου της. Από κει και πέρα ήταν ο πόνος, ο πόνος κι άλλος πόνος. Και η αδικία. Και των ανθρώπων η σκληρότητα. Ωστόσο, μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγησή της δεν αναβλύζει η πικρία που θα περίμενε κανείς – ένα παράπονο ίσως, αλλά μέχρι εκεί. Λες και τώρα, στα εκατό της πια χρόνια, η γυναίκα αυτή έχει ξεπλύνει τις πληγές, έχει ξεπλυθεί από τις αμαρτίες που οι άλλοι φόρτωσαν στην πλάτη της και δεν έχει πλέον τίποτ’ άλλο να κάνει από να πει την ιστορία της, έτσι όπως αυτή την έζησε, κι όχι όπως την κατασκεύασαν οι απρόσκλητοι προστάτες της.
Θυμάται λοιπόν τα παιδικά της χρόνια, το σπίτι που μεγάλωσε, τη φτώχεια της, την τρέλα της μάνας της, την αγάπη του πατέρα της και το θάνατό του, που επήλθε με τρόπο τραγικό. Και μετά έρχεται στο μυαλό της ο άντρας της ο Τομ, εκείνος που αγάπησε μα που την πρόδωσε, ακολουθώντας τις επιταγές ενός εκπρόσωπου του θεού που δεν είχε ιδέα τι πάει να πει αγάπη και συμπόνια, κάποιου που θα γινόταν κάποτε μεγάλος και τρανός, όπως όλοι οι αδίστακτοι άνθρωποι, που κατέχουν κάποια θέση εξουσίας. Και θυμάται και το παιδί της, εκείνο που την παράτησαν μόνη να γεννήσει στην ακροθαλασσιά, για να της το κλέψουν μετά, εκείνο που δε γνώρισε.
Όσο κι αν ακούγεται μελό αυτή η ιστορία, δεν είναι. Δεν προσπαθεί να προκαλέσει τη συγκίνηση, απλά την περιέχει. Ο συγγραφέας επιλέγοντας να ξετυλίξει το μύθο του μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση δύο διαφορετικών ανθρώπων ενώνει μαεστρικά το χθες με το σήμερα, τα ξεχωριστά τους δράματα, και οδηγεί έντεχνα τη μια άκρη του νήματος να συναντήσει την άλλη, διασχίζοντας τους κόσμους, τους καιρούς και τις πεποιθήσεις. Ο δόκτωρ Γκρεν κάπου λέει: «Γεννήθηκα στο περιθώριο των πραγμάτων». Το ίδιο ακριβώς συνέβηκε και με τη Ροζεάν. Να όμως που αυτά τα δύο άτομα συναντήθηκαν στις σελίδες μιας αφοπλιστικής ιστορίας, πανανθρώπινης, αισιόδοξης και λυπημένης.
«Είναι πολύ δύσκολο να είσαι ήρωας δίχως κοινό, αν και, κατά κάποιο τρόπο, είμαστε ο καθένας ο ήρωας ενός παράξενου μισοκαταστρεμμένου φιλμ, που αποκαλούμε ζωή μας…»
Οι δύο αυτοί ήρωες είχαν την τύχη να αποκτήσουν ζωή μέσα από τη γραφίδα ενός βιρτουόζου γραφιά και ένα μεγάλο αναγνωστικό κοινό που τους αγκάλιασε, αφού βρέθηκε στη μικρή λίστα για τα βραβεία Μπούκερ, ενώ πήρε το βραβείο Κόστα. Η ιρλανδική λογοτεχνία σε μια από τις κορυφαίες στιγμές της.
No comments:
Post a Comment