«Δεν είναι παρά πτώματα, Μπριν. Κάθονται όλη την ώρα, αναστατωμένοι, δήθεν θυμωμένοι για κάτι που είδαν στην τηλεόραση και που προσωπικά δεν τους αφορά καθόλου. Πηγαίνουν στις δουλειές τους, κι επιστρέφουν, και μιλούν για πράγματα που δε γνωρίζουν ή για τα οποία δε νοιάζονται…»
Ο Τζέφρι Ντίβερ, ένας από τους καλύτερους συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας κάνει ένα μικρό διάλειμμα από τις περιπέτειες των αγαπημένων του πρωταγωνιστών, Λίνκολν Ράιμ και Κάθριν Ντανς (που όπως διαβάζουμε στην τελευταία σελίδα της ανά χείρα έκδοσης θα επιστρέψουν του χρόνου και… φέτος αντίστοιχα) για να μας προσφέρει μια ιστορία που ξεφεύγει απ’ τις συνηθισμένες του ιστορίες «αστικής καταδίωξης».
Γραμμένο ως συνήθως σε κινηματογραφικούς ρυθμούς, το The Bodies Left Behind διαδραματίζεται στο μεγαλύτερο μέρος του σ’ ένα εθνικό πάρκο. Όλα αρχίζουν όταν στο τοπικό αστυνομικό τμήμα φτάνει μία κλήση από ένα εξοχικό σπίτι στις όχθες μιας λίμνης, η οποία όμως μένει στη μέση. Ο υπεύθυνος του τμήματος αποφασίζει να στείλει εκεί την Μπριν, την πιο καταξιωμένη αστυνομικό της περιοχής για να αξιολογήσει την κατάσταση. Εκείνη, κάπως διστακτικά είν’ η αλήθεια -αφού αντιμετωπίζει κάποια οικογενειακά προβλήματα- αποφασίζει να υπακούσει, αν και δεν είναι η βάρδια της. Τραγικό λάθος. Κι αυτό επειδή, άθελά της, θα βρεθεί στη μέση ενός κυκλώνα, στην αρχή μιας περιπέτειας που θα τη φέρει τις επόμενες ώρες πολλές φορές πρόσωπο με πρόσωπο με το θάνατο. Το συνοδοιπόρο και συμπαραστάτη σ’ αυτό τον αγώνα επιβίωσης που καλείται να δώσει θα τον βρει στο πρόσωπο της αινιγματικής Μισέλ, κάποιας που επιβίωσε από την επίθεση των δολοφόνων στο σπίτι, από όπου προήλθε η κλήση, και που τώρα καλείται να ξεπεράσει τη θλίψη της και τον εαυτό της, για να μην έχει κι αυτή την τύχη των φίλων που τη φιλοξενούσαν.
Ο Ντίβερ για τα δύο τρίτα περίπου της διαδρομής της ανάγνωσης μας προσφέρει μια συναρπαστική πλην στρωτή περιπέτεια με άφθονη δράση, όπου οι εκπλήξεις είναι λίγο-πολύ οι αναμενόμενες και όπου οι ρόλοι των πρωταγωνιστών είναι ξεκάθαροι: αυτοί είναι οι καλοί, αυτοί οι κακοί, αυτοί είναι οι θύτες, αυτά τα θύματα. Αλλά, πίσω έχει η γάτα την ουρά. Όπως πάντα στα μυθιστορήματα του καλού συγγραφέα, κανείς δεν μπορεί ποτέ να είναι σίγουρος για τίποτα. Έτσι εκεί που πιστεύουμε ότι όλα είναι πια ξεκάθαρα έρχεται να γκρεμίσει τους μύθους που δημιούργησε στις σελίδες και τα… κεφάλια μας. Και τότε όλα τα κενά θα γεμίσουν και οι κουκκίδες θα μπουν στη θέση τους, αφήνοντάς μας στο τέλος με μια αίσθηση ανακούφισης, αφού αυτός ο αγαπημένος γραφιάς δεν έκανε «κοιλιά», και κατάφερε και πάλι να μας εκπλήξει.
Ωστόσο, πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Ντίβερ μοιάζει κάπου να αλλάζει, αφού για πρώτη ίσως φορά μας μιλά για τις προβληματικές σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, για τα μυστικά που μας κατατρέχουν μια ζωή, για την ανάγκη μας για ολοκλήρωση. Τα λόγια με τα οποία άνοιξα αυτή την παρουσίαση βγαίνουν από τα χείλη, ή μάλλον από τη σκέψη, του Χαρτ, του βασικού αντίπαλου και διώκτη της Μπριν στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας, του μοναδικού άντρα που ξέροντάς την ελάχιστα την κατάλαβε περισσότερο από κάθε άλλο. Ο Μπριν θα προσπαθήσει να τον διαψεύσει, κάτι που όμως δε θα αποδειχτεί και τόσο εύκολο.
Ένα ακόμη συναρπαστικό μυθιστόρημα από το συγγραφέα του «δολοφονημένου» κατά τη μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη, «Συλλέκτη Οστών».
No comments:
Post a Comment