Thursday, November 26, 2009

Kathy Reichs – break no bones

 
 Αγορά από το Book Depository

Είμαι της άποψης ότι αν η Κάθι Ράις πάψει να επιμένει τόσο πολύ στις συμπτώσεις θα γίνει πολύ καλύτερη συγγραφέας. Όχι πώς δεν μου άρεσε αυτό το βιβλίο, κάθε άλλο, αλλά να, κάπου το παρακάνει με τα τυχαία γεγονότα σ’ αυτό.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Ένας συνάδελφος της αγαπημένης ηρωίδας της Ράις -της Τεμπ Μπρέναν- δεν μπορεί, λόγω εκτάκτων υποχρεώσεων, να παραστεί σε κάποια ανασκαφή και της ζητά να την αναλάβει εκείνη. Ευτυχώς εκείνες τις μέρες δεν έχει και πολλή δουλειά και έτσι δεν αρνείται την παράκληση-πρόσκλησή του. Ταξιδεύει λοιπόν από το Μοντρεάλ, όπου ζει και εργάζεται, σε ένα τουριστικό θέρετρο στις ΗΠΑ, όπου πάλι από ένα γύρισμα της τύχης ανακαλύπτει ένα σκελετό στο χώρο της ανασκαφής, που κάθε άλλο παρά αρχαίος είναι. Εντελώς τυχαία η ιατροδικαστής της περιοχής είναι μια παλιά της φίλη που είναι πολύ άρρωστη και έτσι δεν διστάζει να την αφήσει να αναλάβει τις υποθέσεις της. Α, ξέχασα να σας πω ότι και πάλι από σύμπτωση κάποια άλλη φίλη της έχει μια άδεια σπιταρόνα κάπου εκεί κοντά, η οποία τώρα την φιλοξενεί. Οι συμπτώσεις όμως δεν τελειώνουν εδώ, αφού εκεί καταφθάνει και ο δικηγόρος και εν διαστάσει σύζυγος της Τεμπ, που διερευνά την εξαφάνιση μιας νέας γυναίκας, αλλά θέλει επίσης να εξετάσει τα οικονομικά μια κλινικής για τους απόρους. Η Τεμπ δεν έχει εντελώς ξεπεράσει το χωρισμό τους και σε μια στιγμή αδυναμίας τον αφήνει να την αγκαλιάσει. Κι αυτό συμβαίνει στη βεράντα του σπιτιού τη στιγμή ακριβώς που εμφανίζεται από το πουθενά ο νυν αγαπητικός της, που μετά από ένα καυγά με την κόρη του μπαίνει στο αυτοκίνητο και οδηγεί δίχως ανάσα από το Μοντρεάλ του Καναδά στην Καρολίνα των ΗΠΑ για να τη συναντήσει. Και κάπου εδώ τελειώνουν οι συμπτώσεις!
Αν εξαιρέσει κανείς το υπερβολικό των συμπτώσεων έχουμε στα χέρια μας ένα καλογραμμένο θρίλερ, με αρκετές ανατροπές, λίγες δόσεις αλτρουισμού και πολλές μελαγχολίας, αρκετή δράση και μερικά συναισθηματικά μπερδέματα. Η Τεμπ Μπρέναν είναι ένας πειστικός και καλά σκιαγραφημένος χαρακτήρας, που μοιάζει παθιασμένος με τη δουλειά του και την απόδοση δικαιοσύνης. Γύρω της, σ’ αυτή την ιστορία βλέπουμε να παρελαύνουν μια σειρά από άλλους ζωντανούς ή και άχρωμους ήρωες, που με την παρουσία τους προσθέτουν μικρές ανάλαφρες ή και πολύ σκληρές πινελιές στην πλοκή: ο σερίφης της περιοχής, του οποίου κανείς δεν μπορεί να διαβάσει το πρόσωπο, η ετοιμοθάνατη ιατροδικαστής Έμα, οι ύποπτοι που αλλάζουν συνεχώς ρόλους, ο αδίστακτος εργολάβος, ο οποίος όμως κατά βάθος είναι άκακος και τέλος οι δύο άντρες στη ζωή της, ο Πιτ και ο Ράιαν, που στην αρχή συμπεριφέρονται σαν δύο εχθροί που περιφέρονται με ακονισμένα τα νύχια γύρω από την κοινή τους λεία, εκείνη, μα που στη συνέχεια μοιάζουν να αποδέχονται σχεδόν με ικανοποίηση ο ένας την παρουσία του άλλου.
Η Ράις με αφορμή το μύθο της καταπιάνεται με το θέμα της απληστίας και το που μπορεί να οδηγήσει αυτή τον άνθρωπο, ενώ ξώφαλτσα ασχολείται και με την υπόθεση των αμέτρητων «εκκλησιών» που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια σε όλα τα πλάτη και τα μήκη των Ηνωμένων Πολιτειών, παρασύροντας πολλούς στην αυτοκαταστροφή.
Δεν θα σας αποκαλύψω κάτι άλλο από την υπόθεση, πέρα από το ότι η ανακάλυψη εκείνου του πτώματος θα φέρει την ηρωίδα πρόσωπο με πρόσωπο με την πιο αισχρή όψη του εγκλήματος και θα την οδηγήσει σχεδόν στα πρόθυρα της νευρικής κρίσης.
Ευανάγνωστο, με πολλές κορυφώσεις, αλλά όχι καλύτερο από το Cross Bones.

Monday, November 23, 2009

Patricia Cornwell – At Risk


 
Αγορά από το Book Depository

Περισσότερο νουβέλα παρά μυθιστόρημα θυμίζει αυτό το βιβλίο, που μάλλον είναι το χειρότερο απ’ αυτά της συγγραφέως που έχω διαβάσει. Κι αυτό επειδή είναι γεμάτο στερεότυπα, ενώ οι εκπλήξεις -εκτός από δυσάρεστες- κάθε άλλο παρά εκπλήξεις είναι. Είναι τραγικό όταν βλέπεις καταξιωμένους συγγραφείς να βγάζουν βιβλία «αρπαχτές». Το έκανε ο Μάικλ Κόνελι με το “Outlook”, το έκανε κι η Πατρίσια Κόρνγουελ με το “At Risk”.
Όλα αρχίζουν με την ανάκληση στη βάση του στη Μασαχουσέτη ενός ντετέκτιβ, που παρακολουθεί κάποια μαθήματα Εγκληματολογίας στην Εθνική Ακαδημία του Τεννεσί. Η άμεση προϊστάμενή του, μια ελκυστική αλλά πολύ σκληρή εισαγγελέας, του αναθέτει να λύσει μια υπόθεση δολοφονίας που συνέβηκε πριν είκοσι χρόνια, χρησιμοποιώντας τις νέες τεχνολογίες. Αν όλα πάνε καλά, τότε θα αυξηθούν οι πιθανότητες της ανάδειξής της στη θέση της Κυβερνήτη της πολιτείας.
Ο Γουίν (Νίκη, αυτό κι αν είναι στερεότυπο), όπως λέγεται ο ντετέκτιβ, αναλαμβάνει λίγο διστακτικά την υπόθεση, αφού τον βρίσκει στο τέλος σχεδόν των μαθημάτων στην Ακαδημία, λίγο πριν τις εξετάσεις και πάρει την αξιολόγησή του. Δεν μπορεί να καταλάβει ποιος είν’ ο λόγος που έπρεπε ντε και καλά να ανοίξει εσπευσμένα αυτή η παλιά υπόθεση. Ωστόσο, από τη στιγμή που του ανατέθηκε είναι αποφασισμένος να τη λύσει.
Ως συνήθως, τα μυστικά και ψέματα είναι ο κανόνας και τίποτα δεν είναι όπως μοιάζει, αλλά κάποιο ρόλο στην όλη υπόθεση παίζει και η πολιτική. Η Κόρνγουελ προσπαθεί ανεπιτυχώς να αναδείξει τη διαφθορά και τις φιλοδοξίες που επικρατούν στα «πάνω ράφια» του αστυνομικού σώματος, καταφέρνοντας τελικά να δημιουργήσει μια σειρά από ήρωες-καρικατούρες: η σέξι πλην αδίστακτη εισαγγελέας, ο μέντορας βρώμικος μπάτσος, ο ανεπρόκοπος γιος, και ο καλός ντετέκτιβ, που δε μοιάζει να διαθέτει κανένα απολύτως ψεγάδι – σαν καινούριος φούρνος μικροκυμάτων είναι.
Όπως και νάχει, στο τέλος φυσικά όλα θα πάνε καλά, οι κακοί θα μπουν στη θέση τους, και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Μόνο ο αναγνώστης μένει με την απορία: υπήρχε λόγος να γραφτεί αυτό το βιβλίο; Σαν φίλος της καλής αστυνομικής λογοτεχνίας θα έλεγα, Όχι!

Monday, November 16, 2009

Patricia Cornwell – The Last Precinct

 
 Αγορά από το Book Depository

Κυνηγοί και κυνηγημένοι αλλάζουν ρόλους σ’ αυτό το καλογραμμένο θρίλερ της Πατρίσια Κόρνγουελ. Αν και παλιό διαβάζεται γρήγορα, όπως όλα τα καθώς πρέπει αστυνομικά, και καταφέρνει να κρατήσει την αγωνία ζωντανή από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα.
Όλα αρχίζουν με τη σύλληψη ενός γάλλου κατά συρροή δολοφόνου, που του αρέσει να αποκαλεί τον εαυτό του «Λυκάνθρωπο». Στην ουσία πρόκειται για ένα άτομο που γεννήθηκε με γενετικές δυσμορφίες και το οποίο είναι καταδικασμένο να ζει στις σκιές, αφού κανείς δεν αντέχει στη θέα του. Το εγκληματικό του έργο το αρχίζει στο Παρίσι και το συνεχίζει στις ΗΠΑ, σε μια -θα έλεγε κανείς- καλά οργανωμένη αποστολή, αφού το επιλεγμένο θύμα του είναι η ιατροδικαστής Κέι Σκαρπέτα, από τα χέρια της οποίας πέρασαν μετά θάνατο κάποια από τα θύματά του. Το μόνο που η τελευταία δε θα αποτελέσει εύκολη λεία, καθώς δε θα καταφέρει μόνο να γλιτώσει από σίγουρο θάνατο, αλλά θα τον τραυματίσει κιόλας, οδηγώντας στη σύλληψή του. Τι απομένει να γίνει λοιπόν; Μα όλα! Κι αυτό επειδή τα στοιχεία που προκύπτουν από τους χώρους των εγκλημάτων και τις νεκροψίες είναι πολλές φορές συγκρουόμενα, κάτι που αναδεικνύει και η μαρτυρία ενός ακόμη παραλίγο θύματος.
Η Σκαρπέτα αρχικά νιώθει ανακούφιση που επέζησε από βέβαιο θάνατο -αν και τραυματισμένη στο ένα χέρι- αλλά σύντομα θ’ ανακαλύψει ότι τα προβλήματά της τώρα ακριβώς αρχίζουν, καθώς από τη μια στιγμή στην άλλη θα βρεθεί ύποπτη για τη δολοφονία μιας ανερχόμενης και αδίστακτης γυναίκας, μέλους του αστυνομικού σώματος, ονόματι Ντάιαν Μπρέι – με την οποία ήταν σε διαρκή διαμάχη, αφού η τελευταία προσπαθούσε με κάθε τρόπο να υποβαθμίσει το έργο της και να της ροκανίσει την καρέκλα. Δεν ήταν λίγες οι φορές που λογομάχησαν, αλλά όσο και να το ήθελε, η Σκαρπέτα δεν μπόρεσε ποτέ να τη μισήσει, αφού: «Το μίσος είναι ένα έγκλημα του πνεύματος, που οδηγεί σε εγκλήματα του σώματος».
Ευρισκόμενη για πρώτη φορά κάτω από το μικροσκόπιο των αρχών, αλλά και μιας καλής της φίλης, η πρωταγωνίστρια βρίσκει το χρόνο να σκεφτεί για πρώτη φορά τους δρόμους που ακολούθησε στη ζωή, τα σωστά και τα λάθη της, τα γεγονότα που την οδήγησαν μέχρι εκεί. Και για πρώτη φορά μοιάζει να τα έχει χαμένα, αφού πέρα από τη δυναμική της ανιψιά Λούσι και τον μονόχνοτο ντετέκτιβ Μαρίνο, που στιγμή δεν αμφιβάλλουν για κείνην, δεν ξέρει πια ποιον να εμπιστευτεί. Για καμπόσες μέρες μοιάζει να μετακινείται από αδιέξοδο σε αδιέξοδο, από τον ένα εφιάλτη στον επόμενο. Μέχρι να δοθεί η τελική λύση στο δράμα, εκείνη που προέβλεψε ο πότης και προκλητικός Μαρίνο, η ζωή θ’ αρχίσει ν’ αποκτά νέο νόημα για την Σκαρπέτα.
Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω εκείνο που ανέφερα στην παρουσίαση του μυθιστορήματος της Κάθι Ράις: εκείνοι που συγκρίνουν τις δυο τους και λένε ότι η Ράις είναι καλύτερη, κάνουν λάθος. Η Ράις γράφει κινηματογραφικά, προσπαθώντας συνεχώς να κερδίζει τις εντυπώσεις, ενώ η Κόρνγουελ πολύ πιο λογοτεχνικά. Η τελευταία είναι της αγγλικής σχολής, η πρώτη του χόλιγουντ.

Saturday, November 7, 2009

Benjamin Black – Christine Falls

 
Αγορά από το Book Depository

Το Μπέντζαμιν Μπλακ είναι το λογοτεχνικό ψευδώνυμο του γνωστού συγγραφέα της «Θάλασσας» Τζον Μπάνβιλ, έτσι όποιος πάρει αυτό το βιβλίο στο χέρι του περιμένοντας να διαβάσει ένα αμιγώς αστυνομικό μυθιστόρημα ζήτω που κάηκε. Το μυστήριο δεν είναι το κυρίαρχο στοιχείο εδώ, αλλά η αφορμή για ένα ταξίδι στο χώρο και στο χρόνο, στην ιστορία και στα μύρια προβλήματα που κληροδότησαν στην Ιρλανδία το στέμμα, η καθολική εκκλησία και οι κάθε λογής ευεργέτες.
Τα γεγονότα διαδραματίζονται στο Δουβλίνο και τη Βοστώνη στη δεκαετία του πενήντα και στο επίκεντρό τους βρίσκεται ο ιατροδικαστής Κουίρκ, ένας αλκοολικός άντρας που γνώρισε πολλές και μεγάλες πτώσεις στη ζωή του, κάποιος που μοιάζει παρατημένος απ’ τη ζωή. Μέχρι που η τύχη, ή ίσως και η ατυχία, στέλνει στο δρόμο του το πτώμα της Κριστίν Φολς. Ο θάνατος της νεαρής γυναίκας ξυπνά μέσα του την περιέργεια και αρχίζει βήμα το βήμα ν’ ακολουθεί τα πρόσφατα αχνάρια της στο χρόνο για ν’ ανακαλύψει ποια είναι. Τα πράγματα ωστόσο θα αποδειχτούν πιο πολύπλοκα απ’ ό,τι αρχικά περίμενε και τα αποτελέσματα της έρευνάς του θα επηρεάσουν άμεσα και τη δική του, έτσι κι αλλιώς παραπαίουσα ζωή, ξυπνώντας φαντάσματα από το παρελθόν.
Ο Μπλακ, με αφορμή ένα περιστατικό που ήταν κάτι το συνηθισμένο εκείνα τα χρόνια, αποφασίζει να ρίξει μια διεισδυτική ματιά στην αμαρτωλή ιστορία της χώρας του, ξύνοντας πληγές και εισβάλλοντας κάτω από το πέπλο της σιωπής, που επέβαλαν η καθολική εκκλησία και η κοινωνία της εποχής. Ο ήρωάς του, δεν είναι παρά ένας δειλός κατά βάθος ανθρωπάκος, που επέλεξε από μόνος του να ζει στις σκιές, ο οποίος όμως σιγά σιγά παίρνει να μεταμορφώνεται, καθώς αντιλαμβάνεται ότι ο ρόλος που του αναλογεί στο δράμα που ξετυλίγεται μπρος στα μάτια του κάθε άλλο παρά ασήμαντος είναι. Παλεύοντας με τις μνήμες και τους δαίμονές του φτάνει στο τέλος τέλος ν’ αποτελεί το μοναδικό φόρο τιμιότητας σ’ ένα άτιμο και γεμάτο υποκρισία κόσμο.
Γύρω από τον Κουίρκ περιστρέφεται ένας θίασος χαρακτήρων, που μοιάζει να ζει αρμονικά μέσα στον ψεύτικο κόσμο του. Ο ετεροθαλής αδελφός του, που μοιάζει γεννημένος ψεύτης, και η γυναίκα του, με την οποία ήτανε κι ο ίδιος κάποτε ερωτευμένος, για να παντρευτεί όμως τελικά τη νεκρή πια αδελφή της, ο δικαστής, ένας άτεγκτος δήθεν και με στρογγυλή λογική χαρακτήρας, που κρύβει πολλά μυστικά, και η Φοίβη, η ανιψιά του που προσπαθεί απεγνωσμένα να ξεφύγει από τα πλοκάμια της καταπιεστικής της οικογένειας. Όλοι αυτοί και κάποιοι δευτερεύοντες πρωταγωνιστές φτιάχνουν ένα πολύχρωμο μωσαϊκό, μικρογραφία της κοινωνίας, όπου τίποτα δεν είναι όπως μοιάζει.
Ο συγγραφέας με όπλα την αφήγηση και τη γλώσσα μοιάζει να προκαλεί τον ήρωά του να λύσει ένα γρίφο, το πιο σημαντικό κομμάτι του οποίου αποτελεί εκείνος ο ίδιος. Καλογραμμένο και απολαυστικά λογοτεχνικό.

Tuesday, November 3, 2009

Dashiell Hammett – The Dain Curse

 
 Αγορά από το Book Depository

Πρωταγωνιστής στην «Κατάρα των Ντέιν» είναι ο γνωστός ανώνυμος ιδιωτικός ντετέκτιβ που πρωτογνωρίσαμε στον «Κόκκινο θερισμό» του Ντάσιελ Χάμετ. Αυτή τη φορά καλείται να διερευνήσει μια υπόθεση κλοπής ακατέργαστων διαμαντιών, για λογαριασμό μιας ασφαλιστικής εταιρείας. Ως συνήθως όμως, τα πράγματα θα αποδειχτούν πολύ πιο περίπλοκα απ’ ό,τι αρχικά δείχνουν, αφού το θύμα της κλοπής έχει πολλά σκοτεινά μυστικά, όπως και όλοι οι άλλοι άνθρωποι που τον περιτριγυρίζουν.
Και σ’ αυτό το μυθιστόρημα ο Χάμετ δε χαρίζεται σε κανένα. Όλοι οι ήρωές του είναι ψεύτες και υποκριτές, σκέφτονται μόνο το προσωπικό τους συμφέρον και προσπαθούν να επιβάλουν τα θέλω τους εκμεταλλευόμενα τις αδυναμίες των άλλων. Έτσι δε διστάζουν να σκοτώσουν, να κλέψουν, να εκβιάσουν και να ρίξουν όλο το φταίξιμο σε μια φαινομενικά αθώα ύπαρξη που μοιάζει να παραπαίει κινούμενη στους δρόμους των ναρκωτικών. Ο συγγραφέας περιγράφει μια κοινωνία σάπια ως το κόκκαλο, όπου τίποτα δεν είναι όπως δείχνει, όπου η εμπιστοσύνη και η τιμιότητα αποτελούν είδη πολυτελείας, και όπου ο νόμος της ζούγκλας αναδεικνύεται σε παιδική χαρά.
Καθώς παρακολουθούμε την αστραπιαία πορεία του ντετέκτιβ από πόλη σε πόλη, από φονικό σε φονικό, ερχόμαστε σε επαφή με το σκοτεινό πρόσωπο της Αμερικής. Εκείνο όπου επικρατούν οι προκαταλήψεις, τις οποίες διάφοροι επιτήδειοι εκμεταλλεύονται. Εκείνο όπου το χρήμα είναι ο θεός και το προσωπικό συμφέρον είναι το μόνο που μετρά.
Στην περσόνα της Γκαμπριέλ, της ναρκομανούς που μέχρι και την τελευταία στιγμή δεν μπορεί στα σίγουρα ν’ αποφασίσει κανείς αν είναι θύτης ή θύμα, συναντάμε ένα από τους πιο αξιομνημόνευτους χαρακτήρες της αστυνομικής λογοτεχνίας. Αυτό οφείλεται όχι μόνο στο ότι η μοίρα της φέρθηκε σκληρά, αλλά και στο γεγονός ότι ολόκληρη η ύπαρξή της μοιάζει να μας φωνάζει τι στ’ αλήθεια εννοεί κανείς όταν λέει τη λέξη «τραγικό». Πρόκειται για μια εύθραυστη, κεντημένη λες με ψιλοβελονιές, μορφή που ούτε και για μια στιγμή στη ζωή της δεν ένιωσε την έννοια της λέξης ευτυχία. Δε μοιάζει τόσο με γυναίκα όσο με κατασκευή, κάτι σαν ρομπότ, ένα πειθήνιο και άβουλο πλάσμα, πειθήνιο όργανο στα χέρια κάποιων ανθρώπων που δεν έχουν καμία αναστολή. Καθώς ακολουθούμε την πορεία της από πτώση σε πτώση, και μαθαίνουμε τι κρύβεται πίσω από τα επαναλαμβανόμενα λάθη και τις εμμονές της, αντιλαμβανόμαστε πόσο «συγκαιρινή» μας μοιάζει. Ο Χάμετ μέσα από τον αδρά διαμορφωμένο χαρακτήρα της κάνει μια πρώιμη, για την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο, βουτιά στα βαθιά νερά της ψυχανάλυσης, και ίσως αυτό ακριβώς να είναι το στοιχείο που απογειώνει το μύθο του.
Ένα καλογραμμένο χάρντκορ αστυνομικό μυθιστόρημα, που διαβάζεται γρήγορα αλλά, λόγω θέματος, όχι και τόσο ευχάριστα.

Sunday, November 1, 2009

Laura Lippman – Baltimore Blues

 
Αγορά από το Book Depository

Τη Λώρα Λίππμαν την ανακάλυψα τυχαία. Δεν είχα καν ακούσει το όνομά της, προτού πάρω στα χέρια μου το πρώτο της αυτό βιβλίο, ένα καλοστημένο αστυνομικό μυθιστόρημα, που διαδραματίζεται, όπως θα περίμενε κανείς, στη Βαλτιμόρη.
Είναι η ιστορία της Τες και του φίλου της του Ροκ. Η πρώτη έχει μείνει πρόσφατα άνεργη, μετά το κλείσιμο της εφημερίδας όπου δούλευε, ενώ ο δεύτερος απασχολείται σαν ερευνητής στο νοσοκομείο της πόλης. Η δράση παίρνει μπρος όταν ο Ροκ ζητάει από την Τες να αρχίσει να παρακολουθεί, έναντι αμοιβής, την αρραβωνιαστικιά του, που τώρα τελευταία μοιάζει να τον αποφεύγει, αλλά και να του κρύβει κάποια μυστικά.
Η Τες δέχεται τη δουλειά με ευχαρίστηση, αφού παρά το ότι κάνει δύο δουλειές μερικής απασχόλησης, δε βγάζει αρκετά για να τα φέρνει βόλτα, ενώ δε συμπαθεί και τη Άβα, το αντικείμενο της έρευνάς της, και κάπου μέσα της κρυφά ελπίζει ότι οι αποκαλύψεις της θα την οδηγήσουν μακριά από τον αγαπημένο της φίλο. Τα πράγματα ωστόσο δεν είναι τόσο απλά όσο μοιάζουν στην αρχή, αφού η αλήθεια με το ψέμα συνεχώς συγχέονται, τα μυστικά δε λέγονται, και όλοι μοιάζουν να έχουν κάτι να κρύψουν. Η κατάσταση ξεφεύγει εντελώς όταν ο Ροκ συλλαμβάνεται για τη δολοφονία ενός δικηγόρου, ο οποίος σύμφωνα με τις πληροφορίες της Τες διατηρούσε σχέσεις με την Άβα.
Η κοπέλα δεν μπορεί να πιστέψει ότι ο φίλος της είναι δολοφόνος, έτσι με τη βοήθεια ενός ιδιόρρυθμου και οξύθυμου δικηγόρου, αποφασίζει να κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να αποδείξει την αθωότητά του. Στο δρόμο της θα συναντήσει πολλά εμπόδια, αλλά δε θα τα βάλει στιγμή κάτω, αφού στο τέλος της ημέρας ξέρει ότι η κατάληξη εκείνη της απλής παρακολούθησης ήταν το αποτέλεσμα των ενεργειών της.
Τα πράγματα ωστόσο δεν είναι περιπλεγμένα μόνο στην προσωρινή δουλειά της, αλλά και στην προσωπική της ζωή, μια ζωή που θεωρεί ότι δεν έχει ουσία. Από τότε που βγήκε από τον κόσμο της δημοσιογραφίας μοιάζει να έχει χάσει κάθε θέληση για δημιουργία, κι ας ξέρει βαθιά μέσα της ότι είναι πολύ καλή ρεπόρτερ. Έτσι, μη ξέροντας τι να κάνει, απλά ανακυκλώνει τα αδιέξοδά της: διατηρεί μια καθαρά σωματική σχέση με τον πρώην φίλο της-και νυν αρραβωνιασμένο με κάποια άγνωστη γυναίκα- που θεωρείται ένα ανερχόμενο αστέρι της δημοσιογραφίας, μένει με τη θεία της, μετρά τα λεφτά που έχει δεκάρα τη δεκάρα για να εξασφαλίσει το γεύμα της ημέρας. Α, και έχει μια μοναδική ικανότητα να δημιουργεί εχθρούς.
Αυτό το βιβλίο μοιάζει να είναι γραμμένο αποκλειστικά για την πόλη της, με ό,τι περιλαμβάνει αυτή: υψηλή εγκληματικότητα, εγκατάλειψη, φτώχεια, φυλετικούς διαχωρισμούς. Η συγγραφέας περιγράφει πρόσωπα και πράγματα που μοιάζει να γνωρίζει από πρώτο χέρι γι’ αυτό και στο τέλος της ημέρας πείθει με την αφήγησή της. Μια αφήγηση όμως η οποία πού και πού μοιάζει να στάζει μελαγχολία. Με εξαίρεση δυο-τρεις χαρακτήρες όλοι οι υπόλοιποι μοιάζουν να είναι βαθιά λυπημένοι, να μην είναι ευχαριστημένοι με τη ζωή τους, να σκέφτονται ότι όλα θα μπορούσαν να είναι αλλιώς, αλλά να μην κάνουν και κάτι για να τα αλλάξουν (κάπου αναφέρεται σε κάποιους που διαδηλώνουν έξω από ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο για μια ώρα και μετά μπαίνουν μέσα για να ψωνίσουν!).
Όπως αντιλαμβάνομαι από τα γραφόμενα στο οπισθόφυλλο και στις πρώτες σελίδες του βιβλίου, αυτή είναι απλά η πρώτη περιπέτεια της Τες, και η αλήθεια είναι ότι δε θα με χαλούσε καθόλου να διαβάσω και τις επόμενες, αφού η κοπέλα κάπου μου θυμίζει τη Ρουν, μια από τις πρώτες ηρωίδες του μάστορα Τζέφρι Ντίβερ.
Ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα, αστυνομικό κι οδοιπορικό την ίδια ώρα.