Είμαι της άποψης ότι αν η Κάθι Ράις πάψει να επιμένει τόσο πολύ στις συμπτώσεις θα γίνει πολύ καλύτερη συγγραφέας. Όχι πώς δεν μου άρεσε αυτό το βιβλίο, κάθε άλλο, αλλά να, κάπου το παρακάνει με τα τυχαία γεγονότα σ’ αυτό.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Ένας συνάδελφος της αγαπημένης ηρωίδας της Ράις -της Τεμπ Μπρέναν- δεν μπορεί, λόγω εκτάκτων υποχρεώσεων, να παραστεί σε κάποια ανασκαφή και της ζητά να την αναλάβει εκείνη. Ευτυχώς εκείνες τις μέρες δεν έχει και πολλή δουλειά και έτσι δεν αρνείται την παράκληση-πρόσκλησή του. Ταξιδεύει λοιπόν από το Μοντρεάλ, όπου ζει και εργάζεται, σε ένα τουριστικό θέρετρο στις ΗΠΑ, όπου πάλι από ένα γύρισμα της τύχης ανακαλύπτει ένα σκελετό στο χώρο της ανασκαφής, που κάθε άλλο παρά αρχαίος είναι. Εντελώς τυχαία η ιατροδικαστής της περιοχής είναι μια παλιά της φίλη που είναι πολύ άρρωστη και έτσι δεν διστάζει να την αφήσει να αναλάβει τις υποθέσεις της. Α, ξέχασα να σας πω ότι και πάλι από σύμπτωση κάποια άλλη φίλη της έχει μια άδεια σπιταρόνα κάπου εκεί κοντά, η οποία τώρα την φιλοξενεί. Οι συμπτώσεις όμως δεν τελειώνουν εδώ, αφού εκεί καταφθάνει και ο δικηγόρος και εν διαστάσει σύζυγος της Τεμπ, που διερευνά την εξαφάνιση μιας νέας γυναίκας, αλλά θέλει επίσης να εξετάσει τα οικονομικά μια κλινικής για τους απόρους. Η Τεμπ δεν έχει εντελώς ξεπεράσει το χωρισμό τους και σε μια στιγμή αδυναμίας τον αφήνει να την αγκαλιάσει. Κι αυτό συμβαίνει στη βεράντα του σπιτιού τη στιγμή ακριβώς που εμφανίζεται από το πουθενά ο νυν αγαπητικός της, που μετά από ένα καυγά με την κόρη του μπαίνει στο αυτοκίνητο και οδηγεί δίχως ανάσα από το Μοντρεάλ του Καναδά στην Καρολίνα των ΗΠΑ για να τη συναντήσει. Και κάπου εδώ τελειώνουν οι συμπτώσεις!
Αν εξαιρέσει κανείς το υπερβολικό των συμπτώσεων έχουμε στα χέρια μας ένα καλογραμμένο θρίλερ, με αρκετές ανατροπές, λίγες δόσεις αλτρουισμού και πολλές μελαγχολίας, αρκετή δράση και μερικά συναισθηματικά μπερδέματα. Η Τεμπ Μπρέναν είναι ένας πειστικός και καλά σκιαγραφημένος χαρακτήρας, που μοιάζει παθιασμένος με τη δουλειά του και την απόδοση δικαιοσύνης. Γύρω της, σ’ αυτή την ιστορία βλέπουμε να παρελαύνουν μια σειρά από άλλους ζωντανούς ή και άχρωμους ήρωες, που με την παρουσία τους προσθέτουν μικρές ανάλαφρες ή και πολύ σκληρές πινελιές στην πλοκή: ο σερίφης της περιοχής, του οποίου κανείς δεν μπορεί να διαβάσει το πρόσωπο, η ετοιμοθάνατη ιατροδικαστής Έμα, οι ύποπτοι που αλλάζουν συνεχώς ρόλους, ο αδίστακτος εργολάβος, ο οποίος όμως κατά βάθος είναι άκακος και τέλος οι δύο άντρες στη ζωή της, ο Πιτ και ο Ράιαν, που στην αρχή συμπεριφέρονται σαν δύο εχθροί που περιφέρονται με ακονισμένα τα νύχια γύρω από την κοινή τους λεία, εκείνη, μα που στη συνέχεια μοιάζουν να αποδέχονται σχεδόν με ικανοποίηση ο ένας την παρουσία του άλλου.
Η Ράις με αφορμή το μύθο της καταπιάνεται με το θέμα της απληστίας και το που μπορεί να οδηγήσει αυτή τον άνθρωπο, ενώ ξώφαλτσα ασχολείται και με την υπόθεση των αμέτρητων «εκκλησιών» που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια σε όλα τα πλάτη και τα μήκη των Ηνωμένων Πολιτειών, παρασύροντας πολλούς στην αυτοκαταστροφή.
Δεν θα σας αποκαλύψω κάτι άλλο από την υπόθεση, πέρα από το ότι η ανακάλυψη εκείνου του πτώματος θα φέρει την ηρωίδα πρόσωπο με πρόσωπο με την πιο αισχρή όψη του εγκλήματος και θα την οδηγήσει σχεδόν στα πρόθυρα της νευρικής κρίσης.
Ευανάγνωστο, με πολλές κορυφώσεις, αλλά όχι καλύτερο από το Cross Bones.