Monday, May 31, 2010

Anita Brookner – Falling Slowly

 
 Αγορά από το Book Depository

Αυτό είναι ένα από εκείνα τα μυθιστορήματα τα οποία διαβάζει κανείς για να απολαύσει την περιπέτεια της γραφής, ένα ταξίδι στον κόσμο των υπέροχων λέξεων, που η μια δίπλα στην άλλη μπορούν να αφηγηθούν με τρόπο πηγαίο σχεδόν, μια ιστορία απλή, που φαινομενικά δεν έχει τίποτα το ιδιαίτερο να πει, αλλά η οποία μιλά για πολλές από τις όψεις της σύγχρονης πραγματικότητας: τη μοναξιά, τους φίλους που χάνονται, το χρόνο που φεύγει και μοιάζει να μας αφήνει πίσω του, το θάνατο.
Η Μπρούκνερ δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει τον αναγνώστη, να αποσπάσει την προσοχή του με μεγάλες ανατροπές, να τον αναγκάσει να αρχίσει να αγωνιά για το μέλλον των ηρωίδων της. Θέλει απλά να του πει μια ιστορία, καθημερινή, με αλήθειες που καίνε.
Οι αδελφές Μπεατρίς και Μίριαμ, που κρατάνε τους κύριους ρόλους εδώ, είναι σε πολλά σημεία οι ίδιες, αλλά και διαφορετικές. Μοιάζει και τις δύο να κατατρέχουν οι αναμνήσεις από μια δυστυχισμένη παιδική ηλικία, αλλά και οι θύμισες από κάποιες μέρες ευτυχισμένες, που μάλλον πέρασαν πολύ νωρίς, αφήνοντας πίσω τους μια γλυκόπικρη γεύση. Η πρώτη στα νιάτα της υπήρξε σπουδαία πιανίστρια, ήταν διάσημη, είχε τον κόσμο όλο στη διάθεσή της και πολλούς εραστές. Η μικρή της αδελφή, η Μίριαμ, ήταν τότε αυτό ακριβώς που είναι και τώρα: μια ανεξάρτητη, λίγο δυναμική, αλλά όχι και τόσο ανεξάρτητη γυναίκα, που εργάζεται σα μεταφράστρια βιβλίων από και προς τα αγγλικά, και που για μια εποχή ήταν παντρεμένη με ένα άντρα, που την αντιμετώπιζε περισσότερο σαν πείραμα, παρά σα γυναίκα. Η μοίρα στάθηκε ευγενική και σκληρή και με τις δύο αδελφές, κατά ένα παράξενο τρόπο. Η πρώτη γεύτηκε την επιτυχία νωρίς και τώρα μοιάζει μέρα με τη μέρα να μαραζώνει, όλο και πιο πολύ να σβήνει, με μοναδική παρηγοριά τις αναμνήσεις της. Η δεύτερη, έστω και αργά, έστω και βαθιά λυπημένη, στη μέση της ηλικία μοιάζει πιο δυνατή και πιο κατασταλαγμένη από ποτέ. Οι μεταφράσεις της παίρνουν καλές κριτικές, αποκτά ένα νεότερό της εραστή, ενώ έχει κι ένα θαυμαστή, που θα έκανε τα πάντα για να βρεθεί στο πλάι της.
Η συγγραφέας δεν παίζει με τα συναισθήματα αυτών των γυναικών, απλά τα περιγράφει. Κάνει μια βουτιά στα εσώψυχά τους και μας μιλά για τα πράγματα που τις απασχολούν, για τις βεβαιότητες και τις φοβίες τους, για τη ζωή της μιας που μοιάζει μελαγχολικά να ανθίζει και της άλλης που οδηγείται σε μια αμετάκλητα αργή πτώση – όπως υποδηλώνει και ο τίτλος.
Θα μπορούσα να περιγράψω το βιβλίο αυτό σαν απόλυτα βρετανικό. Αν και τα θέματα που προσεγγίζει είναι παγκόσμια, εδώ δεν πρωταγωνιστούν μονάχα οι άνθρωποι αλλά και ο καιρός: οι γκρίζοι ουρανοί, η ασταμάτητη βροχή, η για τρεις βδομάδες καλοκαιρία που κάνει τους μετεωρολόγους να ανησυχούν, οι άνεμοι, που μοιάζουν να παρασύρουν τα πάντα στο πέρασμά τους. Η βροχή του έξω και του μέσα μας. Ένα μυθιστόρημα κάπως δύσκολο, απόλυτα λογοτεχνικό, που ίσως να μην εξιτάρει, αλλά το οποίο πετυχαίνει αβίαστα το στόχο του: να μιλήσει για την πτώση, περιγράφοντας τη ζωή.

Tuesday, May 25, 2010

Michel Houellebecq – Lanzarote


Αγορά από το Book Depository

Τώρα πώς να χαρακτηρίσουμε αυτό το βιβλίο; Νουβέλα, ταξιδιωτικό, ή απλά ένα εκτενές διήγημα; Μάλλον το τελευταίο είναι, αν και στην Ελλάδα, αν κρίνω από την υπερβολικά ψηλή τιμή του, θα του έβαλαν την ταμπέλα του μυθιστορήματος (τα είκοσι περισσότερα ευρώ που στοιχίζει σε σχέση με την αγγλική έκδοση ωστόσο πώς να τα δικαιολογήσει κανείς;).
Όπως και νάχει μέσα απ’ αυτό το μικρό τόμο, τον οποίο διαβάζει κανείς άνετα μέσα σε μια ώρα, ο Ουελμπέκ μας ταξιδεύει στο μικρό ισπανικό νησί Λανθαρότε, όπως υποβάλλει και ο τίτλος, και μας περιγράφει τις περιπέτειες ενός γάλλου τουρίστα και των συνταξιδιωτών του: κάποιου επιθεωρητή της αστυνομίας από το Βέλγιο και δυο γερμανίδων λεσβίων.
Καθώς πληροφορούμαστε περισσότερο για τα έργα και τις ημέρες των λοιπών χαρακτήρων παρά του αφηγητή, περιπλανιόμαστε στα σεληνιακά τοπία του νησιού, μαθαίνουμε για την ιστορία του και κάποιες αρχαίες δοξασίες, ερχόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο με μία αίρεση, που υποστηρίζει το απόλυτα ελεύθερο σεξ (και σχεδιάζει τη δημιουργία σχολείων για αλληλο… αυνανισμό) και μοιραζόμαστε την άποψη ότι: «Ακόμη κι αν δεν υπάρχει τίποτα να περιμένει κανείς στη ζωή, υπάρχει πάντα κάτι που να του προκαλεί το φόβο».
Ο Ουελμπέκ με αφορμή το ταξίδι σαρκάζει και αυτοσαρκάζεται. Μας μιλά για τους άγγλους που πηγαίνουν διακοπές μονάχα εκεί που μπορούν να γνωρίσουν άλλους άγγλους, για τους γερμανούς που πάνε πάντα όπου υπάρχει ήλιος, για τους γάλλους που η ιδέα του να γνωρίσουν στον προορισμό τους κάποιους συμπατριώτες τους τους προκαλεί αλλεργία, για τους ιταλούς που πάνε παντού όπου υπάρχουν ωραία… οπίσθια, αλλά και για τους βέλγους, που σύμφωνα με τον αστυνομικό είναι ο χειρότερος λαός, στη χειρότερη χώρα.
Μέσα από τις λιγοστές σελίδες αυτού του βιβλίου ταξιδεύουμε σ’ ένα νησί, μαθαίνουμε για ερωτικά πάθη και λάθη, γελάμε με τις ειρωνικές ατάκες του συγγραφέα και ακούμε τις προβλέψεις του για το μέλλον, που κάθε άλλο παρά ευοίωνες είναι: «…οδεύουμε προς τη δημιουργία μιας παγκόσμιας ομοσπονδίας, στην οποία θα κυριαρχούν οι Ηνωμένες Πολιτείες και τα αγγλικά θα είναι η κοινή γλώσσα. Φυσικά η προοπτική του να μας κυβερνούν κάποιοι γαμημένοι ηλίθιοι, είναι κάπως δύσκολη στη χώνεψη, αλλά έτσι κι αλλιώς δε θα είναι η πρώτη φορά». Φυσικά το κείμενο μετράει δέκα χρόνια ζωής, κι από τότε πολλά έχουν αλλάξει.
Αυτό είναι το πρώτο βιβλίο του Ουελμπέκ που διαβάζω, έτσι δεν μπορώ να πω αν είναι από τα καλύτερά του. Ωστόσο το απόλαυσα. Το ότι μπόρεσε να συμπεριλάβει τόσα πολλά θέματα σε τόσο λίγες σελίδες, να θέσει προβληματισμούς, να προσφέρει χαμόγελα και να μιλήσει για τη σύγχρονη πραγματικότητα είναι ένα πραγματικό επίτευγμα. Αν ήταν άλλος ίσως να έγραφε ένα μυθιστόρημα ποταμό για να τα πει όλα, αυτός έγραψε μοναχά 87 σελίδες, περιλαμβανομένου του παραρτήματος για την ηφαιστειακή δράση στο νησί. Κι αυτή ακριβώς η οικονομία του λόγου μοιάζει να είναι το πιο δυνατό του σημείο.

Thursday, May 20, 2010

Stephen Fry – Making History


Αγορά από το Book Depository

Αυτό είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που απολαμβάνει κανείς να διαβάζει για περισσότερους από ένα λόγους. Για την ευρηματική του ας πούμε ιστορία, για το χιούμορ του, για τη γλώσσα του, για τις ανατροπές του. Ο Στίβεν Φράι παίρνει την ιστορία όπως την ξέρουμε και την κάνει άνω-κάτω για να μας δείξει μια εναλλακτική πραγματικότητα, το τι θα γινόταν αν…
Τι θα γινόταν αν δε γεννιόταν ο Χίτλερ; Αυτό είναι το θέμα. Θα γινόταν ο κόσμος καλύτερος; Θα σώζονταν οι εβραίοι που χάθηκαν στους θαλάμους αερίων; Θα αποφευγόταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος; Υποθέτω ότι εμείς δε θα πάρουμε ποτέ τις απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα. Οι ήρωες του Φράι ωστόσο τις παίρνουν και δεν είναι ακριβώς αυτές που περιμένουν.
Όλα αρχίζουν με τη συνάντηση ενός τελειόφοιτου φοιτητή της ιστορίας, του Μάικλ, με τον καθηγητή Λίο Ζούκερμαν. Ο πρώτος έχει μόλις τελειώσει τη συγγραφή του διδακτορικού του με θέμα τον Χίτλερ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ ο δεύτερος, αν και φυσικός, έχει μια εμμονή με το θέμα, αφού αυτός καθόρισε τη ζωή του. Και οι δύο είναι παθιασμένοι με το θέμα. Και οι δύο σκέφτονται πόσο καλύτερος θα ήταν ο κόσμος αν δεν έπαιρνε στα χέρια του την εξουσία ο Χίτλερ. Και, έχουν τον τρόπο να τον εμποδίσουν. Ο Λίο έχει κατασκευάσει μια κάποιου είδους χρονομηχανή, που μπορεί να αλλάξει το ρου της ιστορίας. Αρχικά σκέφτεται να επιστρέψει στο παρελθόν και να σκοτώσει τον Χίτλερ, αλλά δεν είναι φονιάς, όπως κι ο Μάικλ άλλωστε. Τι να κάνουν λοιπόν; Πώς να σταματήσουν τα εγκλήματα του χθες χωρίς να εγκληματήσουν οι ίδιοι; Ο Μάικλ, που έχει μόλις χωρίσει με τη φίλη του κι αναζητεί τρόπους να την ξεπεράσει, έχει μια λαμπρή ιδέα: θα δράσουν προληπτικά, εμποδίζοντας τη γέννηση του Χίτλερ. Διαλύουν λοιπόν στα πηγάδια του χθες χάπια που θα μετατρέψουν σε στείρους τους άντρες της γειτονιάς, όπου θα γεννιόταν κάποτε ο τελευταίος. Όλα πηγαίνουν μια χαρά, αλλά… Αλλά, δεν κάνει να παίζει κανείς με την ιστορία. Ο Χίτλερ ποτέ δε γεννιέται, αλλά αυτός που θα αναδειχθεί στη θέση του θ’ αποδειχτεί ακόμη χειρότερος κι από εκείνον, και ο κόσμος, χάρη σ’ αυτόν θα γίνει ένα στρατοκρατούμενο κράτος, αν και διπολικό, παραλλαγή του Μεγάλου Αδελφού.
Ο συγγραφέας με χιούμορ και με γνώση μας μεταφέρει στο πραγματικό σήμερα και το χθες, μας περιγράφει πώς μια μικρή στιγμή στην ιστορία μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο ολόκληρο. Η γραφή του ρέει, οι εικόνες διαδέχονται η μια την άλλη με καταιγιστικούς ρυθμούς, παίζει με τους ήρωές του και με τους λογοτεχνικούς κανόνες. Το βιβλίο άλλοτε θυμίζει φανταστική λογοτεχνία, άλλοτε ιστορικό δοκίμιο, και συχνά-πυκνά σενάριο ταινίας. Εξάλλου όπως λέει κάπου ο αφηγητής: «Ο θεός δεν είναι ο δημιουργός του σύμπαντος, αλλά ο σεναριογράφος της Βιο-ταινίας μας».
Αυτό το μυθιστόρημα είναι σινεφίλ, βιβλιοφιλικό, ιστορικό, ροκ και απλά απολαυστικό. Οι 550 σελίδες του διαβάζονται γρήγορα και ευχάριστα και παράλληλα με τη γνώση προσφέρουν στον αναγνώστη πολλά χαμόγελα. Η μαγεία της περιπέτειας της γραφής.

Wednesday, May 12, 2010

Julia Navarro – The Brotherhood of the Holy Shroud

 
Αγορά από το Book Depository

Η «Αδελφότητα του Ιερού Σαβάνου» (ή αν προτιμάτε, της Ιεράς Σινδόνης) είναι ένα βιβλίο που πλέκει τον μύθο με την ιστορία, την πραγματικότητα με τη φαντασία, την αλήθεια με το ψέμα. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, που μας ταξιδεύει στο χθες και το σήμερα προσπαθώντας να δώσει απαντήσεις σε παλιά ερωτήματα και να φέρει εκ νέου στο φως θεωρίες συνομωσίας. Εδώ αυτές έχουν να κάνουν με την Ιερά Σινδόνη του Τορίνου, εκείνη πάνω στην οποία απεικονίζεται η μορφή του Ιησού.
Όλα αρχίζουν όταν, εν μέσω ανακαινίσεων, εκδηλώνεται πυρκαγιά στον καθεδρικό ναό της πόλης, εκεί δηλαδή που φιλοξενείται η Σινδόνη. Στην αρχή όλοι πιστεύουν ότι είναι ατύχημα εκτός από τον αρχηγό της αστυνομίας, Μάρκο Βαλόνι, που είναι σίγουρος ότι πρόκειται για μια κακόβουλη ενέργεια. Και όπως θα αποδειχτεί σύντομα έχει δίκιο, καθώς μέσα στα αποκαΐδια θ’ ανακαλυφθεί το πτώμα ενός άντρα δίχως γλώσσα. Ο Βαλόνι και τα μέλη της δίωξης εγκλημάτων τέχνης, δεν είναι η πρώτη φορά που θα αντικρίσουν αυτό το παράδοξο θέαμα. Δύο χρόνια πριν ένας άντρας, ακριβώς όπως και ο νεκρός, συνελήφθηκε στο ναό, σε μια επιχείρηση που θύμιζε πολύ τη σημερινή. Ο Βαλόνι είναι αποφασισμένος να μην αφήσει με τίποτα αυτή την υπόθεση να μπει στο ψυγείο, αφού είναι σίγουρος ότι και άλλες απόπειρες θ’ ακολουθήσουν. Με τους βοηθούς του λοιπόν επιδίδεται σ’ ένα ανθρωποκυνηγητό κατά αγνώστων, που θα τον οδηγήσει (μαζί του και εμάς) ως τα βάθη της ιστορίας. Ως τον καιρό του Χριστού, της πρώτης χριστιανικής κοινότητας στην Έδεσσα, και πρώτης κατόχου της Σινδόνης, στην εποχή των Ναϊτών Ιπποτών και της ιστορίας τους, στα χρόνια ενός παραπαίοντος Βυζαντίου.
Η συγγραφέας πλέκοντας με μαστοριά το μύθο της, μοιάζει να φτιάχνει απ’ την αρχή την ιστορία – ανατρέποντας τις γενικές παραδοχές για την καταγωγή της Σινδόνης, δικαιώνοντας και αποπαίρνοντας επιστήμονες και εκκλησία. Μιλά για εικασίες και θαύματα, για πιστούς χριστιανούς και φανατικούς της πίστης, για την αγάπη και για τα εγκλήματα που έγιναν και γίνονται στο όνομα του Θεού. Αναγκάζει ακόμη κι ένα από τους βασικούς της ήρωες να σκεφτεί ότι: «Αυτό που έκανα είναι σωστό στα μάτια της εκκλησίας. Αλλά στα μάτια του Θεού;»
Πολιτική, οικονομία, μασονία, θρησκευτικά τάγματα και δοξασίες, και οι αναγκαίες αποχρώσεις της ερωτικής επιθυμίας, είναι τα εκρηκτικά υλικά με τα οποία έφτιαξε το μίγμα της. Και δικαιώθηκε. Γραμμένο με κινηματογραφικούς ρυθμούς, δίχως εκπτώσεις στο μύθο και στη γλώσσα, αυτό το βιβλίο είναι ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα. Μη σας αποθαρρύνουν οι πεντακόσιες σελίδες του: καμία λέξη δεν είναι περιττή εδώ. Η Ναβάρρο μοιάζει να κερδίζει τις εντυπώσεις χωρίς καν να το προσπαθεί.

Monday, May 3, 2010

Ian McEwan – On Chesil Beach

 
 Αγορά από το Book Depository

Το μικρό είναι ωραίο. Το μοναδικό βιβλίο του ΜακΓιούαν που διάβασα πριν από αυτό ήταν η φλύαρη «Εξιλέωση», όπου ο συγγραφέας έγραψε μερικές χιλιάδες λέξεις περισσότερες από όσες χρειαζότανε για να πει την ιστορία του. Τι κι αν πούλησε τρελά εκείνο το μυθιστόρημα, τι κι αν πήρε θερμές κριτικές, τι κι αν έγινε ταινία; Για μένα το πιο σημαντικό δεν είναι πόσες λέξεις χρησιμοποιείς για να πεις μια ιστορία, αλλά πώς τις χρησιμοποιείς. Ο Ντοστογιέφσκι έγραφε τούβλα, το ίδιο και ο Τολστόι, κι όμως τα βιβλία τους ποτέ δεν έκαναν κοιλιά, απλά επειδή ήταν μάστορες μοναδικοί. Ο ΜακΓιούαν δεν είναι σαν κι εκείνους αλλά, όπως και να το κάνουμε, είναι ένας καλός συγγραφέας, πράγμα που αποδεικνύει μ’ αυτή τη νουβέλα.
Τα γεγονότα της ιστορίας διαδραματίζονται στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα στην Οξφόρδη και το Λονδίνο. Εκεί γνωρίζονται και ερωτεύονται ένας φοιτητής και επίδοξος συγγραφέας ιστορικών βιβλίων ο Έντουαρντ και μια νεαρή μουσικός η Φλόρενς. Ανάμεσά τους αναπτύσσεται σύντομα ένα έντονο ερωτικό συναίσθημα που θα τους αλλάξει συνταρακτικά τις ζωές, προς το καλύτερο και προς το χειρότερο. Προς το καλύτερο για κείνη, προς το χειρότερο για κείνον.
Όλα αρχίζουν και τελειώνουν με τον έρωτα. Ή μάλλον με την ερωτική επαφή. Αυτή που φοβούνται περισσότερο από καθετί άλλο οι δύο πρωταγωνιστές. Ο Έντουαρντ ποθεί τη Φλόρενς, υποφέρει που δεν μπορεί να κάνει έρωτα μαζί της. Η Φλόρενς δε φαίνεται να νιώθει κανενός είδους ερωτική έλξη, θέλει τον Έντουαρντ μοναχά για σύντροφο, για σύζυγο, τον χρειάζεται σαν κάποιον που πάντα θα τη στηρίζει και θα την αγαπά. Πώς θα μπορούσε να πετύχει ποτέ μια τέτοια σχέση; Τι θυσίες θα απαιτούνταν από τον έναν και από τον άλλο για να βρεθεί η χρυσή τομή; Πώς θα απέφευγαν την ένταση και τον αναπόφευκτο, κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, χωρισμό; Ο ΜακΓιούαν, ταξιδεύοντας μπρος πίσω στο χρόνο, μιλά αναλυτικά αλλά λιτά, για τον ψυχισμό των ηρώων του, μας περιγράφει τους πιο ενδόμυχους φόβους τους, αναδεικνύει τα λάθη και τις εμμονές τους. Και το τέλος αποδεικνύεται η αρχή: η αρχή της πτώσης για τον ένα, για την άνοδο για την άλλη.
Το βιβλίο αυτό αποπνέει μια αθωότητα, αλλά δεν είναι κενό περιεχομένου, μοιάζει νοσταλγικό, αλλά έχει αποχρώσεις απ’ το σήμερα. Μας λέει ότι στον έρωτα δεν υπάρχει καμία σταθερά, ότι αυτός δεν έχει τα πάνω ή τα κάτω του, αλλά και τα δύο, την ίδια ώρα. Γι’ αυτό και είναι ωραίο. Μικρό και ωραίο, όπως ανέφερα και στην αρχή αυτής της παρουσίασης. Επειδή, κάποιες φορές, τα πολλά λόγια είναι όντως φτώχεια.