Οι εκδότες μερικές φορές μοιάζουν να θέλουν να «κάψουν» τα χαρτιά τους, ειδικά αυτοί που εκδίδουν αστυνομική λογοτεχνία. Πάνω που ήμουνα έτοιμος να πω: «Επιτέλους, το καλύτερο μυθιστόρημα του Μάικλ Κόνελι από την εποχή του ‘Ποιητή’», ήρθε ένα κεφάλαιο γεμάτο τεχνικούς όρους σε θέματα που αφορούν το διαδίκτυο και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και μου έκοψε τη φόρα. Ένα κεφάλαιο αχρείαστο, αφού μέχρι εκείνη τη στιγμή το κείμενο κυλούσε με εκρηκτική επιτάχυνση. Με λόγια απλά, σ’ αυτό το εξαιρετικό κατά τα άλλα μυθιστόρημα, ο συγγραφέας έπεσε στην «παγίδα των τετρακόσιων σελίδων», που απαιτούν οι εκδότες. Αν συμβιβάζονταν πού και πού με λιγότερες (που το κάνουν όταν δεν έχουν άλλη επιλογή, όπως στην περίπτωση του μετριότατου Overlook) τα πράγματα δε θα ξέφευγαν. Φυσικά αυτό δε συμβαίνει μόνο στην περίπτωση του Κόνελι, αλλά απλά αυτός είναι ο συγγραφέας που μοιάζει να «υποφέρει» περισσότερο, αφού οι άλλοι δύο αγαπημένοι μου αμερικανοί συγγραφείς θρίλερ, οι Τζέφρι Ντίβερ και Ντέιβιντ Μπαλτάτσι, μοιάζουν ικανοί ν’ αποφεύγουν τον σκόπελο.
Όπως και νάχει, σ’ αυτό το βιβλίο συναντούμε ξανά μετά από πολλά χρόνια, τους πρωταγωνιστές από τον «Ποιητή»: τον δημοσιογράφο Τζακ ΜακΕβόι και την πράκτορα του FBI Ρέιτσελ Γουόλινγκ. Ο ΜακΕβόι, ετοιμάζεται να εγκαταλείψει μια επιτυχημένη καριέρα στους Λος Άντζελες Τάιμς, σαν αστυνομικού ρεπόρτερ, στα πλαίσια των περικοπών που κάνει η εφημερίδα, και ν’ αφοσιωθεί στη συγγραφή ενός μυθιστορήματος που άφησε στη μέση, ενώ η Γουόλινγκ, μετά την υποχρεωτική «εξορία» της σε μια μικρή πόλη των ΗΠΑ, τιμωρία γι’ αυτά που συνέβησαν στην ιστορία του «Ποιητή», μοιάζει να έχει βρει και πάλι τα πατήματά της και να επιστρέφει δυναμικά στο προσκήνιο της πανίσχυρης διωκτικής υπηρεσίας. Ωστόσο, μια νέα υπόθεση θα φέρει και πάλι τους δύο συντρόφους κοντά, ανατρέποντας τα πάντα στις ζωές και τις καριέρες τους.
Ο Κόνελι ξαναφέρνοντας -κατά κάποιο τρόπο- στη ζωή δύο από τους καλύτερα σκιαγραφημένους χαρακτήρες του επιχειρεί, με επιτυχημένο ομολογουμένως τρόπο, να μας μιλήσει για τις νέες μορφές του εγκλήματος, αλλά και για κάποιες παραδοσιακές, όπου όλα είναι στο φως, μα κανείς δεν τα βλέπει. Οι ΜακΕβόι και Γουόλινγκ, που μετά τα πρώτα κεφάλαια, μοιάζουν να έχουν πάρει και πάλι την κάτω βόλτα, είναι ένα συναρπαστικό δίδυμο, που όταν ενώνει τις δυνάμεις του μοιάζει ικανό ν’ αντιμετωπίσει το καθετί. Και είναι φανερό σ’ αυτή την ιστορία ότι μοναχά μαζί θα μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα, καθώς θα έρθουν αντιμέτωποι με ένα ιδιοφυή εγκληματία, που μπορεί με μοναδικό όπλο το πληκτρολόγιο του υπολογιστή του να τους κάνει τη ζωή μαρτύριο, αλλά και με τη βοήθεια ενός ομοϊδεάτη του, να επιτελέσει τα πιο οικτρά εγκλήματα.
Ο αναγνώστης, αν και γνωρίζει από την αρχή ποιος κρύβεται πίσω απ’ όλ’ αυτά, απολαμβάνει, μ’ εξαίρεση το κεφάλαιο της τεχνολογίας που το βιβλίο κάνει κοιλιά, την κάθε στιγμή, παρακολουθώντας αυτό το παιχνίδι της γάτας με τα ποντίκια που παίζει ο κυνηγημένος με τους διώκτες του, αλλά ταυτόχρονα μαθαίνει και κάποια πράγματα για το «μαγικό» κόσμο των μέσων ενημέρωσης στις ΗΠΑ, για τις διαπλοκές στους διαδρόμους της εξουσίας, για το χρήμα που ακυρώνει τα πάντα, πετώντας στα σκουπίδια ανθρώπους που αγωνίστηκαν μια ζωή για να κάνουν τα αφεντικά τους μάγκες, για το «σύστημα υγείας», που αφήνει τους περισσότερους ακάλυπτους. Και για πρώτη φορά εδώ βλέπει τον Κόνελι να κάνει ένα σχόλιο για το Γκουαντάναμο Εξπρές, όπως αποκαλεί τα κινητά κέντρα ανάκρισης του FBI, δίνοντας μια πολιτική χρεία στο κείμενό του.
Η πλοκή εξαιρετική, ο ρυθμός καταιγιστικός, οι χαρακτήρες δουλεμένοι ψιλοβελονιά. Ο συγγραφέας σε μια από τις καλύτερές του στιγμές, οι εκδότες ή αν προτιμάτε οι επιμελητές, σε μια από τις χειρότερες. Όπως και νάχει, αξίζει τον κόπο.
Το νέο μυθιστόρημα του Κόνελι είναι το 9 Dragons, στο οποίο πρωταγωνιστεί ο γνωστός ντετέκτιβ Χάρι Μπος, και κυκλοφόρησε ήδη. Σ’ αυτό τον βλέπουμε να ταξιδεύει μέχρι και το Χονγκ Κονγκ, πολύ μακριά δηλαδή από το αγαπημένο του Λος Άντζελες, του οποίου αποτελεί τον κατ’ εξοχήν συγγραφέα. Παρουσίαση, όχι στο πολύ μακρινό μέλλον.
No comments:
Post a Comment