Tuesday, June 29, 2010

Haruki Murakami – Dance Dance Dance

 
Αγορά από το Book Depository

Δεν μπορώ να πω ότι αυτό είναι ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία του Χαρούκι Μουρακάμι (αν και δεν τα διάβασα ακόμη όλα), ωστόσο το απόλαυσα. Το πιο δυνατό σημείο του δε θα έλεγα ότι είναι ο μύθος, αλλά η πρόζα. Με οδηγό τις λέξεις ο καλός γιαπωνέζος συγγραφέας μας ταξιδεύει για μια ακόμη φορά στα μονοπάτια του πραγματικού και του φανταστικού, τα οποία πού και πού όχι μόνο συναντιόνται, αλλά γίνονται ένα και το αυτό.
Όλα αρχίζουν με την επίσκεψη ενός ζευγαριού σ’ ένα παράξενο ξενοδοχείο στο Σαπόρο, το οποίο μοιάζει έρημο. Σε ολόκληρο το χώρο δε μοιάζει να υπάρχει άλλος κανείς παρά αυτούς τους δύο, τους ψίθυρους και κάποια φαντάσματα. Εκείνος είναι ένας «ελεύθερος» συγγραφέας, που καταπιάνεται με τα πάντα: γράφει από διαφημιστικά φυλλάδια, μέχρι άρθρα για τη γαστρονομία, παίρνει συνεντεύξεις από σταρ κοκ. Εκείνη; Κανείς δεν ξέρει στ’ αλήθεια τι κάνει εκείνη. Το μόνο που μαθαίνουμε είναι ότι το όνομά της είναι Κική και πως σύντομα θα χαθεί από προσώπου γης, κάτι που θα κοστίσει πολύ στον πρωτοπρόσωπο αφηγητή.
Ο ήρωας θα πέσει σιγά-σιγά στο λάκκο με τα προσωπικά του φίδια. Η εικόνα της γυναίκας θα στοιχειώνει τη ζωή και τα όνειρά του, δε θα τον αφήνει στιγμή να ησυχάσει, θα τον οδηγεί απ’ το ένα αδιέξοδο στο επόμενο. Κάποια στιγμή, κι αφού νιώθει ότι δεν πάει άλλο, αποφασίζει να επιστρέψει στο «χώρο του εγκλήματος». Ωστόσο εκεί τον περιμένει μια μεγάλη έκπληξη: τη θέση του μικρού, παρακμιακού ξενοδοχείου Ντόλφιν, έχει πάρει μια μοντέρνα κατασκευή που με το ίδιο όνομα εξυπηρετεί την εκλεκτή πελατεία της. Στην αρχή δεν μπορεί να πιστέψει στα μάτια του, αλλά αντιλαμβάνεται ότι από τη στιγμή που έχει ήδη κλείσει δωμάτιο εκεί, δεν μπορεί να κάνει πίσω. Μπαίνει λοιπόν μέσα κι από εκείνη τη στιγμή αρχίζει το παιχνίδι των μεταφυσικών και μη συμπτώσεων. Γνωρίζει μία υπάλληλο, που κρύβει ένα τρομακτικό μυστικό κι ένα δεκατριάχρονο κορίτσι, που μπορεί να διαισθανθεί τα πιο παράξενα πράγματα, ενώ κάποια βραδιά συναντά και τον Άνθρωπο Πρόβατο, που μοιάζει να ζει παντού και πουθενά, ορατός μονάχα από εκείνους που θέλει να τον δουν. Τα μυστικά που αρχίζουν σιγά-σιγά να βγαίνουν στο φως αποκαλύπτουν της ζωής του τις άγνωστες αλήθειες. Του λένε ότι όλα αρχίζουν και τελειώνουν εκεί, σ’ εκείνο το ξενοδοχείο, όπου έχασε την Κική, που γνώρισε την όμορφη Γιουμιγιόσι και την παράξενη έφηβη Γιούκι. Όταν τελικά θα φύγει, η τύχη θα τα φέρει έτσι ώστε να ταξιδέψει με την τελευταία και σε χρόνο μηδέν να γίνουν φίλοι. Εκείνος μοιάζει να είναι ο μοναδικός άνθρωπος που εμπιστεύεται η μικρή, περισσότερο κι από τη φευγάτη φωτογράφο μάνα της και τον πλούσιο συγγραφέα πατέρα της. Η επιστροφή του στο Τόκυο, η επανασύνδεσή του μ’ ένα παλιό φίλο και ένα ταξίδι στη Χαβάη που θα ακολουθήσει όχι και πολύ μετά, θα τον οδηγήσουν σιγά-σιγά, με τη βοήθεια και της Γιούκι, στη λύση του μυστηρίου της εξαφάνισης της Κική. Στο μεταξύ θα συμβούν και άλλα πολλά, μικρότερης ή μεγαλύτερης σημασίας γεγονότα, που θα του αλλάξουν τη ζωή και την οπτική για πάντα.
Βασικά εδώ έχουμε ένα καλογραμμένο βιβλίο, που ως συνήθως ξεχειλίζει από μουσική, στο γνωστό ύφος του Μουρακάμι, το οποίο ωστόσο δε φτάνει στο ύψος του Kafka on the shore (αν και κάπου γίνεται αναφορά στον αγαπημένο του συγγραφέα). Οι πιστοί φίλοι του διάσημου γιαπωνέζου δε θα απογοητευτούν. Κάποιοι άλλοι ίσως και να το κάνουν. Είναι θέμα γούστου και ισορροπίας.

Tuesday, June 22, 2010

Kathy Reichs – Devil Bones

 
 Αγορά από το Book Depository

Για να πω το κρίμα μου την Κάθι Ράις κάπου άρχισα να τη βαριέμαι και ας διάβασα μόλις τρία από τα βιβλία της. Το πρόβλημα δεν είναι τα βιβλία αυτά καθαυτά, αλλά το ότι μοιάζει να ασχολείται ξανά και ξανά με τα ίδια θέματα, αλλάζοντας απλά τόπους και θύματα. Φυσικά ακολουθεί με περισσή μαεστρία τις κλασικές συνταγές της αστυνομικής λογοτεχνίας, αλλά μερικές φορές αυτό απλά δεν είναι αρκετό. Για να το θέσω απλά φαίνεται να έχει πέσει κι αυτή στην παγίδα της… κοιλιάς, όπως και κάποιοι άλλοι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας: τον Τζέφρι Ντίβερ και τον Μάικλ Κόνελι. Ο μόνος που φαίνεται προς το παρόν να την αποφεύγει είναι ο Ντέιβιντ Μπαλτάτσι, που μόλις έχει κυκλοφορήσει το νέο του βιβλίο, το οποίο εύχομαι να μη με απογοητεύσει.
Στον ανά χείρας τόμο τώρα. Η ανθρωπολόγος Τεμπ Μπρέναν καλείται κι αυτή τη φορά στο χώρο ενός εγκλήματος για να δώσει τα φώτα της. Σ’ ένα σκοτεινό υπόγειο στην πόλη Σαρλότ, κάποιος ανακαλύπτει ένα ανθρώπινο κρανίο, από το οποίο λείπει η κάτω σιαγόνα. Καταπολεμώντας τα αισθήματα κλειστοφοβίας που νιώθει η καλή επιστήμονας κατεβαίνει εκεί κάτω για ν’ ανακαλύψει με κάποια έκπληξη ότι ο χώρος κάποτε, ίσως όχι και στο πολύ μακρινό παρελθόν, χρησιμοποιείτο για την πραγματοποίηση τελετών μαύρης μαγείας. Η δουλειά της τώρα είναι να αναγνωρίσει σε ποιον ανήκε η νεκροκεφαλή αλλά και, αν το μπορεί, να προσδιορίσει το χρόνο θανάτου. Ως συνήθως συνεργάζεται στενά μ’ ένα ιδιόρρυθμο και μονόχνοτο ντετέκτιβ Σλαϊτέλ, ο οποίος εξετάζει τα τεκμήρια για το έγκλημα.
Χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουν οι δυο τους θα βρεθούν στο κέντρο ενός κυκλώνα, ο οποίος θα δημιουργηθεί κατά κύριο λόγο από ένα πολιτικάντη, υπερασπιστή δήθεν των ανθρώπινων αξιών, αλλά και φανατικό οπαδό της αντιδικίας για σκοπούς εκδίκησης. Σιγά-σιγά τα πτώματα θ’ αρχίσουν να μαζεύονται στο νεκροτομείο, ενώ όλες οι έρευνες θα οδηγούνται από το ένα αδιέξοδο στο άλλο. Μάγοι, απατεώνες, κλέφτες, κήρυκες και δημοσιογράφοι ανακατεύουν όλο και περισσότερο την τράπουλα, μα ο τζόκερ δεν είναι πουθενά.
Καθώς συμβαίνουν όλ’ αυτά εξακολουθούμε να ρίχνουμε και κλεφτές ματιές στην προσωπική ζωή της Τεμπ: τις προσπάθειες να συνδεθεί όσο περισσότερο μπορεί με την κόρη της, τις αναμνήσεις απ’ τον τελευταίο μεγάλο της έρωτα, ο οποίος την έχει χαράξει, και τις ελπίδες για μια νέα αρχή μ’ ένα άντρα από το παρελθόν, που έμεινε χήρος μετά από τις επιθέσεις στους δίδυμους πύργους.
Η συγγραφέας προσπαθεί να δείξει ότι η Τεμπ είναι ατρόμητη και φοβισμένη την ίδια ώρα και κάπου έκει χαλάει το γλυκό. Κατεβαίνει σε τάφους, μελετά πτώματα, συχνά-πυκνά βρίσκεται στη μέση πραγματικών διασταυρούμενων πυρών και δεν τρομάζει, αλλά τα συναισθήματα της κόβουν την ανάσα, τη βγάζουν έξω απ’ τα νερά της. Σαν επιστήμονας είναι απόλυτα ισορροπημένη, μπορεί να καταλάβει και να εξηγήσει τα πάντα, αλλά σαν απλός άνθρωπος, είναι γεμάτη ανασφάλειες κι αδυναμίες. Δυστυχώς για τη συγγραφέα, οι ερμηνείες που δίνει δεν είναι πειστικές. Σε αντίθεση με την Πατρίσια Κόρνγουελ, που την ιατροδικαστή Σκαρπέτα της την έχει αναλύσει τόσο πολύ και τόσο πειστικά, που κάθε φορά που διαβάζουμε ένα βιβλίο της, νιώθουμε ότι την ξέρουμε από πάντα, σα μια παλιά καλή φίλη.
Παρόλα αυτά όμως, το βιβλίο διαβάζεται γρήγορα και ευχάριστα. Αν πέσει στα χέρια σας θα το απολαύσετε, αλλά δε θα σας παρότρυνα να τρέξετε να το αγοράσατε κιόλας.

Wednesday, June 16, 2010

Stephenie Meyer – The Short Second Life of Bree Tanner


Αγορά από το Book Depository

Να το πω; Θα το πω: Αυτό πρέπει να είναι το πρώτο βιβλίο που διάβασα εδώ και χρόνια, που δεν έχει λόγο ύπαρξης. Τουλάχιστον για μένα προσωπικά. Ίσως να έχει για τους φίλους της τετραλογίας της συγγραφέως, αλλά για κάποιον άσχετο με το θέμα -η παρακολούθηση των ταινιών δε μετρά- η ανάγνωσή του θα ήταν απλά χάσιμο χρόνου και ξόδεμα χρημάτων. Ευτυχώς που δεν το αγόρασα δηλαδή, μια και μέχρι τις 7 Ιουλίου διατίθεται δωρεάν εδώ. Ωστόσο ήταν πάρα πολλοί εκείνοι που έσπευσαν να το προμηθευτούν με αποτέλεσμα να ανέβει αμέσως στην κορυφή της λίστας με τα μπεστ σέλερ στις ΗΠΑ.
Για τι μας μιλά αυτή η νουβέλα; Για τον έρωτα και την άγνοια. Για τον έρωτα που ανάβει στο πιτς-φιτίλι ανάμεσα σε μια νέα βαμπίρα, τριών μόλις μηνών, κι ένα πιο έμπειρο βρικόλακα, έντεκα μηνών. Η Μπρι και ο Ντιέγο, αν και ήξεραν εδώ και καιρό ο ένας το πρόσωπο του άλλου, έρχονται για πρώτη φορά σε ουσιαστική επαφή όταν βγαίνουν μαζί για κυνήγι: δηλαδή για να χορτάσουν τη δίψα τους για ανθρώπινο αίμα. Ο Ντιέγο, ο έμπειρος, καθοδηγεί τη μικρή στο κάθε της βήμα, καθαρίζει τις βρωμιές που αφήνουν πίσω τους οι άλλοι, ανεύθυνοι βρικόλακες, και όταν τα φέρνει έτσι η τύχη ώστε να μην μπορούν να επιστρέψουν στο καταφύγιό τους προτού φτάσει η μέρα, την οδηγεί σε μια θαλάσσια σπηλιά, όπου της αποκαλύπτει σιγά-σιγά το μεγάλο μυστικό: Ναι, οι βρικόλακες μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα και στο φως της μέρας, το μόνο που το σώμα τους όταν εκτίθεται στον ήλιο τείνει να φωσφορίζει. Η Μπρι ενθουσιάζεται μ’ αυτά που μαθαίνει και προτού περάσουν μερικές σελίδες αρχίζει να νιώθει τον έρωτα να σαλεύει μέσα της. Τα πράγματα ωστόσο δε θα εξελιχθούν όπως τα περιμένει.
Η αλήθεια είναι ότι η ιστορία περιέχει και μια δόση από μυστήριο -η άγνοια που λέγαμε πιο πάνω- αφού όλοι αναρωτιούνται ποια είναι αυτή η γυναίκα που αποκαλούν Δημιουργό, στο όνομά της οποίας φαίνονται να λειτουργούν, και που η αόρατή της παρουσία μοιάζει να είναι καταλυτική. Γιατί δεν τους συναντά; Γιατί τους τρομάζουν τόσο οι ιστορίες που ακούνε γι’ αυτή από τον εκπαιδευτή τους, τον Ράιλι; Τι μυστικά τους κρύβουν;
Όπως θα ανέμενε κανείς η κορύφωση, της ουσιαστικά ανύπαρκτης αυτής περιπέτειας, φτάνει στο τέλος του βιβλίου, σε μια μάχη την οποία η Μπρι… δε βλέπει. Κι αυτή η μάχη είναι ακριβώς που θα βάλει τέλος στη σύντομη δεύτερη ζωή της και θ’ ανοίξει τα μάτια της στην πιθανότητα μιας εναλλακτικής τρίτης.
Βασικά εδώ έχουμε την απόλυτη αμερικανιά: αφού πουλάει τόσο η κυρία Μέγιερ, και προς το παρόν δηλώνει ότι δε θα γράψει άλλο μυθιστόρημα με τους προσφιλείς βρικόλακές της, γιατί να μην αρχίσουμε να γυροφέρνουμε τον κεντρικό μύθο, εξετάζοντας τα πιθανά παρακλάδια του; Κι αυτό ακριβώς κάνουν η συγγραφέας, παρέα με τους εκδότες της. Και το χρήμα ρέει και πάλι άφθονο στα ταμεία, αφού οι φανατικοί αναγνώστες των άλλων βιβλίων δε θα ήθελαν να απουσιάζει κάποιος τόμος από τη συλλογή τους. Όπως διαβάζουμε ίσως να υπάρξει και συνέχεια με άλλες μικρές νουβέλες. Όσοι πιστοί λοιπόν προσέλθετε, οι υπόλοιποι απλά γυρίστε τους την πλάτη. Ακόμη και οι συνήθως εγκρατείς -και πολύ έγκριτοι σε σχέση με τους έλληνες- βρετανοί κριτικοί μιλάνε για την «απάτη της χρονιάς».

Monday, June 7, 2010

Ian Rankin – The Hanging Garden

 
Αγορά από το Book Depository

Πάνε μήνες από την τελευταία φορά που διάβασα ένα αστυνομικό μυθιστόρημα – πράγμα παράξενο, αφού τα απολαμβάνω όσο άλλο τίποτα. Ο Ίαν Ράνκιν είναι ένας από τους αγαπημένους μου συγγραφείς του είδους και ο ήρωάς του Ρέμπους ή Ρίμπους, που πρόσφατα αφυπηρέτησε, ένας από εκείνους τους ντετέκτιβ που γίνονται «κλασικοί», για τον απλό λόγο ότι είναι αντισυμβατικοί.
Στον «Κήπο του κρεμασμένου» (έτσι μεταφράστηκε στα ελληνικά; Δεν ξέρω) ο συγγραφέας μοιάζει να καταπιάνεται με πολλά θέματα ταυτόχρονα: με το εμπόριο ναρκωτικών και το λαθρεμπόριο σωμάτων, με τον τζόγο, με τα εγκλήματα των ναζί και το οργανωμένο έγκλημα στη Σκωτία. Με βάση πάντα το αγαπημένο του Εδιμβούργο, ο Ρέμπους προσπαθεί να βρει τις λύσεις σε πολλούς γρίφους που ήρθαν να τον βρουν ταυτόχρονα: α) είναι ο συμπαθής καθηγητής Λιντζ εγκληματίας πολέμου; β) τι δουλειές έχουν στη Σκωτία η Γιακούζα κι ένας τσετσένος μαφιόζος; γ) ποιος προσπάθησε να σκοτώσει την κόρη του, κτυπώντας την μ’ ένα αυτοκίνητο και γιατί; δ) τι προσπαθούν να καλύψουν οι προϊστάμενοί του που πηγαινοέρχονται στο Λονδίνο; και, ε) θα τα καταφέρει να τα βγάλει πέρα με όλ’ αυτά τα προβλήματα χωρίς να επιστρέψει στη γλυκιά συνήθεια της μέθης;
Ο Ράνκιν μας παρουσιάζει τον Ρέμπους εδώ, ως συνήθως σκληρό, αλύγιστο και πεισματάρη, αλλά και σα μια τσακισμένη ύπαρξη την ίδια ώρα. Καθώς η κόρη του χαροπαλεύει, εκείνος προσπαθεί να κάνει μια αναδρομή στη ζωή και τα λάθη του, να αντιληφθεί τι οδήγησε τα πράγματα μέχρι εκεί. Μοιάζει να βροντάει και να παραπαίει, ανάμεσα σε εγκληματίες κι αστυνόμους, δίκαιους και άδικους. Και για μια ακόμη φορά, αν και υπόσχεται στον εαυτό του ν’ αλλάξει, δεν μπορεί να το κάνει. Παραδέχεται ότι έφταιξε σε πολλά, αλλά δεν μπορεί παρά να είναι αυτός που είναι: ένας αμείλικτος κυνηγός του εγκλήματος σε κάθε μορφή, κι ένας μοναχικός γερόλυκος, που μοιάζει να προσπαθεί απεγνωσμένα να διατηρήσει μια ισορροπία στη ζωή του. Μια ισορροπία χωρίς το αγαπημένο του αλκοόλ.
Ο μύθος είναι περίτεχνα μπλεγμένος, γεμάτος αποκαλύψεις και ανατροπές, παγίδες και αποδράσεις, πτώσεις και συνειδητοποιήσεις. Παρά την άφθονη δράση που προσφέρει, αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να διαβαστεί και σαν ένα ψυχολογικό θρίλερ, καθώς στον ίδιο βαθμό που παρακολουθούμε τις δράσεις του Ρέμπους, παρατηρούμε και τις ψυχικές του διακυμάνσεις. Το μέσα του μοιάζει σα μια τεντωμένη χορδή, που κινδυνεύει από στιγμή σε στιγμή να σπάσει, σκοτώνοντας τον ίδιο, αλλά αφήνοντας πίσω της κι αθώα θύματα. Η αλήθεια και το ψέμα εδώ είναι δυσδιάκριτα. Το μόνο πράγμα για το οποίο μπορεί να είναι σίγουρος ο αναγνώστης είναι ότι για τίποτα δεν μπορεί να είναι σίγουρος. Οι κακοποιοί είναι έξυπνοι και αδίστακτοι, οι αστυνομικοί αποφασισμένοι, αλλά όχι και τόσο ατσίδες. Τη λύση τελικά δε θα τη δώσει ένα άτομο, αλλά ένα παζλ. Ένα παζλ που κομμάτι το κομμάτι θα πάρει σχήμα και μορφή, κι από το οποίο θα προβάλει μια εικόνα ξεκάθαρη, αλλά και πάλι αινιγματική, αφού μέχρι και το τέλος κάποια ερωτήματα θα παραμείνουν αναπάντητα.
Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα από έναν αριστοτέχνη συγγραφέα.