Saturday, January 31, 2009

Elizabeth Kostova – The Historian

 
Αγορά από το Book Depository

Η αλήθεια είναι ότι το The Historian της Elizabeth Kostova, το πήρα στα χέρια μου με επιφύλαξη. Βασικά, αν δεν το έβρισκα σ’ ένα βιβλιοπωλείο μεταχειρισμένων, εδώ στην Τσιανγκ Μάι, σε πολύ χαμηλή τιμή, δεν θα το έπαιρνα καθόλου. Κι αυτό επειδή, από ιδιοτροπία ίσως, ποτέ δεν περιμένω κάποιο απ’ τα μπεστ σέλερ βιβλία της αλλοδαπής, να δικαιώσουν τις προσδοκίες που δημιουργούν. Το παρόν, ευτυχώς, με έβγαλε ψεύτη.
Ο «Ιστορικός» είναι ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα-ποταμός εφτακοσίων σελίδων κι ένα εξαιρετικά απολαυστικό ανάγνωσμα. Η Κόστοβα με αφετηρία τον πασίγνωστο μύθο του Κόμη Δράκουλα, μας καλεί σ’ ένα συναρπαστικό ταξίδι στο χώρο και το χρόνο, όπου τα κυρίαρχα στοιχεία είναι οι συμπτώσεις και οι ανατροπές. Χρησιμοποιώντας προφανώς μια πληθώρα πηγών, κτίζει ένα στέρεο κατασκεύασμα, όπου το νήμα της αφήγησης μοιράζονται στο πέρασμα του χρόνου διάφορα άτομα, που σχετίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μεταξύ τους.
Όλα αρχίζουν με την ανακάλυψη ενός μυστηριώδους βιβλίου από έναν φοιτητή στον Οξφόρδη, που έχει όλες τις σελίδες κενές με εξαίρεση τις κεντρικές, όπου δεσπόζει η εικόνα ενός δράκου. Ο έκπληκτος φοιτητής, ο Πολ, δείχνει το βιβλίο στον καθηγητή και μέντορά του Μπαρτολομίου Ρόσσι, ο οποίος σχεδόν αμέσως μετά μυστηριωδώς εξαφανίζεται. Ο πρώτος μελετώντας τα χαρτιά του τελευταίου, αλλά και τα γεγονότα, φτάνει στο φοβερό συμπέρασμα ότι πίσω από το μυστήριο κρύβεται ένας βρικόλακας – ίσως ακόμη κι ο Κόμης Δράκουλας ο ίδιος. Και τότε αρχίζει ένα ταξίδι που θα τον οδηγήσει αρχικά στην Κωνσταντινούπολη, κι από κει στη Ρουμάνια και τη Βουλγαρία, έχοντας στο πλευρό του μια γυναίκα που εμφανίστηκε από το πουθενά, τη Χέλεν, που υποστηρίζει ότι είναι κόρη του αγνοούμενου καθηγητή. Οι δυο τους συντροφιά θ’ αρχίσουν να ζουν μια συναρπαστική περιπέτεια και στιγμές απόλυτου τρόμου, καθώς σιγά-σιγά όλες οι υποψίες τους κι οι «ανυπόστατοι» φόβοι τους, θα πάρουν να βγαίνουν αληθινοί.
Αλλά το παρόν δεν είναι μόνο ένα μυθιστόρημα φαντασίας, αλλά κι ένα βιβλίο που μιλά για τους πολιτισμούς των χωρών της Βαλκανικής, για το Βυζάντιο, για τους πολέμους του παρελθόντος και την οθωμανική αυτοκρατορία για το σιδηρούν παραπέτασμα και τις κοινές παραδόσεις. Διατρέχοντάς το κανείς συναντά λέξεις, ποτά, συνταγές και πεποιθήσεις από την Ελλάδα, την Τουρκία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, αλλά κι από τη Γαλλία, και από μια χούφτα άλλες χώρες και γλώσσες.
Για μένα η μοναδική αδυναμία του είναι όταν στη διάρκεια της δεύτερης συνάντησης του Κόμη με τη Χέλεν, την εγκαταλείπει για νεκρή. Εκεί ακριβώς αναρωτιέται κανείς κατά πόσο, κάποιος που μπόρεσε να επιβιώσει ανά του αιώνες, που ξέρει όλα τα κατατόπια και προηγείται πάντα των αντιπάλων του, που στέλνει τους «υπηκόους» του παντού δίχως πρόβλημα, θα μπορούσε να κάνει τέτοιο λάθος. Κι εκεί ακριβώς είναι πιστεύω που έβαλαν το χεράκι τους οι εκδότες, αφού δεν επιτρέπεται σε μια τέτοια «υπερπαραγωγή» να δίνεται ένα δυστυχισμένο τέλος. Όπως και νάχει, το βιβλίο αυτό μοιάζει σαν ένας αγώνας δρόμου στις χώρες και τη γνώση και σαν τέτοιο αξίζει να διαβαστεί.

Tuesday, January 27, 2009

Banana Yoshimoto – Lizard


Αγορά από το Book Depository

Η Μπανάνα Γιοσιμότο είναι μια απ’ τις πολλές γιαπωνέζες συγγραφείς που είχαν την τύχη να δουν τη δουλειά τους μεταφρασμένη σε διάφορες χώρες του εξωτερικού, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Η Μπανάνα Γιοσιμότο είναι μια συγγραφέας που αν έγραφε στα ελληνικά, δεν θα έβρισκε καθόλου εύκολα εκδότη, εκτός κι αν είχε φυσικά τις αναγκαίες γνωριμίες. Και γιατί αυτό; Απλά επειδή γράφει μικρές ιστορίες, επειδή το μακροσκελές μυθιστόρημα αποτελεί κάτι άγνωστο γι’ αυτήν. Αλλά και γιατί το γράψιμό της είναι πολύ απλό, καθόλου επιτηδευμένο. Μπορεί στα κείμενά της, αν το ψάξει κανείς το θέμα, να βρει ένα σωρό ατάκες, αλλά πουθενά δεν θα συναντήσει τη σπουδή. Ακόμη κι εκεί που αναμιγνύει το πραγματικό με το φανταστικό, το κάνει με τόσο απλό τρόπο, που μοιάζει φυσικός. Λες και τα φαντάσματα απλά είναι όλη την ώρα εκεί, τα βλέπουμε καθημερινά και συνομιλούμε μαζί τους. Η λιτότητα, η ελλειπτικότητα, είναι πλούτος, μοιάζει να είναι το μήνυμα που μας έρχεται από την Άπω Ανατολή.
Ο ανά χείρας τόμος φιλοξενεί έξη διηγήματα που κινούνται ανάμεσα στο ρεαλισμό και τη φαντασία, αλλά που έχουν ωστόσο ένα κοινό άξονα: την ελπίδα.
Το Newlywed είναι η ιστορία ενός άντρα, που καθώς επιστρέφει στο σπίτι του, μετά από μια νύχτα διασκέδασης αποφασίζει, έτσι στα ξαφνικά, να μην σταματήσει στο σταθμό του, αλλά να παραμείνει στο τρένο, αφού δεν θέλει να επιστρέψει στη γυναίκα του και την καθημερινή τους ζωή. Από εκείνον ακριβώς, όμως, το σταθμό επιβιβάζεται στο βαγόνι του ένα βρώμικος γέρο αλήτης, ο οποίος πηγαίνει και κάθεται δίπλα του. Όλοι οι υπόλοιποι επιβάτες αλλάζουν βαγόνι αφού δεν μπορούν ν’ αντέξουν τη μυρωδιά του, αλλά εκείνος παραμένει εκεί. Ο φαινομενικά εκείνος παρείσακτος προσπαθεί να τον πιάσει στην κουβέντα, αλλά δεν του απαντά, μέχρι που μεταμορφώνεται, σαν από θαύμα, σε μια ξένη όμορφη γυναίκα, που κάθεται μαζί του και συζητά αυτά που τον απασχολούν, προσφέροντάς του μ’ αυτό τον τρόπο κάποιου είδους λύτρωση.
Το Lizard μιλά για μια γυναίκα που «έμοιαζε σαν φιγούρα από πίνακα του Νταλί,» που από τη στιγμή που είδε ο αφηγητής το τατουάζ με τη Σαύρα στο μηρό της, το ήξερε, όπως μας λέει, ότι έπρεπε να είναι μαζί της. «Φαίνονταν ν’ ανήκει σ’ ένα διαφορετικό είδος ανθρώπου – που ζει μόνιμα στο σκοτάδι.» «Είναι καλή στο να νιώθει από που πηγάζουν οι ασθένειες των ανθρώπων.» «Θέλει να χρησιμοποιήσει το χάρισμα της για να βοηθήσει τους άλλους.» «Εύχομαι να υπήρχε μια ανώτερη δύναμη,» λέει η ίδια, «αλλά δεν υπάρχει, έτσι πρέπει να τα κάνουμε όλα μόνοι μας.» Κι όταν πεθάνει «θέλει να πάει στην κόλαση, επειδή εκεί θα υπάρχουν περισσότεροι για να γιατρέψει.» Η περίληψη, δίχως καμία παρεμβολή, από τον υπογράφοντα.
Σειρά παίρνει το Helix η ιστορία ενός συγγραφέα και της συντρόφου του, που τον καλεί να τη συναντήσει στις εννέα το βράδυ, σε μια καφετέρια που κλείνει στις οκτώ. Εκείνος νομίζει ότι του κάνει πλάκα και προσπαθεί ανεπιτυχώς να επικοινωνήσει μαζί της. Στο τέλος, κι αφού δεν έχει άλλη επιλογή, πηγαίνει στο καθορισμένο σημείο της συνάντησης. Κι εκείνη είναι εκεί – μόνη, μέσα σ’ ένα μαγαζί κλειστό. Αφού τον σερβίρει μια μπύρα, του λέει ότι θα συνοδεύσει μια φίλη της, σ’ ένα πρόγραμμα «αποφόρτισης» από τις περιττές αναμνήσεις, που σε βοηθά να ξεκινήσεις απ’ την αρχή ξανά. Συζητάνε πολύ γι’ αυτό το θέμα καθώς εκείνος προσπαθεί να την πείσει ότι καμιά ανάμνηση δεν είναι περιττή. Εξάλλου, επιμένει, τι θα γίνει αν μαζί με τις κακές αναμνήσεις σβήσει και τις καλές; Εκείνη, είναι αποφασισμένη, και του λέει ότι αυτό είναι αδύνατον να συμβεί. Καθώς φεύγουν από εκεί ακούν μια εκκωφαντική έκρηξη και βλέπουν ένα κτήριο να τινάζεται σχεδόν στον αέρα. Μπροστά στο παράλογο σκηνικό, ο άντρας αφηγητής αρχίζει ν’ αναλογίζεται τη σχέση τους και όλα αυτά που τους κρατάνε μαζί, που τους δένουν δίχως να τους πνίγουν, τις όμορφες κοινές τους αναμνήσεις. Κι εκείνη, σηκώνοντας το βλέμμα του λέει: «Αυτό ήταν πολύ όμορφο. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ.» Έτσι απλά.
Το Dreaming of Kimchee είναι μια ιστορία λαθών και ενοχών. Ένας άντρας χωρίζει από τη γυναίκα του για να παντρευτεί την ερωμένη. Και τους δύο, αλλά περισσότερο τη γυναίκα, την ταλανίζουν οι ενοχές γι’ αυτό που έγινε, για το κακό που προκάλεσε, και όσο περνά ο καιρός τόσο πιο ανασφαλής νιώθει για το γάμο της, αφού η πρώην την προειδοποίησε ότι ο άντρας δεν θ’ αλλάξει ποτέ, ότι πάντα θα κυνηγά άλλες γυναίκες. Μια γλυκόπικρη ιστορία που τελειώνει με ένα κοινό για το ζευγάρι όνειρο (του ύπνου) και το κεράκι της ελπίδας να σιγοκαίει.
Ένα κορίτσι μεγαλώνει στη φύση, ανάμεσα στα μέλη μιας σέκτας, στην οποία προσηλυτίστηκαν οι γονείς της όταν ήταν μικρή. Όταν φτάνει στα δεκαοκτώ της, όμως, νιώθει να πνίγεται στα περιορισμένα όρια της μικρής εκείνης κοινωνίας και φεύγει για την πόλη. Το τι θα δει και πώς θα ζήσει εκεί το μαθαίνουμε μέσα από την ιστορία Blood and Water, που μας μιλά για τους τρόπους που τα αντίθετα πολλές φορές έλκονται, για τους τρόπους που βρίσκει η ζωή να μας δείχνει το δρόμο, που πρέπει ν’ ακολουθήσουμε.
Η συλλογή κλείνει με το A Strange Tale from Down by the River. Και είναι όντως μια παράξενη ιστορία αυτή καθώς μας μιλά για μυστικά και ψέματα, για κόσμους που άλλοτε μας γέμιζαν, αλλά τώρα μας απωθούν, για το πως μπορούμε να βρούμε στο απλό και καθημερινό εκείνο που ψάχναμε στο πολύπλοκο και ψυχοφθόρο. Μια ιστορία για τα κρυμμένα μυστικά που κάποτε βγαίνουν στο φως, άλλοτε για να μας στοιχειώσουν, κι άλλοτε για να μας προσφέρουν τη λύτρωση. Ο κύριος χαρακτήρας είναι μια νέα γυναίκα, που για μια περίοδο της ζωής της ήταν εθισμένη... στο σεξ. Απλά της άρεσε να κάνει σεξ συνέχεια και κατ’ επανάληψη. Με άντρες, με γυναίκες, με πολλαπλούς συντρόφους και τα λοιπά. Μέχρι που κάποια στιγμή αρρωσταίνει κι αποφασίζει ν’ αλλάξει ζωή. Έτσι, σβήνει με μια μονοκοντυλιά το παρελθόν και βάζει πλώρη για το μέλλον. Εκείνο το μέλλον, όπου της έχει ταμένο η μοίρα να γνωρίσει ένα πολύ καλό άντρα, και να μάθει ένα φοβερό μυστικό. Κάποτε, όμως, το παρελθόν και το παρόν της θα συναντηθούν κι αυτό θα απειλήσει τις νέες ισορροπίες. Ποιο να είναι, άραγε, το νήμα, που δένει τα δύο άκρα; Ποιο είναι εκείνο το σημείο όπου συναντιούνται και χωρίζουν; Η συγγραφέας μ’ αυτή την ιστορία μοιάζει να μας κλείνει το μάτι και να λέει: «Κάποια μυστικά είναι καλύτερα να μην μένουνε κρυμμένα.» Σαν ποτάμι ρέει η αφήγηση σ’ αυτές τις ιστορίες, που μιλάνε για τους ανθρώπους και τις ψυχές, για τις δυνάμεις και τις αδυναμίες τους. Που μας θυμίζουν απλά, ότι είμαστε άνθρωποι.

Thursday, January 22, 2009

Ami Sakurai – Innocent World


Αγορά από το Book Depository

Η αλήθεια είναι ότι την Ami Sakurai δεν τη γνώριζα. Απλά ανακάλυψα αυτή τη νουβέλα, το Innocent World, σ’ ένα βιβλιοπωλείο εδώ στην Τσιανγκ Μάι, διάβασα την περίληψη από πίσω, είδα ότι σαν γιαπωνέζα στο συγκεκριμένο θέμα θα χτυπούσε τα ρέστα της, κι έτσι την πήρα. Και δεν απογοητεύτηκα. Ο Αθώος Κόσμος κάθε άλλο παρά αθώος είναι καθώς μιλά για αιμομιξία, για εφηβική πορνεία, για τη μανιακή με την κατανάλωση γιαπωνέζικη κοινωνία και για τις διαλυμένες οικογένειες.
Ο κόσμος που περιγράφει η Σακουράι είναι ένας κόσμος κυνικός και μηδενιστικός, τέτοιος που αργά ή γρήγορα σε οδηγεί στην αυτοκαταστροφή.
Την ιστορία αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο η... Ami, μια δεκαεφτάχρονη μαθήτρια, μέλος μιας δυσλειτουργικής οικογένειας. Ο αδελφός της γεννήθηκε με διανοητικά προβλήματα και μ’ αυτόν είναι που η κοπέλα θα έχει την πρώτη της σεξουαλική εμπειρία. Θ’ ακολουθήσουν και άλλες συναντήσεις, όλες στο δωμάτιο του αγοριού, μέχρι που οι γονείς τους θ’ αρχίσουν να ψυλλιάζονται κάτι και θα τον ξαποστείλουν σε κάτι συγγενείς στη Γιοκοχάμα. Η κοπέλα, νιώθοντας ένα τεράστιο κενό από την απουσία του αδελφού της, θ’ αρχίσει να γίνεται όλο και πιο αντικοινωνική. Μέχρι που με ένα συμμαθητή της θα συλλάβουν ένα σχέδιο που θα τους βγάλει απ’ την πλήξη. Βάζουν αγγελία στο ίντερνετ ότι παρέχουν σεξουαλικές υπηρεσίες. Έτσι η Ami αρχίζει από νωρίς-νωρίς τη σταδιοδρομία της στην άλλη πλευρά της ζωής. Όμως, δεν το κάνει μόνο για να μη βαριέται και για τα λεφτά, αλλά και για να έχει την ευχέρεια να επισκέπτεται όσο πιο συχνά γίνεται τον αδελφό της.
Η συγγραφέας χρησιμοποιώντας μια σκληρή και άμεση γλώσσα, αναλύει μία ακόμη πτυχή της γιαπωνέζικης κοινωνίας, δίχως να χαρίζεται σε τίποτα και σε κανένα. Αν και η ηρωίδα της παρουσιάζεται περίπου σαν μια ευαίσθητη σκύλα, βάζει στο μυαλό και στα χείλη της σκέψεις και λόγια μαχαίρια, που μοιάζουν να τεμαχίζουν τα πάντα. Η Ami είναι μια νέα γυναίκα, πρόωρα γερασμένη, που τα μονοπάτια της ακολουθούν διαφορετικές κατευθύνσεις από εκείνα του υπόλοιπου κόσμου. Και είναι μια γυναίκα σκληρή, που απολαμβάνει το σεξ «αν και σύμφωνα με την κοινωνία, είναι κάτι τρομερά παραφυσικό.» Η δική της οπτική είναι τόσο αλλιώτικη, που θα μπορούσε να προκαλέσει σοκ: «Εγώ θεωρούσα ότι το να κάνω σεξ με διάφορους εντελώς άγνωστους σε μένα ανθρώπους, δεν είχε καμία απολύτως διαφορά από το να αυνανίζομαι.» Ωστόσο διαθέτει και χιούμορ, αφού καθώς περιγράφει μια σκηνή μαζοχιστικού σεξ, λέει για τον εαυτό της: «Έτσι όπως ήμουν, αν έβαζαν πάνω μου μια ταμπέλα που έλεγε Ερωτικό Πτώμα και με άφηναν σ’ ένα μουσείο τέχνης, θα ήμουν το βασικό έκθεμα.» ή «Το να βρεθώ στο κρεβάτι μαζί του, ήταν πιο δύσκολο για μένα να το φανταστώ από το να κάνω έρωτα μ’ ένα μινώταυρο στους λαβύρινθους της κόλασης.» Αλλά, όσο κι αν ακούγεται παράδοξο αυτό, το κείμενο πού και πού γίνεται ποιητικό: «Η καρδιά μου ήταν σαν τον απόηχο ενός ονείρου, αλλά που κι αυτός επρόκειτο σύντομα να εξαφανιστεί.»
Η ηρωίδα και αφηγήτριά μας, λοιπόν, είναι μια σκεπτόμενη πόρνη, που κινείται έξω από τα συνηθισμένα πρότυπα. Η ζωή της έπαιξε παράξενα παιχνίδια, αλλά δεν είναι αυτά τελικά που θ’ αρχίσουν να την οδηγούν προς την αυτοκαταστροφή, αλλά μια εγκυμοσύνη και η ανακάλυψη ενός μεγάλου μυστικού, που θα έρθει για να ρίξει φως στα ψυχολογικά της προβλήματα. Ναι, τελικά, τη μεγαλύτερη ευθύνη σ’ αυτό που έγινε τη φέρουν οι γονείς της. Αυτοί που στον μεγαλύτερό της αδελφό συνάντησαν μόνο την απογοήτευση και που έκαναν την ίδια το πειραματόζωό τους. «Γιατί οι άνθρωποι προσπαθούν να επουλώσουν τις δικές τους πληγές με την άσχημη αποσυντεθημένη σάρκα και το αίμα των άλλων; Αφού ξέρουν ότι θα ταρακουνηθούν και θα καταρρεύσουν.»
Παρόλ’ αυτά, το μόνο που μοιάζει να ζητά είναι τη διαφυγή, μια έξοδο σωτηρίας, που δεν φαίνεται πουθενά. «Το να φέρω στον κόσμο μια νέα ζωή, αυτό δεν θα μ’ εξιλέωνε για τη ζήση μου;» αναρωτιέται κάπου. Και δυο γραμμές πιο κάτω αποφαίνεται: «Η αμνηστία ακυρώθηκε κι εγώ θα επέστρεφα στη φυλακή μιας δίχως νόημα ζωής.»
Τελικά, μετά από μια ακόμη τραγωδία και μία ακόμη σκηνή ανήκουστου σεξ, θα βρει ένα σκοπό στη ζωή της και θ’ αποφασίσει να μην πεθάνει, αν και σε κάποια σκηνή τη βλέπουμε να εκλιπαρεί για το θάνατο.
Μέσα σε μόλις 124 σελίδες η συγγραφέας μας αφηγείται την ιστορία μιας ζωής τραγικής. Ίσως το μήνυμά της να κρύβεται στη συμβουλή που δίνει ο Μασάκι, ο μαστροπός της, στην Ami: «Να μην εξαρτάσαι ποτέ από γονείς, συγγενείς, γκόμενους, φίλους, σε κανένα απ’ αυτούς. Αν ακολουθήσεις κατά γράμμα αυτή τη συμβουλή, δεν θα απελπιστείς ποτέ ό,τι κι αν σου συμβεί στη ζωή.» Το Innocent World είναι μια αριστουργηματική νουβέλα, που σε λίγες σελίδες λέει πολλά και συνταρακτικά, που κάνει μια κοινωνία να κοιτάξει τον εαυτό της στα μάτια και να τον ρωτήσει: «Μα γιατί, στο διάολο, είμαι έτσι;»

Sunday, January 18, 2009

Natsuo Kirino: Out

 
 Αγορά από το Book Depository

Μου αρέσει πολύ να διαβάζω αστυνομική λογοτεχνία: σύγχρονη αμερικάνικη, αγγλική και τώρα τελευταία γιαπωνέζικη. Θεωρώ ότι οι συγγραφείς αυτού του συγκεκριμένου είδους είναι πραγματικοί ανατόμοι της κοινωνίας, όχι βέβαια τόσο οι αμερικανοί, όσο οι άγγλοι και οι γιαπωνέζοι. Τώρα, που το σκέφτομαι, κι από τους άγγλους ένας μόνος ξεχωρίζει, ο... σκοτσέζος Ίαν Ράνκιν, που γράφει για την πόλη του το Εδιμβούργο, όπως γράφει κι η Νάτσουο Κιρίνο για τη δική της, το Τόκιο. Η διαφορά της τελευταίας με όλους: δεν φαίνεται να την ενδιαφέρει το ίδιο το έγκλημα, αλλά το τι οδηγεί σ’ αυτό. Γράφει ξανά και ξανά για το σκοτάδι που φωλιάζει στις καρδιές των ανθρώπων και που από στιγμή σε στιγμή μπορεί να βγει με το έτσι θέλω, βίαια, στο φως.
Στο ανά χείρας βιβλίο, το πρώτο της συγγραφέως νομίζω που μεταφράστηκε στα αγγλικά (ακολούθησαν τα Grotesque και Real World, τα οποία θα παρουσιάσω εδώ τις επόμενες βδομάδες), το έγκλημα κι ο εγκληματίας μας αποκαλύπτονται απ’ το οπισθόφυλλο, τα κίνητρα του φόνου απ’ τις πρώτες σελίδες και η ιστορία ενός εγκληματία που θέλει να πάρει εκδίκηση πριν το ένα τέταρτο του βιβλίου. Τι μας μένει να μάθουμε, λοιπόν; Την κατάληξη μονάχα. Κι εδώ ακριβώς αναδεικνύεται η μαεστρία της Κιρίνο, καθώς παίρνει μια συνηθισμένη εγκληματική ιστορία και την τοποθετεί μέσα στα χρονικά της όρια, μιλά για την οικονομική κρίση, για τα προβλήματα των σύγχρονων οικογενειών, για την αποξένωση, για την απίστευτη καταπίεση στην οποία υποβάλλονται οι απλοί άνθρωποι για να τα βγάλουν πέρα. Σ’ όλα αυτά προσθέστε τη Γιακούζα, τους τοκογλύφους, τα παιδιά που μισούν ακόμη και τη θέα των γονιών τους, τη φιλία που μοιάζει να στηρίζεται σε πήλινα πόδια, και την κοινωνία που απαιτεί απ’ τους ανθρώπους να είναι πάντα χρήσιμοι, δηλαδή καταναλωτές, και ιδού: ένα αριστούργημα!
Όλα αρχίζουν όταν μια συνηθισμένη νοικοκυρά, που ακούει στο όνομα Γιαγιόι, σε μια στιγμή δικαιολογημένης τρέλας, σκοτώνει τον άντρα της με τα ίδια της τα χέρια. Ευρισκόμενη σε απόγνωση και μη ξέροντας τι να κάνει στρέφεται σε μια φίλη της απ’ τον εργοστάσιο όπου δουλεύει τις νύχτες για να ζητήσει βοήθεια, τη Μασάκο. Αφού σκέφτονται κι αποφασίζουν ότι δεν μπορούν να πάνε στην αστυνομία, δεν τους μένει παρά μία και μόνο λύση: να ξεφορτωθούν το πτώμα. Ναι, αλλά πώς; Κάνοντας εκείνο που ξέρουν καλύτερα, δουλεύοντας τα μαχαίρια. Τον κομματιάζουν, λοιπόν, με τη βοήθεια άλλων δύο γυναικών και τον παραχώνουν σε σακούλες με σκουπίδια, τις οποίες σκοπεύουν να ξεφορτωθούν σε διάφορα σημεία της πόλης. Η μια απ’ αυτές όμως είναι κάπως επιπόλαια και πολύ δειλή με αποτέλεσμα να αφήσει όλες τις δικές της στους κάλαθους ενός πάρκου, με αποτέλεσμα να τις ανακαλύψει η αστυνομία. Τότε αρχίζει ένας κύκλος ερευνών, ο οποίος οδηγεί στη σύλληψη ενός ιδιοκτήτη χώρων αναψυχής, με εγκληματικό παρελθόν, ενώ εκείνες μοιάζουν να τη βγάζουν καθαρή. Έλα, όμως, που πίσω έχει η γάτα την ουρά, αφού καθώς δεν προκύπτουν στοιχεία που να συνδέουν τον άντρα με το έγκλημα, τελικά, τον αφήνουν ελεύθερο. Στο μεταξύ, όμως, εκείνος έχει χάσει τα πάντα, κι έτσι τώρα ζητάει να πάρει την εκδίκησή του. Είναι σίγουρος ότι πίσω από το φόνο κρύβεται η γυναίκα του θύματος, αλλά δεν του φαίνεται πιθανόν να το έκανε δίχως συνεργό. Και τότε όλα αρχίζουν.
Η Κιρίνο δεν διστάζει να περιγράψει με λόγια σκληρά και γλώσσα ατίθαση αυτά που συμβαίνουν, να αναδείξει το ανθρώπινο χτήνος και όλα τα κακά που προκύπτουν απ’ την αποθέωση του χρήματος. Μας δείχνει με δυο λόγια τι μπορεί να μετατρέψει, απ’ τη μια στιγμή στην άλλη, κάποιες συνηθισμένες νοικοκυρές σε στυγνές δολοφόνους. Η αγάπη δεν έχει κανένα ρόλο σ’ αυτή την ιστορία, καλοί και κακοί δεν υπάρχουν. Όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουν. Όσο για τον έρωτα, αυτός ξεψύχησε στις βιομηχανικές ζώνες. Η Μασάκο, αυτή που καταλαμβάνει τελικά τον κεντρικό ρόλο στον κορμό της αφήγησης, είναι ένας από τους πιο αξέχαστους χαρακτήρες, που δημιουργήθηκαν από πένα σύγχρονου συγγραφέα.
Οι αγγλοσάξονες επεφύλαξαν διθυραμβικές κριτικές γι’ αυτό το βιβλίο και δικαιολογημένα, αφού είναι ένα εξαιρετικό ανάγνωσμα. Το μόνο που ξέχασαν να αναφέρουν αυτό που γράφω στην αρχή: κανένας απ’ τους δικούς τους συγγραφείς, δεν θα μπορούσε ποτέ να το γράψει. Μία ακόμη από τις «χρυσές σελίδες» της γιαπωνέζικης λογοτεχνίας.

Saturday, January 10, 2009

Miyuki Miyabe: All She Was Worth

 
Αγορά από το Book Depository

Όσο περισσότερη γιαπωνέζικη λογοτεχνία διαβάζω τόσο πιο πολύ πείθομαι ότι αν αυτοί και αυτές οι συγγραφείς έγραφαν στην Ελλάδα, μάλλον δεν θα έβρισκαν ποτέ εκδότη.
Η Μιγιούκι Μιγιάμπε είναι μια από τις πιο δημοφιλείς συγγραφείς στην Ιαπωνία. Γράφει, υποτίθεται, βιβλία μυστηρίου και θρίλερ, αλλά το μόνο που κάνει -και το κάνει πολύ καλά- είναι να σχολιάζει τον σύγχρονο τρόπο ζωής στην Ιαπωνία, με τη βία, τις διαλυμένες οικογένειες, την έκπτωση των αξιών και τα λοιπά τραγικά.
Στο ανά χείρας βιβλίο τον βασικό ρόλο κρατά ένας ντετέκτιβ -που βρίσκεται σε αναρρωτική άδεια αφού πληγώθηκε στη διάρκεια του καθήκοντος- τον οποίο προσλαμβάνει ο ανιψιός του για ν’ ανακαλύψει την αρραβωνιαστικιά του, που από τη μια στιγμή στην άλλη έχει εξαφανιστεί, δίχως ν’ αφήσει ίχνος πίσω της.
Η συγγραφέας, ωστόσο, αντί ν’ ακολουθήσει την αμερικάνικη πεπατημένη, να γράψει δηλαδή ένα θρίλερ μυστηρίου και καταδίωξης, μας δίνει νωρίς-νωρίς τη λύση στο γρίφο και χρησιμοποιεί την εξέλιξη του μύθου για να μιλήσει για τα κακά της καταναλωτικής κοινωνίας. Όσο ο ντετέκτιβ, λοιπόν, αναζητεί τη γυναίκα-φάντασμα, τόσο πιο πολλά πράγματα μαθαίνουμε για τις πιστωτικές κάρτες και την υπερχρέωσή τους που οδηγούν στην οικονομική καταστροφή και το έγκλημα, για την αγωνία των νέων ανθρώπων για καταξίωση, για το πώς η ομορφιά και τα νιάτα είναι ο πιο καθοριστικός παράγοντας για την αναρρίχηση στην κοινωνική κλίμακα.
Η πλοκή είναι σχεδόν ανύπαρκτη, αλλά με τη μαεστρία της η συγγραφέας καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη ζωντανό απ’ την πρώτη ως την τελευταία σελίδα. με τα μικρά οικογενειακά δράματα που περιγράφει, με τις διαδρομές του πρωταγωνιστή απ’ τη μια πόλη στην άλλη, με τους πολύχρωμους χαρακτήρες του, ακόμη και με τη χρήση παραδοσιακών αφορισμών του τύπου: «Χρειάζονται τρεις γενιές για να γίνει κάποιος ‘ντόπιος’ στο Τόκιο». Οι αναφορές στην παράδοση, εξάλλου, δεν λείπουν από κανένα απολύτως γιαπωνέζικο βιβλίο, που διάβασα μέχρι σήμερα.
Αυτό το βιβλίο, που αν έβγαινε στην Ελλάδα θα πήγαινε άπατο, σημείωσε τεράστια εμπορική επιτυχία, όταν πρωτοκυκλοφόρησε το 1992 στην Ιαπωνία, και απέσπασε τα βραβεία Καλύτερου Μυθιστορήματος, αλλά και Βιβλίου Μυστηρίου της χρονιάς.
Αλλά ακόμη και χωρίς αυτές τις συστάσεις, θα λέγαμε ότι είναι ένα απολαυστικό ανάγνωσμα, που καθηλώνει δίχως να προσπαθεί καν να εντυπωσιάσει.
Με παρόμοιο θέμα, αλλά χρησιμοποιώντας διαφορετικά συγγραφικά τρικ, καταπιάνεται και το Out (φωτογραφία στην πλαϊνή στήλη) της Νάτσουο Κιρίνο, που διαβάζω τώρα και, το οποίο σύντομα θα παρουσιάσω εδώ.

Friday, January 9, 2009

Νέες κυκλοφορίες από τον Ψυχογιό

Τα βιβλία που θα κυκλοφορήσουν από τις Εκδόσεις Ψυχογιός τις επόμενες βδομάδες.

Αλεξάντερ Μακόλ Σμιθ: Το γεμάτο ερμάρι της ζωής

Η Πρέσιους Ραμότσουε, ιδιοκτήτρια του Νο 1 Γυναικείου Γραφείου Ιδιωτικών Ερευνών στην Μποτσουάνα της Αφρικής, εξακολουθεί να είναι αρραβωνιασμένη με τον κύριο Τζ. Λ. Μπ. Ματεκόνι. Και οι δυο έχουν πολλά στο κεφάλι τους, και κυρίως η Μα Ραμότσουε που έχει αναλάβει άλλη μια περίεργη υπόθεση: να μάθει αν οι υποψήφιοι μνηστήρες μιας πλούσιας κυρίας, ιδιοκτήτριας κομμωτηρίων, ενδιαφέρονται για την ίδια ή για την περιουσία της. Αν και ακούγεται δύσκολο, τελικά τίποτε δεν είναι ακατόρθωτο για την πολυμήχανη ντετέκτιβ… Απολαύστε το έκτο βιβλίο της σειράς με τις περιπέτειες της Πρέσιους Ραμότσουε, της ηρωίδας που έχει αγαπηθεί από εκατομμύρια αναγνώστες σε όλο τον κόσμο.

Βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα

Ο ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΜΑΚΟΛ ΣΜΙΘ γεννήθηκε στη Ζιμπάμπουε και ζει στη Σκοτία. Είναι καθηγητής Ιατρικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και μέλος αρκετών εθνικών και διεθνών οργανισμών για τη βιοηθική. Το βιβλίο Η Νο1 ΝΤΕΤΕΚΤΙΒ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ, είναι το πρώτο της σειράς με ηρωίδα τη δαιμόνια ντετέκτιβ Πρέσιους Ραμότσουε. Έχει πουλήσει περισσότερα από 1,5 εκατομμύρια αντίτυπα μόνο στην Αγγλία, τιμήθηκε με δύο ειδικούς επαίνους από την κριτική επιτροπή των βραβείων Booker και ψηφίστηκε ένα από τα Διεθνή Βιβλία της Χρονιάς και της Χιλιετίας από το περιοδικό Times Literary Supplement. Ο δε συγγραφέας ανακηρύχτηκε Συγγραφέας της Χρονιάς 2004 από τα British Book Awards, Booksellers Association και Waterstone's, και τιμήθηκε με το Βραβείο Crime Writers' Association Dagger in the Library 2004 για το σύνολο του έργου του. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΗΣ ΚΑΜΗΛΟΠΑΡΔΑΛΗΣ, ΤΕΣΤ ΗΘΙΚΗΣ ΓΙΑ ΟΜΟΡΦΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ, και ΕΝΑ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ, ΔΕΚΑ ΓΡΑΦΟΜΗΧΑΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΡΙΚΕΣ ΚΡΥΦΕΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ, ενώ ετοιμάζονται και τα υπόλοιπα βιβλία της σειράς. Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις www.no1ladiesdetective.com και http://www.alexandermccallsmith.co.uk/

Τόνι Πάρσονς: Ανάμεσα σε δυο γυναίκες

Ένας άντρας που έχει δύο σπίτια χάνει το μυαλό του. Ένας άντρας που έχει δυο γυναίκες χάνει τη ψυχή του. Ο νέος και φιλόδοξος δικηγόρος Μπιλ Χόλντεν και η σύζυγός του Μπέκα μετακομίζουν με την τετράχρονη κόρη τους στην πολύβουη Σαγκάη, την πόλη των μεγάλων ευκαιριών και των μεγάλων πειρασμών, εκεί όπου φτιάχνονται περιουσίες και διαλύονται γάμοι. Η οικογένεια Χόλντεν μένει σ' ένα συγκρότημα διαμερισμάτων γεμάτο με "δεύτερες συζύγους": όμορφες νεαρές κοπέλες, σαν την Τζιν Τζιν Λι, πρώην δασκάλα, παθιασμένη με τα σταυρόλεξα. Όταν η Μπέκα αναγκάζεται να γυρίσει στο Λονδίνο για λίγο καιρό, ο Μπιλ καταφεύγει στην αγκαλιά της Τζιν Τζιν. Θέλει να είναι καλύτερος άνθρωπος από τον εκατομμυριούχο που συντηρεί την Τζιν Τζιν. Καλύτερος άντρας από όλους όσοι απατούν τις γυναίκες τους. Αλλά μπορεί να δώσει στην Τζιν Τζιν την αγάπη που της αξίζει; Και μπορεί ταυτόχρονα να αγαπάει και την Μπέκα, που είναι η αγαπημένη του γυναίκα και καλύτερή του φίλη; Ένα μυθιστόρημα για τα διλήμματα της σύγχρονης ζωής.

Βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα

Ο ΤΟΝΙ ΠΑΡΣΟΝΣ είναι δημοσιογράφος. Έχει εργαστεί για σημαντικά περιοδικά και εφημερίδες, όπως τα: The Face, Marie Claire, Daily Mail, Arena, Guardian, Elle, Daily Telegraph, The Spectator, Sunday Times, GQ. Σήμερα αρθρογραφεί στο περιοδικό Mirror και εμφανίζεται στην τηλεοπτική εκπομπή του BBC Late Review, ενώ είναι και παραγωγός πολλών ντοκιμαντέρ. Το μυθιστόρημα ΚΑΙ ΤΩΡΑ, ΜΟΝΟΣ ΜΕ ΤΟ ΓΙΟ ΜΟΥ, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ, είναι το πρώτο του βιβλίο και πολλοί θεωρούν ότι περιέχει αυτοβιογραφικά στοιχεία, αφού ο Πάρσονς κράτησε ο ίδιος την κηδεμονία του παιδιού του μετά το διαζύγιό του, ενώ ο πατέρας του ήταν κι αυτός ήρωας πολέμου. Το βιβλίο αποτέλεσε μεγάλη εκδοτική επιτυχία στην Αγγλία. Πούλησε περισσότερα από 1.000.000 αντίτυπα και παρέμεινε για 2 χρόνια στον αγγλικό κατάλογο με τα μπεστ σέλερ. Τιμήθηκε με το Βρετανικό Βραβείο για το Βιβλίο της Χρονιάς, καθώς και με το βραβείο Butler & Tanner Book of the Year. Το μυθιστόρημα ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΙΔΑΝΙΚΗ ΣΥΖΥΓΟΣ είναι η συνέχεια και έγινε δεκτό με εξίσου μεγάλο ενθουσιασμό.

Ατίκ Ραχίμι: Η πέτρα της υπομονής

Σενγκέ σαμπούρ είναι στα περσικά η Πέτρα της Υπομονής. Στην περσική μυθολογία πρόκειται για μια μαγική πέτρα που την τοποθετείς μπροστά σου και της "ρίχνεις" τους πόνους, τα βάσανα και τη θλίψη σου, της εμπιστεύεσαι ό,τι δεν τολμάς να αποκαλύψεις στους άλλους και η Πέτρα ακούει, απορροφά όλες τις λέξεις και όλα τα μυστικά σαν σφουγγάρι μέχρι που μια μέρα σκάει, εκρήγνυται. Κι εκείνη ακριβώς τη μέρα, νιώθεις γαλήνη και απελευθέρωση. Σε μια βομβαρδισμένη πόλη του Αφγανιστάν μια νεαρή γυναίκα κάθεται δίπλα στον ετοιμοθάνατο πολεμιστή άντρα της και του μιλάει. Του μιλάει για τα όνειρά της, τη ζωή της, τις επιθυμίες της, για τον πόλεμο, τη βία και το φόβο. Καθώς οι στρατιώτες στους γύρω δρόμους σκοτώνουν ανελέητα και λεηλατούν, αυτή εξομολογείται όσα δεν έχει τολμήσει να πει μέχρι τώρα. Και ο άντρας της γίνεται γι' αυτήν η Πέτρα της Υπομονής... Ένα διαμαντάκι της παγκόσμιας λογοτεχνίας, βραβευμένο με το Goncourt 2008.

Βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα

Ο ΑΤΙΚ ΡΑΧΙΜΙ είναι Αφγανός. Γεννήθηκε το 1962 στην Καμπούλ, τελείωσε το γαλλοαφγανικό λύκειο Εστικλάλ και σπούδασε λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο. Το 1984, ο πόλεμος τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την πατρίδα του και να καταφύγει στο Πακιστάν. Στη συνέχεια πήγε στη Γαλλία, όπου ζήτησε πολιτικό άσυλο. Εκεί, στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης, έκανε το διδακτορικό του στην οπτικοακουστική επικοινωνία. Σήμερα ζει στο Παρίσι και σκηνοθετεί ντοκιμαντέρ.Το βιβλίο ΣΤΑΧΤΕΣ ΚΑΙ ΧΩΜΑ, που είναι το πρώτο του συγγραφέα, έγινε δεκτό με θερμές κριτικές στη Γαλλία, αμέσως μόλις κυκλοφόρησε. Μέχρι στιγμής τα δικαιώματα έχουν πουληθεί σε 15 χώρες. Μέσα στο 2002 θα κυκλοφορήσει το δεύτερο βιβλίο του Ατίκ Ραχίμι με τίτλο ΤΑ ΧΙΛΙΑ ΣΠΙΤΙΑ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ.

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ

Μαρία Τζιρίτα: Μάτια μου

Εκείνο το απόγευμα κάθονταν στο μόλο, πάνω στα δίχτυα των ψαράδων που ήταν μαζεμένα σε στοίβες. Της είχε πει ο Λουκάς να καθήσουν να απολαύσουν το ηλιοβασίλεμα. Η Λένα μύριζε τον αέρα, ανάσαινε την αλμύρα της θάλασσας και ρουφούσε τα λόγια του με ακόρεστη δίψα. "Μακάρι να μπορούσες να το δεις Λενιώ...." της είπε εκείνος. "Το βλέπω Λουκά. Το βλέπω μέσα από σένα. Εσύ είσαι τα μάτια μου, δε σ' το έχω πει αυτό;" Ο Λουκάς με τη Λένα την τυφλή αγαπιόντουσαν από παιδιά. Ονειρεύονταν να παντρευτούν και να ζήσουν για πάντα ευτυχισμένοι στο χωριό τους, αλλά το σατανικό σχέδιο της μικρής της αδελφής γκρέμισε βίαια τα σχέδιά τους. Τριάντα χρόνια αργότερα θα ξανασυναντηθούν κάτω από πολύ ιδιόμορφες συνθήκες, οι ίδιοι πρωταγωνιστές σε διαφορετικούς όμως ρόλους. Άραγε η αγάπη εκείνη να είναι ακόμα ζωντανή; Μια συγκλονιστική ιστορία αγάπης, έρωτα, πάθους, μέσα από δυο μάτια που δεν είδαν ποτέ το φως του ήλιου.

Βιογραφικό σημείωμα της συγγραφέα

Η ΜΑΡΙΑ ΤΖΙΡΙΤΑ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1967. Από μικρή ηλικία έγραφε διηγήματα, εμπνευσμένα από την καθημερινότητα, και στο σχολείο αρκετές εκθέσεις της είχαν διακριθεί και βραβευτεί σε πανελλήνιους διαγωνισμούς. Σπούδασε ψυχολογία στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Ασχολήθηκε με τη διδασκαλία, αλλά τα τελευταία χρόνια την κέρδισε ο κόσμος των επιχειρήσεων και του μάρκετινγκ. Σήμερα εργάζεται ως υπεύθυνη πωλήσεων σε κατασκευαστική εταιρεία στη Γλυφάδα. Έχει μια κόρη και το χόμπι της είναι τα ενυδρεία. Λατρεύει τα ζώα και πολύ συχνά γράφει ιστορίες με πρωταγωνιστές τα αγαπημένα της χρυσόψαρα. ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ είναι το πρώτο της μυθιστόρημα, εμπνευσμένο από μια αληθινή ιστορία, την οποία βίωσε προσωπικά και τη συγκλόνισε.

Κώστας Καρακάσης: Ο Βιολονίστας

Μια ιστορία Αγάπης που ξεκινά ένα Χριστουγεννιάτικο βράδυ σε κάποιο δρόμο της Αθήνας. Ένας εκπληκτικός βιολονίστας και μια πάμπλουτη κληρονόμος θα συναντηθούν από την Μοίρα. Απ' εκεί θα ξεκινήσει ο μίτος μια απίστευτης ιστορίας, τεσσάρων γενεών μουσικών που μεταναστεύουν σαν πλάνητες τσιγγάνοι. Κωνσταντινούπολη, Βιέννη, Βουδαπέστη και μια δεκάδα ευρωπαϊκών πόλεων με κατάληξη την Αλεξάνδρεια και τέλος την Αθήνα. Ο Οδυσσέας που πάλλει στην καρδιά κάθε Έλληνα και που θα αφήσει μέσα από τα μέλη αυτής της οικογένειας τα ίχνη του σε κάθε τόπο. Έρωτες και πάθη, σαγηνευτικές περιπέτειες μα και ανθρώπινα δράματα που συνιστούν την ίδια την Ζωή. Και όλα αυτά ρέουν σαν την μουσική που βγαίνει από τις χορδές ενός βιολιού και που γίνεται το σημάδι που σφραγίζει τον βίο και την πολιτεία των ανδρών που το κράτησαν στα χέρια τους. Γυναίκες που μαγεύτηκαν, ερωτεύτηκαν ή παθιάστηκαν από την δεξιοτεχνία αυτών των ανδρών που από τα μαγικά τους δάχτυλα ξεχύθηκε ένας ολόκληρος κόσμος αισθημάτων και παθών, έτσι όπως ακριβώς πρέπει και είναι η Μουσική και η μεγάλη Τέχνη όποιας μορφής. Να συγκινεί και να μαγεύει…

Βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα

Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΑΚΑΣΗΣ γεννήθηκε στην Αίγυπτο από Έλληνες γονείς και φοίτησε στην Ξενάκειο Σχολή του Καΐρου. Η οικογένειά του είχε άμεση σχέση με τον πνευματικό και καλλιτεχνικό κόσμο. Ο θείος του Σταύρος Καρακάσης, πολύ γνωστός στους αλεξανδρινούς αλλά και αθηναϊκούς κύκλους, ανήκε στην ομάδα των Αιγυπτιωτών ποιητών και λογοτεχνών του 1930. Μετά τον πόλεμο, η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Σε πολύ νεαρή ηλικία κατετάγη εθελοντής στο Βασιλικό Ναυτικό, όπου υπηρέτησε για πολλά χρόνια. Κατόπιν άσκησε διάφορα επαγγέλματα και ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τον τουρισμό και τις δημόσιες σχέσεις. Άρχισε να γράφει από νεαρή ηλικία αλλά η συγγραφή δεν τον απασχόλησε ποτέ σοβαρά. Τα τελευταία χρόνια έχει εγκατασταθεί στο Ναύπλιο για εφησυχασμό και απομόνωση, μακριά από τον "νέο τρόπο" ζωής της πρωτεύουσας. Διετέλεσε διευθυντής της ΔΕΠΑΝ Ναυπλίου για έξι χρόνια και υπήρξε ο εμπνευστής και ουσιαστικός δημιουργός του Μουσικού Φεστιβάλ Ναυπλίου. Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με την ποίηση. Μάλιστα, δύο από τα ποιήματά του μελοποιήθηκαν από την Ηλέκτρα Παπακώστα στην δεκαετία του 1970 και τα ερμήνευσε η Καίτη Χωματά. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και περιοδικά. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν τα έργα του: ΑΘΗΝΑ, ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΟΜΟΡΦΗ, το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Πεζογραφίας και Πνευματικών Αξιών από την Ελληνική Εταιρεία Χριστιανικών Γραμμάτων, έγινε μεγάλη εκδοτική επιτυχία και παραμένει μέχρι σήμερα ανάμεσα στα πλέον ευπώλητα βιβλία των τελευταίων χρόνων, καθώς και τα Η ΑΓΑΠΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΕΛΟΣ και ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ.

Αθηνά Χάτζη: La Sagrada Familia

Η ιερά οικογένεια. Όχι πια μονάδες: τον πρώτο ρόλο έχει η οικογένεια. Η οικογένεια που τρέφει και εκτρέφει θηρία. Που βγάζουν νύχια επί τη βάσει της αρχής "ο θάνατός σου η ζωή μου". Η οικογένεια ως κύτταρο της κοινωνίας: άρρωστο κύτταρο. Και σε πλαίσια οικογενειακά, οι επιμέρους χαρακτήρες: ο παντοδύναμος, μα τόσο μόνος Διαμαντής. Η άχρωμη άγευστη και άοσμη μάνα, τυπική παλαιού τύπου μάνα χωριού με το μαύρο μαντίλι σε κάποιο αιώνιο πένθος. Η απαχθείσα Πελαγία-Μαρία, το κορίτσι του Μόρισον, η θεία εκ του θεϊκή που γίνεται θεία κατά το θειά. Η μυωπική Λένα: γεννήθηκε για να αντικαταστήσει. Ζει για να αποκαταστήσει τον κόσμο μέσα της. Ο πρωτότοκος: το αγόρι της εκδίκησης. Κόντρα στο Διαμαντή, γηγενή και αγρότη, άρα εξ ορισμού προσκολλημένο στη γη του, ο ναυτικός. Ο ποντοπόρος. Ο πνιγμένος σε σαράντα και μία θάλασσες του θολού μυαλού του. Ο μεσαίος. Παιδί σάντουιτς με βίο αδιάφορο. Ο Βενιαμίν. Ο εκλεκτός και αδικοχαμένος. Εξ ου και λατρεμένος για πάντα. Το γαϊτανάκι γυρίζει γύρω τους. Μαζί με το Μόρισον, την Τριστέτσα, τους άλλους γονείς και τους ανύποπτους επιβάτες του μετρό που μετρούν αυτοκόλλητα σπιτάκια στη στάση "Εθνική Άμυνα".

Βιογραφικό σημείωμα της συγγραφέα

Η ΑΘΗΝΑ ΧΑΤΖΗ γεννήθηκε στο Θέρμο Αιτωλίας το 1975. Σπούδασε Αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι διδάκτωρ Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλι της Καλιφόρνια. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Η ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΗΣ ΣΑΠΟΥΝΟΦΟΥΣΚΑΣ είναι το πρώτο της μυθιστόρημα.

Πασχαλία Τραυλού: Έστω μια φορά

Ένας υψηλόβαθμος αστυνομικός, μια νεαρή καθηγήτρια Πανεπιστημίου, μια εκκεντρική συγγραφέας ερωτικών μυθιστορημάτων, ένας γοητευτικός ηθοποιός, ένας ατίθασος έφηβος που ξέρει να "σπάζει" κωδικούς ηλεκτρονικών υπολογιστών, ένας οδηγός ταξί, μια περίεργη γυναίκα για την οποία υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι είναι η θεά Αφροδίτη κι ένα γέρικο αρπακτικό συνθέτουν το πάνθεον μιας παράξενης ιστορίας που μοιάζει με κάτι που δεν είναι, δίνοντας την εντύπωση μιας αστυνομικής υπόθεσης ενώ στην ουσία πρόκειται για μια ανατομία του έρωτα... Μια αστυνομική έρευνα φέρνει στο φως επτά ιστορίες αγάπης που δοκιμάστηκαν στη φωτιά του χρόνου, κρύβοντας ζοφερά μυστικά και παίζοντας με το μύθο και την αλήθεια. Θύτες και θύματα φιλοτεχνούν ένα περίεργο γαϊτανάκι εκπλήξεων και ανατροπών καθώς ασταμάτητα μπερδεύονται και εναλλάσσονται οι ρόλοι τους στο σταυροδρόμι του χρόνου…

Βιογραφικό σημείωμα της συγγραφέα

Η ΠΑΣΧΑΛΙΑ ΤΡΑΥΛΟΥ γεννήθηκε το 1970 στην Τρίπολη Αρκαδίας. Μέχρι τα δεκαοχτώ της έζησε σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Το 1988 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, όπου σπούδασε Ελληνική Κλασική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή. Τότε έκανε και τις πρώτες συγγραφικές της απόπειρες με μικρά διηγήματα που εκδόθηκαν σε τοπική εφημερίδα της Βέροιας. Ασχολείται με τη μουσική και τη ζωγραφική και ταξιδεύει συχνά. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν με μεγάλη επιτυχία τα πέντε πρώτα μυθιστορήματά της, ΜΕ ΜΠΑΛΑΝΤΕΡ ΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ, ΗΘΕΛΑ ΜΟΝΟ ΕΝΑ ΑΝΤΙΟ, το οποίο θα κυκλοφορήσει και στα τουρκικά, Η ΜΑΤΖΙΚΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ, ΚΛΕΙΔΩΜΕΝΟ ΣΥΡΤΑΡΙ και ΦΤΕΡΑ ΑΠΟ ΜΕΤΑΞΙ το οποίο είναι υποψήφιο για το "Βραβείο Αναγνωστών 2008».

Sunday, January 4, 2009

Γιασουνάρι Καβαμπάτα – Κιότο

Για κάποιο λόγο, που δεν είναι του παρόντος να εξηγήσω, εδώ και λίγες μέρες άρχισα σιγά-σιγά ν’ ασχολούμαι με την ιαπωνική λογοτεχνία. Είπα πρώτα να ανατρέξω στη βιβλιοθήκη μου προτού πάρω στα χέρια μου τα βιβλία που είναι καθ’ οδόν από τας Αμερικάς και το Άμαζον.
Πριν λίγες μέρες σας μίλησα για το Κάπα του Ακουταγκάουα, ενώ σήμερα θα αναφερθώ στο Κιότο του Γιασουνάρι Καβαμπάτα, ενός ακόμη αυτόχειρα συγγραφέα.
Το ανά χείρας βιβλίο είναι και δεν είναι η ιστορία της Κιέκο, μιας συνηθισμένης κοπέλας, την οποία παράτησαν οι γονείς της έξω από ένα σπίτι στο Κιότο, και την οποία ανέλαβε να αναθρέψει η οικογένεια που τη βρήκε. Τώρα, καθώς βρίσκεται στα είκοσί της χρόνια συλλαμβάνει τον εαυτό της όλο και πιο συχνά ν’ αναρωτιέται γιατί την εγκατέλειψαν, ποιοι ήταν οι αληθινοί της γονείς και πώς θα ήταν η ζωή της αν ήταν ακόμη μαζί τους.
Φυσικά, σε όλα αυτά τα ερωτήματα φαίνετ’ απίθανο να βρει κάποια μέρα τις απαντήσεις, αλλά οι μοίρες έχουν άλλη άποψη. Έτσι, κάποια φορά, εντελώς στα ξαφνικά, οδηγούν στο δρόμο της τη δίδυμη αδελφή της. Και τότε όλα αλλάζουν.
Το Κιότο είναι ακριβώς αυτό που λέει ο τίτλος: ένα βιβλίο που μιλά για την ιαπωνική πόλη. Ο μύθος του είναι μάλλον φτωχός κι η αφήγηση αργή, αλλά και τα δύο εξυπηρετούν την ιστορία μια χαρά. Οι δύο αδελφές, ο χωρισμός κι η επανασύνδεσή τους, αποτελούν μονάχα τις αφορμές, τα άλλοθι του συγγραφέα, που μοιάζει να θέλει πιότερο να μιλήσει με νοσταλγία πικρή για την πόλη του, που στο πέρασμα του χρόνου μοιάζει να χάνει την ψυχή της, να δυτικοποιείται και να βαδίζει με όλο και πιο γοργά βήματα προς ένα μέλλον που στα μάτια του φαντάζει ψεύτικο κι αβέβαιο, ασύμβατο με την ιαπωνική ψυχή. Ένας από τους ήρωές του λέει κάπου: «Στις μέρες μας πια μιλάμε μόνο για ιδέες και αισθήσεις. Ακόμα και για τα χρώματα αναφερόμαστε στα δυτικά πρότυπα.» Το παράπονο μεγάλο και μοιάζει να ξεχειλίζει.
Όσο, ωστόσο, το βιβλίο αυτό θυμίζει μια ελεγεία για τη ζωή που χάνεται, άλλο τόσο αποτελεί έναν ύμνο στη φύση. Είναι ένα καταπράσινο και με τον τρόπο του οικολογικό βιβλίο. Η ηρωίδα του, η Κιέκο, μοιάζει να αγαπά όλα τα δέντρα και όλα τα λουλούδια, τα βουνά, τα ποτάμια, ακόμη και τη βροχή. Βλέπει την ομορφιά σε όλα τα στοιχεία της φύσης και τη διαλαλεί, όπως κι ένας νεαρός φίλος της εξάλλου, ο Χιντεό: «Τα λουλούδια έχουν ζωή. Ζωή σύντομη, που όμως δεν περνάει απαρατήρητη. Τα χρόνια πάνε κι έρχονται, μπουμπούκια ανοίγουν...» λέει αυτός. Ενώ ο πατριός της παρατηρεί ότι: «Οποιοδήποτε λουλούδι, ανάλογα με τον τρόπο ή τη στιγμή που το βλέπεις, μπορεί να σε μαγέψει.»
Το Κιότο είναι ένα λίγο λυπημένο, μα καλογραμμένο βιβλίο, που οπωσδήποτε δεν προσφέρεται για ανάγνωση σε κάποια παραλία. Αν θελήσετε να το διαβάσετε κάντε το κάποια λυπημένη νύχτα του χειμώνα, ώστε να νιώσετε σε βάθος αυτά που προσπαθεί να μεταδώσει.

Κενζάμπουρο Όε – Μια προσωπική υπόθεση

Συνεχίζοντας με τις αναγνώσεις της ιαπωνικής λογοτεχνίας παίρνουμε στα χέρια μας το Μια προσωπική υπόθεση του Κενζάμπουρο Όε, ένα μυθιστόρημα σκληρό και σκοτεινό που μιλά με ωμή γλώσσα για των ανθρώπων τα πάθη και τα λάθη, τις δειλίες και τους μικρούς ηρωισμούς.
Βασικός πρωταγωνιστής σ’ αυτή την ιστορία είναι ο Μπερντ, ένας αντικοινωνικός και περίκλειστος στον κόσμο του καθηγητής, που από τη μια στιγμή στην άλλη βρίσκεται αντιμέτωπος μ’ ένα μεγάλο πρόβλημα: η γυναίκα του έχει μόλις φέρει στον κόσμο ένα αφύσικο μωρό, που μοιάζει να έχει δύο κεφάλια.
Στη θέα και μόνο του γιου του ο Μπερντ μοιάζει να χάνει τα λογικά του και προσπαθώντας να ξεφύγει απ’ την σκληρή πραγματικότητα που τον περιβάλλει επισκέπτεται μια φίλη από τα παλιά. Η Χιμίκο τον δέχεται αδιαμαρτύρητα στο σπίτι και τη ζωή της και του παρέχει όλη τη φροντίδα και κατανόηση που ποτέ δε γνώρισε απ’ τη γυναίκα του. Ωστόσο, η εικόνα του κακόμοιρου παιδιού του, που μάλλον πρέπει να πεθάνει για να μην καταντήσει φυτό, τον κυνηγά συνεχώς, τον στοιχειώνει, δεν τον αφήνει για στιγμή να ησυχάσει.
Τι να κάνει, λοιπόν; Ν’ αφήσει τους γιατρούς ν’ ανοίξουν το κεφάλι του μωρού προσπαθώντας να το γιατρέψουν; Ή, να επιχειρήσει προσωπικά να βάλει τέλος σ’ αυτή τη φάρσα που του έκανε η ζωή;
Ο Μπερντ είναι ένας αντιήρωας με τα όλα του -δεν είναι τυχαίο ότι σε κάποιο σημείο του μυθιστορήματος γίνεται αναφορά στον Κάφκα- και σαν τέτοιος μοιάζει να ισορροπεί σ’ ένα τεντωμένο σκοινί, που είτε θα τον οδηγήσει σε μια μικρή λύτρωση ή στην απόλυτη καταστροφή. Μεγάλο το δίλημμα που έχει να αντιμετωπίσει και κανείς δεν μπορεί να προδικάσει την απόφασή του. Θα προσπαθήσει άραγε κι αυτή τη φορά να θάψει τα προβλήματά του κάτω από το χαλί, ή θα σταθεί επιτέλους δυνατός και θα τα αντιμετωπίσει;
Ο συγγραφέας, με αφορμή την ιστορία, κάνει κι ένα σχόλιο για τη σύγχρονη ιαπωνική κοινωνία, που όλο και αλλάζει, που όλο και κινείται με πιο γρήγορες ταχύτητες, που όλο και κυλάει πιο βαθιά στο μηδενισμό. Και δε συμπεριφέρεται με ιδιαίτερη συμπάθεια στους ήρωές του. Τους αφήνει να πληγώνονται και να ματώνουν ασύστολα, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην πραγματικότητα. «Οι άνθρωποι πια δε ζουν, μονάχα επιβιώνουν,» μοιάζει να είναι το μήνυμά του.

Από τις εκδόσεις Καστανιώτη

Σώτη Τριανταφύλλου – Λίγο από το αίμα σου

Αύριο μια άλλη χώρα... η Κένυα. Ναι, το ξέρω ότι αυτός είναι ένας κάπως παράδοξος τρόπος για να αρχίσει κανείς την παρουσίαση ενός βιβλίου, αλλά να, το «Λίγο από το αίμα σου» μου θυμίζει σε αρκετά σημεία το «Αύριο μια άλλη χώρα», τουλάχιστον σε ό,τι έχει να κάνει με μια απ’ τις βασικές ηρωίδες του, τη μικρή Μπέθανυ. Κι αυτό επειδή η Μπεθ μοιάζει πολύ με τη Λιλή, εκείνο το φοβερό κορίτσι στο «Αύριο...».
Όπως και νάχει, στο ανά χείρας μυθιστόρημα διαβάζουμε την ιστορία δύο οικογενειών, των Σταμπς και των ντε Μπιουτ, που αφήνουν την Αγγλία του μεσοπολέμου για την Κένυα, ψάχνοντας για κάποιες νέες μεγάλες ευκαιρίες, ή απλά ξοδεύοντας τα πλούτη που έχουν συσσωρεύσει. Η χώρα στα αμάθητα μάτια τους φαντάζει στην αρχή σαν ένας παράδεισος, ένας κόσμος που ποτέ δε θ’ αλλάξει, ένα μέρος υποταγμένο απόλυτα στη θέλησή τους.
Τα πράγματα, ωστόσο, δεν είναι ακριβώς όπως φαίνονται και όλοι οι ήρωές μας θα το ανακαλύψουν αυτό ο ένας μετά τον άλλο, με τη σειρά, με τρόπο σκληρό, τόσο στη διάρκειά της ιστορίας, όσο και λίγο πριν το τέλος της.
Το «Λίγο από το αίμα σου» δεν είναι τόσο ένα μυθιστόρημα που στηρίζεται στη μυθοπλασία, όσο στους χαρακτήρες του. Ο εκκεντρικός Ιερώνυμος, που ξαφνικά τη βλέπει ιεραπόστολος και περιθάλπει αρρώστους στα νοσοκομεία. ο άβουλος Ευγένιος -που είναι κι ο αφηγητής της ιστορίας- που φαινομενικά δεν έχει κανένα σκοπό στη ζωή. ο Ρόναλντ Σταμπς, πατέρας του τελευταίου, ένας ερασιτέχνης εφευρέτης, που κατασκευάζει τα πιο «κουφά» αντικείμενα κι είναι καλλιεργητής χρυσανθέμων. η Λύντια, αδελφή του Ιερώνυμου, μια κοπέλα με σκόρπια μυαλά. ο Φίλιπς, ο κομμουνιστής μπάτλερ των ντε Μπιουτ. κι η υπέροχη Μπέθανυ – αυτοί είναι οι ήρωες μας, οι χαρακτήρες, που χαίρονται, λυπούνται, πέφτουν, δυστυχούν και πού και πού γίνονται ευτυχισμένοι, καθώς παρελαύνουν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Χαρακτήρες ανθρώπινοι, με πολλά πάθη και περίσσια λάθη, με πίστη στη ζωή και παραιτημένοι απ’ αυτή.
Η Σώτη Τριανταφύλλου μ’ αυτό το βιβλίο μοιάζει να επιστρέφει με χιούμορ πολλή και τρυφερότητα στ’ αχνάρια που χάραξε με το «Εργοστάσιο των μολυβιών», αφού μας δίνει ένα ιστορικό μυθιστόρημα που δεν είναι ακριβώς τέτοιο, ταξιδεύοντάς μας με τον ιδιαίτερο δικό της τρόπο στο χώρο και στο χρόνο. Το κείμενο κυλάει γρήγορα και απολαυστικά, με κινηματογραφικούς ρυθμούς, και οι ατάκες περισσεύουν. Αντιγράφουμε:

«...αν ο Ευγένιος προσευχόταν για κάτι, θα ζητούσε να μη γίνει ποτέ άνθρωπος χωρίς ερωτηματικά...»

«Φανταστείτε να μην είχαν σταυρώσει τον Ιησού. Φανταστείτε να τον είχαν παλουκώσει! Οι εκκλησίες θα ήταν τίγκα στα παλούκια! Αντί να σταυροκοπιούνται οι χριστιανοί, η λαίδη ντε Μπιουτ, η μις Λύντια και τα λοιπά – θα έκαναν το σημάδι του παλουκιού! Και θα φορούσαν αλυσιδίτσες από τις οποίες θα κρέμονταν μικροσκοπικά χρυσά παλούκια...»

«Βάρβαροι, μις, είναι όσοι θεωρούν βάρβαρους όσους δεν τους μοιάζουν.»

«... η νεανική ηλικία είναι η εποχή των μεγάλων ναυαγίων...»

«...έρωτας είναι ό,τι μπορεί να προδοθεί...»

«Στήνοντας πολέμους, Σταμπς, η μετριότητα αποκτά κύρος...»

«...φαίνεται πως ό,τι μου αρέσει είναι είτε ανήθικο, ή παράνομο, είτε παχαίνει κι αρρωσταίνει... όταν δεν σκοτώνει.» (Αυτό κάπου μου θυμίζει Όσκαρ Ουάιλντ)

«Η χριστιανική κόλαση είναι φωτιά, η ειδωλολατρική είναι φωτιά, η μουσουλμανική φωτιά, η ινδουιστική επίσης! Αν πιστέψουμε στις θρησκείες, Γιουτζήν, ο Μεγαλοδύναμος είναι ψήστης!»

«...ο κόσμος είναι όπως είσαι εσύ ο ίδιος.»

Θα μπορούσα να συνεχίσω για πολύ ακόμη αραδιάζοντας μικρά αποσπάσματα, αλλά δε θα το κάνω. Θα πω μονάχα ότι το «Λίγο από το αίμα σου» είναι κάτι σαν ένα ταξίδι, το οποίο πολύ απόλαυσα.
Κλείνω αυτή την παρουσίαση με μια μικρή, αναγκαία κατ’ εμένα, διόρθωση: Ο έλληνας του βιβλίου, ο Παπαδούλης, δε θα μπορούσε να πει στα 1970 ότι «η περήφανη Ροδεσία έγινε Ζιμπάμπουε», αφού η χώρα άλλαξε το όνομά της δέκα χρόνια μετά.

Σώτη Τριανταφύλλου - Λος Άντζελες

Πήρα, επιτέλους, στα χέρια μου το Λος Άντζελες της Σώτης Τριανταφύλλου και του Πέτρου Νικόλτσου. Το διάβασα αμέσως, με μια ανάσα, και η πρώτη ιδέα που σχηματίστηκε στο μυαλό μου ήταν πως έπρεπε να τιτλοφορείται «Νέα Υόρκη». Βλέπετε, είμαι από τους τυχερούς που έχουν στην κατοχή τους τα βιβλία «Το εναέριο τρένο στο Στίλγουελ» και «Άλφαμπετ Σίτυ», πάνω στα οποία βασίστηκε η συλλογή, κι έτσι τα κείμενα μου ήταν γνωστά. Και τα περισσότερα από αυτά μιλούσαν για τη Νέα Υόρκη και όχι για το Λος Άντζελες.
Ύστερα, ωστόσο, το ξανασκέφτηκα το θέμα και κατέληξα ότι ο τίτλος είναι άσχετος. Τα κείμενα και οι φωτογραφίες είναι που έχουν σημασία. Τα κείμενα που μιλούν για μια Αμερική που γνώρισε πολύ καλά η Σώτη και για τη μικρογραφία της, το Λος Άντζελες, που φωτογράφισε όμορφα ο Νικόλτσος.
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο δεν μπορεί παρά να προσέξει κανείς ότι πολλές φορές οι εικόνες και τα λόγια δε «συμβαδίζουν», κι αυτό είναι αναπόφευκτο αφού τα κείμενα προηγήθηκαν των φωτογραφιών. Είναι κάτι όμως που τα δένει: μια υπόγεια αίσθηση νοσταλγίας. Τα ασπρόμαυρα πλάνα του ενός καλλιτέχνη μοιάζουν πολλές φορές να κάνουν μακροβούτι στις αναμνήσεις του άλλου. Λες και προβαίνουν σε κάποια αλληλο-εξομολόγηση, που βγαίνει αβίαστα στο βιβλίο.
Όπως ανέφερα και πιο πριν, τα κείμενα τα έχω διαβάσει εδώ και καιρό, πολλές φορές μάλιστα, και τα έχω απολαύσει όσο λίγα από τα γραφτά της συγγραφέως, έτσι δεν μπορώ να προσφέρω κάποια αντικειμενική κρίση γι’ αυτά. Ωστόσο, με το κρύο μάτι του φωτογράφου, οφείλω να ομολογήσω ότι κάποιες από τις φωτογραφίες δε μου άρεσαν τόσο (αν και κάποιες άλλες με ενθουσίασαν). Μιλώ για λίγα ουσιαστικά πλάνα όπου βλέπει κανείς «κομμένα» κεφάλια ή όπου ο φωτισμός είναι πολύ άνισος ή που ολόκληρη η σκηνή είναι υπερφωτισμένη. Αν δεν επρόκειτο για βιβλίο που στηρίζεται τόσο στο λόγο όσο και στην εικόνα, ίσως να μην κάναμε αυτές τις επισημάνσεις.
Όπως και νάχει, με τα μικρά του ελαττώματα ή χωρίς, το Λος Άντζελες είναι μια όμορφη συλλογή, που θα δώσει την ευκαιρία στους φίλους της συγγραφέως να ανακαλύψουν -για πρώτη, ίσως, φορά- κάποια από τα παλιά της κείμενα, αλλά και να γνωρίσουν, μέσα από τις εικόνες, μια άλλη όψη της αμερικανικής μεγαλούπολης.
Κλείνουμε αυτή την αναφορά μ’ ένα απόσπασμα:
«Αναρωτιόμουν – αναρωτιόμουν πώς θα ήταν αν είχαμε παντρευτεί εκείνον που μας άρεσε στο λύκειο, αν είχαμε ζήσει με τη χάρη του 19ου αιώνα, αν είχαμε δεχτεί τον κόσμο. Πώς θα ήταν χωρίς ταξίδια ασθμαίνοντα, χωρίς αστέρια αφρίζοντα – πώς θα ήταν αν ζούσαμε με τους κανόνες των άλλων, αν τις νύχτες κοιμόμασταν μέσα σε υδάτινα τοπία και νούφαρα. Αναρωτιόμουν – πώς θα ήταν χωρίς αυτά τα αρχαϊκά ζώα, τα δηλητηριώδη φυτά, χωρίς αυτά τα παράκαιρα όντα, τα εκπεσόντα. Κάθε βράδυ, όταν συναντιόμασταν στους μεγάλους λιμενοβραχίονες, μέσα στις αμφίβολες συγχρωμίες, θυμόμουν εσένα, εσένα και τη φωτιά που σε χαράζει – κι αναρωτιόμουν πώς θα ήταν.»

Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μελάνι

Μάρω Βαμβουνάκη – Η κραταιά αγάπη

Είναι κάποια βιβλία-μπαλάντες -ξέρετε, απ’ αυτά που μπορεί να διαβάσει κανείς με μια πνοή- στα οποία ξανά και ξανά επιστρέφω. Και είναι και κάποιοι συγγραφείς που μοιάζουνε να γράφουν κατ’ επανάληψη την ίδια ιστορία, οι οποίοι όμως καταφέρνουν πάντοτε να της δίνουν πνοή και νέο ενδιαφέρον. Ένα τέτοιο βιβλίο είναι «Η κραταιά αγάπη». Μια τέτοια συγγραφέας είναι η Μάρω Βαμβουνάκη.
Ανοίγω την πρώτη σελίδα: Η ημερομηνία που το πρωτοδιάβασα και μια αφιέρωση, Σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις. Θυμήθηκα. Και το γιατί θυμήθηκα και τους λόγους που μου άρεσε αυτό το βιβλίο. Σα μια κιβωτό από αναμνήσεις μοιάζει. Σα μια εξ’ αποστάσεως αυτοβιογραφία. Αγορασμένο από κάποια φίλη στο Ηράκλειο, η ιστορία μιλά για ένα έρωτα που γεννιέται και πεθαίνει στα Χανιά. Στα Χανιά, την πόλη μου, την πηγή κάθε έμπνευσης και τη γεννήτορα πλήθους αναμνήσεων.
Όχι, δε θα παρουσιάσω ετούτο το βιβλίο, δεν μπορώ. Απλά θα κλέψω στιγμές απ’ αυτό και θα σας τις μεταφέρω αυτούσιες, όπως ακριβώς πήραν ζωή απ’ τη γραφίδα της συγγραφέως. Πολλές φορές τα σχόλια είναι περιττά.

«...ορκίστηκε πως, ζωή αληθινή από δω και μπρος θα είναι ζωή χωρίς θεατρικές παραστάσεις μέσα της. Με όσο γίνεται λιγότερες έστω.»

«Στον έρωτα όπως και στην τέχνη, η φιλανθρωπία σημαίνει καταστροφή. Φοβάται όσους την κάνουν να τους λυπάται.»

«Δεν καταλάβαινε τίποτα, όμως αλλοίμονο κι αν η ζωή παιζότανε μόνο μ’ αυτά που συνειδητοποιούμε.»

«Κανένα όργανο αντρικό δεν είναι πιο ερωτικό από τη σκέψη του, απ’ την ειλικρίνεια που τη φλογίζει.»

«Οι απελπισμένοι άντρες είναι οι δυνατότεροι εραστές. Προσφέρονται χωρίς να διεκδικούν.»

«Για να αγαπήσεις αληθινά χρειάζεσαι είτε πίστη, είτε απόγνωση. Και τα δύο σπάνια, δυσκολότερο το πρώτο.»

«Το κάτεργο της ελευθερίας είναι το πιο δύσκολο να μάθω.»

«Ο ανικανοποίητος εγωισμός λιμοκτονεί για κάθε τι που του αρνούνται, ακόμα και για την καταστροφή.»

«Σπουδαίος, λέει, δεν είναι εκείνος που φαίνεται στα μάτια των άλλων σπουδαίος, αλλά αυτός που κάνει τους άλλους να νιώθουν κοντά του σπουδαίοι. Το γαλανό του βλέμμα τη βάφτιζε: μοναδική.»

Κάποιοι θα διαφωνήσουν με τα πιο πάνω, άλλοι θα έχουν αντιρρήσεις και μερικοί θα διαφωνήσουν. Τέτοιες σκέψεις, ωστόσο, είναι όμορφο να διατυπώνονται ανοικτά.

Ριουνοσούκε Ακουταγκάουα – Κάπα

Δυο απορίες γεννήθηκαν στο μυαλό μου όταν ξαναδιάβασα αυτή τη νουβέλα μετά από δεκατρία τόσα χρόνια: Α) Πώς και εκδόθηκε και στην Ελλάδα; Β) Αν την είχε γράψει κάποιος έλληνας συγγραφέας θα είχε άραγε δει ποτέ το φως της μέρας;
Θα απαντήσω στο δεύτερο ερώτημα πρώτα μ’ ένα ξερό: Όχι! Αλλά, ας προσθέσω μία ακόμη λέξη: Αποκλείεται. Όσο για την απάντηση στην πρώτη ερώτηση είναι κι αυτή απλή: εκδόθηκε στην Ελλάδα επειδή ο συγγραφέας είχε πεθάνει το 1927, οπότε τα πνευματικά δικαιώματα έχουν ήδη λήξει.
Θα με ρωτήσετε τώρα, μα τόσο κακό είναι αυτό το βιβλίο; Η αλήθεια είναι πώς όχι, δεν είναι καθόλου κακό. Είναι πολύ καλογραμμένο μάλιστα, πλούσιο σε εικόνες αποκυήματα μιας ξεχειλίζουσας φαντασίας. Τότε; Απλά είναι τόσο παράξενο βιβλίο, τόσο μικρό και αντιεμπορικό, τόσο εκτός πλαισίων και άγραφων εμπορικών κανόνων, που η έκδοσή του κάτω από διαφορετικές περιστάσεις θα αποτελούσε ένα μικρό ή μεγαλύτερο ρίσκο.
Για τι μιλά το Κάπα; Μα, για τους Κάπα φυσικά, μια φυλή πλασμάτων που ζουν στο έδαφος της Ιαπωνίας ή μάλλον κάτω από αυτό, κρυμμένοι από τους ανθρώπους, κάποιοι από τους οποίους όμως συχνά-πυκνά τους επισκέπτονται. Η κοινωνία των Κάπα είναι μια κοινωνία διαφορετική από την ανθρώπινη, η οποία ωστόσο πού και πού τη θυμίζει πολύ. Οι Κάπα είναι πλάσματα γεμάτη πάθη, χαρές, πίκρες και απογοητεύσεις ακριβώς όπως και οι άνθρωποι, αλλά να, αυτοί βλέπουν διαφορετικά τον κόσμο, μέσα από το δικό τους φακό. Αυτό ακριβώς το βλέμμα προσπαθεί να κατανοήσει ένας άνθρωπος όταν πέφτει στο βασίλειο των Κάπα. Σ’ αυτή του την προσπάθεια θα έχει αρωγό το φιλόσοφο Μαγκ, που έχει μάλιστα γράψει και ένα βιβλίο με τίτλο Τα Λόγια Του Τρελού, από το οποίο αντιγράφουμε:
Αν ζούμε τη ζωή μας με βάση τη λογική, κάποια στιγμή, αναπόφευκτα, θ’ απαρνηθούμε την ύπαρξή μας. Το γεγονός ότι ο Βολταίρος, που θεοποίησε τη λογική, τελείωσε ευτυχισμένα τη ζωή του αποδεικνύει ότι το ανθρώπινο ον δεν είναι τόσο εξελιγμένο όσο ο Κάπα.
Και σαν εξελιγμένη φυλή που είναι οι Κάπα έχουν και το δικό τους θεό, ο οποίος: «..έπλασε αυτό τον κόσμο σε μία μόνο μέρα. Παρόλο που χρησιμοποιούμε τη λέξη δέντρο στη φράση Δέντρο της Ζωής, δεν υπάρχει τίποτε που να μην μπορεί να κάνει. Όπως ήταν φυσικό, δημιούργησε και το θηλυκό του είδους Κάπα. Όταν βρήκε κάπως μονότονη την ύπαρξή της, η θηλυκή Κάπα άρχισε να ψάχνει για τον αρσενικό Κάπα. Κι ο θεός μας, που τη λυπήθηκε, πήρε το μυαλό της και έφτιαξε τον αρσενικό Κάπα. Έπειτα, αφού ευλόγησε το ζευγάρι, τους είπε: Φάτε. Ενωθείτε. Ζήστε έντονα».
Η νουβέλα αυτή αποτελεί ένα απολαυστικό ανάγνωσμα, αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να σας συστήσω να την αγοράσετε αφού ίσως να μην συμπίπτει με τα γούστα σας και μετά θα έχω εγώ το... κρίμα στο λαιμό μου!

Εύα Ομηρόλη - Σεισάχθεια

Διάβασα πρόσφατα ξανά -μετά από εφτά χρόνια- το ομώνυμο βιβλίο της Εύας Ομηρόλη και παραθέτω κάποιες «ατάκες»:

Μπορώ απλώς να υπάρχω, χωρίς να σκέφτομαι, και να ελπίζω πως θα ξεχάσω και θα σωθώ.

Κάποτε κουράστηκα να εμβαθύνω και να φιλοσοφώ. Η νεανική μου διάθεση ν’ αλλάξω τον κόσμο γερνούσε πολύ γρήγορα. Σιγά σιγά την εγκατέλειπα και διατηρούσα μόνο μια ψευδαίσθηση πως εγώ δεν αποτελούσα μέλος εκείνου του συνόλου, μου άρεσε ακόμη να φαντάζομαι πως είμαι διαφορετικός.

Δεν είναι που εμείς είμαστε σκλάβοι, είναι που οι επιθυμίες μας δεν είναι ελεύθερες.

Εγώ αναζητώ τη δύναμη να τα δέχομαι όλα σαν μέρος της ύπαρξης χωρίς να πρέπει να τα κρίνω. Δε θέλω ν’ αναζητώ την καλή πλευρά, θέλω να μάθω ν’ αποδέχομαι και την κακή.

Ο φόβος είναι το πιο μεγάλο ψέμα.

Ο έρωτας, όταν χάνεται, πονάει, αλλά σε οδηγεί από μόνος του στην κάθαρση.

Δεν μπορείς να ξέρεις αν σου λείπει κάτι χωρίς πρώτα να το γνωρίσεις.

Είναι πιο σημαντικό να πραγματοποιείς τα όνειρά σου παρά να νιώθεις ένοχος για τα απραγματοποίητα όνειρα των άλλων.

Όσο περισσότερους κανόνες εξοντώνει στη ζωή του ένας άνθρωπος, τόσο πιο κοντά έρχεται στο νόημα της ζωής.

Η ζωή είναι πάντα πιο μεγάλη από τις αποφάσεις.

Ποιος τις χρειάζεται τις λέξεις; Ολομόναχες και θλιβερές, τις πιο πολλές φορές δεν ξέρουν τι εκπροσωπούν.

Η πιο μεγάλη φυλακή είναι τα κεκτημένα.

Αν είναι να αναλωθείς, καταναλώσου για το άγνωστο που έχει πιότερες ελπίδες απ’ το πεπραγμένο.

Σκεφτόμουνα να παρουσιάσω το βιβλίο, αλλά το έκανα ήδη στο μακρινό παρελθόν, και δε μ’ αρέσει -έστω κι έτσι- να επαναλαμβάνομαι.

Christopher Paolini - Eldest

 Αγορά από το Book Depository

Φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Ναι, αυτό ακριβώς προσπαθούν να μας πουλήσουν τα αμερικανάκια με τα βιβλία του Κρίστοφερ Παολίνι, τον οποίο έσπευσαν να χαρακτηρίσουν μεγάλο συγγραφέα, διάδοχο του Τόλκιν, και άλλα τραγικά. Απ’ ό,τι φαίνεται δεν τάχουν τετρακόσια οι πέρα του ατλαντικού άσπονδοι φίλοι μας.
Εντάξει, το ομολογώ, τα βιβλία του Παολίνι είναι μεγάλα, αλλά μόνο σα μέγεθος, κανονικά τούβλα. Χίλιες σελίδες μετρά στη χαρτόδετη έκδοσή του το “Eldest”, αλλά χίλιες σελίδες... τίποτα. Ένα φλύαρο βιβλίο όπου σχεδόν τίποτα δε συμβαίνει και που θα μπορούσε να κατά τα τέσσερα πέμπτα μικρότερο. Γιατί άλλο είναι να σου αρέσει ο Τόλκιν και άλλο το να είσαι αυτός.
Βασικά αυτό που κάνει ο Παολίνι είναι να κατακλέβει διάφορους μύθους που ξεπήδησαν από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών και κάποιες γοτθικές ιστορίες και να τους μαγειρεύει ανεπιτυχώς, μέχρι να φτάσει στο τελικό αποτέλεσμα. Έτσι, στο Eldest βλέπουμε φτηνά κολπάκια μαγείας, απ’ αυτά που μαθαίνουν οι πρωτοετείς στο Χάρι Πότερ, κάποιες τελετές των ξωτικών που ξεπηδούν κατ’ ευθείαν από τα βιβλία του Τόλκιν, κι ακόμη έναν αδιέξοδο έρωτα ανάμεσα στον ήρωα του Παολίνι και μια γυναίκα-ξωτικό, που παραπέμπει στην ιστορία του Άρχοντα. Για να μην πούμε για τα ονόματα των πρωταγωνιστών που κι αυτά ακόμη είναι «δανεικά» από το «Μύθο του Ακέφαλου Καβαλάρη», του Ίρβινγκ Ουάσινγκτον.
Τι απομένει; Μοναχά κάποιες στιγμές μάχης και ένας από μηχανής θεός που έρχεται να σώσει τους αθώους χωρικούς από τον άρχοντα του κακού.
Το τελικό συμπέρασμα φθάνει αβίαστα: Όποιος διάβασε τα βιβλία του Τόλκιν, δεν έχει κανένα απολύτως λόγο να διαβάσει αυτά του Παολίνι (προηγήθηκε το Εραγκόν και θα ακολουθήσει ένα ακόμη, που θα συμπληρώσει την τριλογία της Κληρονομιάς). Εντάξει, είναι καλογραμμένα, αλλά – το ξαναλέω – πολύ φλύαρα και δεν έρχονται να προσθέσουν τίποτα το καινούριο στην εν λόγω φιλολογία. Το ότι ο συγγραφέας τους είναι πολύ νέος, δεν είναι αρκετή δικαιολογία για το μέγεθος της φούσκας.

Philip Pullman: The Golden Compass

 
Αγορά από το  Book Depository

Ποια είναι η διαφορά του Φίλιπ Πούλμαν από την Τζ. Κ. Ρόουλινγκ; - ο πρώτος είναι πολύ καλύτερος συγγραφέας. Και εννοώ, πολύ-πολύ καλύτερος. Εντάξει, η διάσημη μαμά του Χάρι Πότερ έφτιαξε ένα ολόκληρο σύμπαν με τις ιστορίες του πασίγνωστου παιδιού-μάγου, αλλά δεν κατέχει τη συγγραφική μαστοριά του Πούλμαν.
Ο Πούλμαν μοιάζει μ’ ένα γέρο παραμυθά που κάθε τόσο βγάζει ένα θησαυρό απ’ το σεντούκι της σκέψης του, για να τον κάνει ιστορία και να μας την αφηγηθεί.
Το The Golden Compass είναι το πρώτο από την τριλογία με τίτλο His Dark Materials, και καταπιάνεται με τις περιπέτειες της Λύρα, μιας ορφανής -όπως η ίδια νομίζει- μικρής, που είναι περίεργη πολύ, που της αρέσει να μαθαίνει τα πάντα, που είναι πιστή στους φίλους της και πάντα έτοιμη να θυσιαστεί γι’ αυτούς.
Όλα αρχίζουν όταν επισκέπτεται το κολέγιο Τζόρνταν, στο οποίο μάλλον φιλοξενείται παρά φοιτά η Λύρα, ο θείος της Λόρδος Άσριελ. Ο τελευταίος παρουσιάζει στους καθηγητές και επιστήμονες που απασχολούνται εκεί μια τρομακτική ανακάλυψη: στο βορρά της γης, εκεί που παίρνει μορφή και σχήμα το Βόρειο Σέλας, κατάφερε να φωτογραφήσει την ύπαρξη ενός άλλου παράλληλου σύμπαντος, το οποίο πιστεύει ότι μπορεί με μία γέφυρα να ενώσει με το δικό μας πλανήτη. Ζητεί, λοιπόν, τη στήριξη του κολεγίου, που κάθε άλλο παρά σίγουρη είναι. Ωστόσο, δεν είναι ο μόνος που γνωρίζει και που έχει δει αυτό τον παράλληλο κόσμο. Για την ύπαρξή του είναι ενήμερη, όπως μαθαίνουμε στη συνέχεια και η καθολική εκκλησία, που μέσω μιας ιδιόρρυθμης και τρομακτικής γυναίκας, της Κυρίας Κουλτέρ -που ωστόσο έχει τη δική της ατζέντα- προσπαθεί να εμποδίσει τα σχέδια του Άσριελ.
Καθώς η υπόθεση εξελίσσεται με γοργούς ρυθμούς -εξαφανίσεις παιδιών, ίντριγκες, μάχες, ανατροπές- ακολουθούμε τη Λύρα από τον ένα τόπο στον άλλο, από τη μια ζωή στην άλλη, μαθαίνουμε φοβερά μυστικά, βλέπουμε μύθους να βγαίνουν στο φως και συχνά να καταρρίπτονται, ερχόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο με την απώλεια και βλέπουμε πόσα μπορεί να επιτύχει κανείς όταν είναι ξύπνιος και θαρραλέος.
Η Λύρα είναι ένας καλοσχηματισμένος χαρακτήρας, τον οποίο παρακολουθούμε να αλλάζει στο πέρασμα του χρόνου, να μαθαίνει τα μαθήματά του, να πέφτει και να σηκώνεται με πείσμα, ακολουθώντας με πίστη το δρόμο του, ψάχνοντας τον προορισμό του, εκείνο που μάλλον δεν είναι γραμμένος στ’ αστέρια, αλλά σε μια χρυσή πυξίδα, που την καθοδηγεί.
Ο συγγραφέας μας χαρίζει ένα παραμύθι-ποταμό, πλούσιο σε εικόνες και συναισθήματα, ικανό να καθηλώσει κάθε αναγνώστη, κι όχι κατ’ ανάγκη μόνο εκείνους της νεανικής λογοτεχνίας ή της λογοτεχνίας του φανταστικού. Και τα βάζει στα ίσια με την επίσημη εκκλησία, κάτι που απ’ ό,τι τουλάχιστον γνωρίζω, κανένας γνωστός συγγραφέας του είδους δεν έκανε ποτέ μέχρι τώρα.
Ένα, απλά, υπέροχο, βιβλίο.

Saturday, January 3, 2009

Wilbur Smith – The Quest

 
 Αγορά από το Book Depository

Θα προταθεί άραγε ποτέ ο Ουίλμπουρ Σμιθ για το Νόμπελ Λογοτεχνίας; Η απάντηση είναι, μάλλον όχι. Κι αυτό, επειδή δε δείχνει να ασχολείται ιδιαίτερα με την πολιτική, παραμένει μακριά από τα παιχνίδια δημοσίων σχέσεων ζώντας στην Αφρική, και -το μεγάλο στ’ αλήθεια αμάρτημα του- πουλάει πολύ.
Ο Σμιθ είναι ένας εξαιρετικός λευκός αφρικανός συγγραφέας, που γράφει μεστά μυθιστορήματα, γεμάτα αγωνία και δράση και πλημμυρισμένα από κάποιους από τους πιο αξιομνημόνευτους λογοτεχνικούς ήρωες. Ένα από τα πιο αγαπημένα δημιουργήματα της φαντασίας του είναι ο μάγος Τάιτα, που ζει και ενεργεί στην αρχαία Αίγυπτο. Ο όρος «μάγος» δεν είναι αυτός που θα τον περιέγραφε ακριβώς, αφού ο Τάιτα μάλλον με κάποιο σοφό γέρο και γητευτή πιότερο μοιάζει.
Στο ανά χείρας μυθιστόρημα βλέπουμε την Αίγυπτο, υπό την ηγεσία του Φαραώ Νέφερ Σέτι, να αντιμετωπίζει μερικά φοβερά κι οδυνηρά προβλήματα, πραγματικές μάστιγες. Τα νερά του Νείλου έχουν στερέψει μ’ αποτέλεσμα ολόκληρη η άλλοτε εύφορη χώρα να βρίσκεται στα πρόθυρα της ολοκληρωτικής καταστροφής. Κάτι αποτρόπαιο φαίνεται να συμβαίνει στα βάθη της Αφρικής, απ’ όπου πηγάζει το μεγάλο ποτάμι, που φέρνει το Φαραώ στα όρια της απελπισίας. Εκεί, όμως, που όλα μοιάζουν χαμένα, επιστρέφει μετά από επτά χρόνια περιπλανήσεων σε χώρες μακρινές, ο μάγος Τάιτα, που με την παρουσία του και μόνο γεννά και πάλι την ελπίδα στις ψυχές των συμπατριωτών του.
Τώρα, με διαταγή του Φαραώ, πρέπει να ταξιδέψει στις πηγές του Νείλου, ν’ ανακαλύψει τι ήταν εκείνο που έκανε τα νερά του να στερέψουν, και -αν τα καταφέρει- να τον «απελευθερώσει» και πάλι.
Κινάει, λοιπόν, για το μακρινό, δύσκολο και επικίνδυνο ταξίδι, έχοντας μαζί ένα πιστό του σύντροφο, τον Μέρεν, τον οποίο γνωρίζουμε από τα προηγούμενα αιγυπτιακά έπη, και ένα αριθμό στρατιωτών. Ο μάγος το ξέρει ότι τον περιμένουν πολλοί κίνδυνοι και κακουχίες, είναι σίγουρος ότι θα έρθει πολλές φορές πρόσωπο με πρόσωπο με το θάνατο, θα χύσει και θα δει να χύνεται πολλή αίμα, αλλά είναι αποφασισμένος να επιτύχει στην αποστολή του. Σε μια αποστολή στη διάρκεια της οποίας θα γνωρίσει τον έρωτα -στην μετενσάρκωση μιας νεκρής από χρόνια αγαπημένης του βασίλισσας- θα πολεμήσει σκληρά με ανθρώπους και μάγους, θα πέσει στην άβυσσο του ψέματος κατ’ επανάληψη, για ν’ αναδυθεί στον ουρανό της αλήθειας.
Από τις 630 πυκνογραμμένες σελίδες του βιβλίου βλέπουμε να περνάνε δεκάδες αδιάφοροι κι ενδιαφέροντες χαρακτήρες, τους προδότες να μετατρέπονται σε πατριώτες κι αντίστροφα και τη χείρα βοηθείας να καταφθάνει από εκεί που κανείς δεν την περιμένει.
Ο Σμιθ έχει γράψει ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, μια χορταστική περιπέτεια, για την Αίγυπτο, για την Αφρική και τη μαγεία, για των ανθρώπων τα πάθη και τις αδυναμίες. Ο Τάιτα, η αγαπημένη του Φεν, η Ιμπάλα (ζώο της Αφρικής το όνομά της), ο Μέρεν και η κακιά μάγισσα Ίως, είναι μερικοί από τους πιο σημαντικούς χαρακτήρες στο πάνθεον που έχει στο πέρασμα του χρόνου δημιουργήσει.
Έχω διαβάσει όλα τα μυθιστορήματα του συγγραφέα, εκτός από ένα, και πιστεύω ότι το The Quest είναι ένα από τα καλύτερά του. Προσφέρεται για στιγμές αναγνωστικής απόλαυσης τις μεγάλες μέρες του καλοκαιριού και τις ακόμη μεγαλύτερες νύχτες του χειμώνα.

Wilbur Smith - The Triumph of the Sun

 
Αγορά από το Book Depository

Ο Ουίλμπουρ Σμιθ είναι ένας από τους πλέον αγαπημένους μου συγγραφείς. Ένας από εκείνους που πάντα καταφέρνουν να με συνεπάρουν με την πλοκή των έργων τους και τη δράση των ηρώων τους, μεταδίδοντάς μου ταυτόχρονα κάποιες γνώσεις.
Δεν ντρέπομαι να ομολογήσω ότι περισσότερα έμαθα από τα βιβλία του εν λόγω κυρίου για τη Ζιμπάμπουε, παρά από τα ιστορικά βιβλία.
Στο τελευταίο του μυθιστόρημα, τον «Θρίαμβο του Ήλιου», μας ταξιδεύει στο Σουδάν του 19ου αιώνα, όπου ξεσπά ένας αιματηρός πόλεμος ανάμεσα στους πολέμαρχους και πιστούς στον απεσταλμένο του Μωάμεθ ιμάμη Μαχντί, και τις δυνάμεις της Αιγύπτου, που με τη στήριξη των βρετανών εξουσιάζουν τη χώρα. Το Χαρτούμ τελεί υπό συνεχή αποκλεισμό, η πείνα και η χολέρα θερίζουν, οι άμυνες και οι αντοχές των πολιορκημένων γίνονται μέρα με τη μέρα όλο και πιο αδύνατες. Μέσα σ’ αυτό, λοιπόν, το κλίμα φθοράς, πόνου και παρακμής, όπου η ανθρώπινη αξιοπρέπεια εκμηδενίζεται, κάποιοι προσπαθούν να διατηρήσουν ζωντανή, με νύχια και με δόντια, την ελπίδα.
Τα πράγματα δεν είναι καθόλου ευοίωνα, αλλά που και που κάτι συμβαίνει, που αναπτερώνει τις ελπίδες.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες συναντώνται δύο από τις πιο φημισμένες δυναστείες των βιβλίων του Σμιθ: Οι Κόρτνι και οι Μπάλανταϊνς. Ο Ράιντερ Κόρτνι είναι ένας δαιμόνιος επιχειρηματίας και τυχοδιώκτης, ο Πένροντ Μπάλανταϊν είναι ένας παρασημοφορημένος λοχαγός των βρετανών Ουσάρων. Η τύχη στέλνει συνέχεια τον ένα στο δρόμο του άλλου: ερωτεύονται την ίδια γυναίκα, στρατεύονται στον ίδιο σκοπό, ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο, θα μπορούσαν ακόμη και να μισήσουν ο ένας τον άλλο, αλλά η μοίρα τους θέλει αντί εχθρούς στενούς σύμμαχους.
Ο Σμιθ φτιάχνει και πάλι μια περιπετειώδη ιστορία με καταιγιδιστική δράση, που καθηλώνει, αλλά που υστερεί σε σχέση με τα προηγούμενά του βιβλία σ’ ένα τομέα: στις εκπλήξεις, ή, αν προτιμάτε, στις ανατροπές. Με μια λέξη, αυτό είναι ένα βιβλίο, προβλέψιμο. Εδώ έχουμε όλες τις καθιερωμένες από το συγγραφέα προσωπικές διαμάχες, τις προδοσίες, τους ηρωισμούς.
Ωστόσο, για να λέμε τα πράγματα ακριβώς όπως έχουν, μία έκπληξη μας την επιφυλάσσει ο Σμιθ. Κι αυτή είναι ο έντονος ερωτισμός που αποπνέει το κείμενο. Παλλακίδες, αθώα κορίτσια και στην πρώτη ερωτική αφύπνιση γυναίκες, παρελαύνουν μέσα από τις σελίδες του. Ο έρωτας μοιάζει να είναι το κυρίαρχο στοιχείο, και είναι και το μόνο μας δίνει τις όποιες ανατροπές.
Είναι φανερό ότι ο Σμιθ γράφοντάς το ήταν ακόμη επηρεασμένος από το νέο του έρωτα, τη γυναίκα που παντρεύτηκε μόλις πρόσφατα, και την οποία περιγράφει σαν: “my helpmate, playmate, soulmate, wife and best friend”.
Όπως και νάχει, ο «Θρίαμβος του Ήλιου» είναι ένα καλογραμμένο βιβλίο, που μιλάει για τον έρωτα και την Αφρική. Για δύο έρωτες δηλαδή...Ο Σμιθ είναι με διαφορά ο πιο εμπορικά επιτυχημένος λευκός αφρικανός συγγραφέας. Τα βιβλία του στην Ελλάδα κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Bell.

Thomas Harris – The Silence of the Lambs

 
 Αγορά από το Book Depository

Για μια ακόμη φορά μπορώ να πω ότι η ταινία δεν αδίκησε τη «Σιωπή των Αμνών» του Τόμας Χάρρις, αλλά αντίθετα ανέδειξε τα δυνατά στοιχεία της στοιχεία.
Η υπόθεση λίγο-πολύ γνωστή απ’ την ταινία: Ένας κατά συρροή δολοφόνος σκορπά τον πανικό απάγοντας και δολοφονώντας γυναίκες και οι διωκτικές αρχές, που δέχονται ασφυκτική πίεση από τον τύπο και τους πολιτικούς, μοιάζουν να βρίσκονται σ’ αδιέξοδο. Κανείς απ’ τους ειδικούς δε φαίνεται ικανός να μπει στο μυαλό του δολοφόνου και να προβλέψει την επόμενη κίνησή του, έτσι όλα μοιάζουν χαμένα. Ο μόνος που μπορεί να βοηθήσει στη σύλληψή του είναι ο Δρ. Χάνιμπαλ Λέκτερ, που κρατείται κάτω από υψηλά μέτρα ασφαλείας σε μια ψυχιατρική κλινική. Πώς να τον πείσουν, όμως, να τους μιλήσει; Ο Τζακ Κρώφορντ, που γνωρίσαμε από το προηγούμενο βιβλίο του Χάρρις, τον «Κόκκινο Δράκο», επιστρατεύει μια τελειόφοιτο της ακαδημίας του Εφ Μπι Άι, ακριβώς γι’ αυτό το σκοπό.
Η Κλαρίς Στάρλινγκ, που υποδύθηκε με επιτυχία στην ταινία η Τζόντι Φόστερ, είναι μια λαμπρή φοιτήτρια, που θέλει όσο οτιδήποτε άλλο στον κόσμο να επιτύχει και να μπει στο Σώμα, έτσι με που την καλεί ο Κρώφορντ, πέφτει με τα μούτρα στη δουλειά, αλλά και σ’ ένα ταξίδι που θα την οδηγήσει στις σκοτεινές πλευρές της ψυχής και την αυτογνωσία. Ο Λέκτερ, που τη βασανίζει και τη συμπαθεί, της δείχνει με τον τρόπο του το δρόμο προς τη λύση του μυστηρίου.
Τα πράγματα, ωστόσο, περιπλέκονται, όταν ο δολοφόνος απαγάγει την κόρη μιας πανίσχυρης πολιτικού, με αποτέλεσμα ο Κρώφορντ να εξοστρακιστεί από την πρώτη γραμμή της έρευνας. Τώρα η Στάρλινγκ πρέπει είτε να υπακούσει τις εντολές των ανωτέρων της και να επιστρέψει στην ακαδημία ή να ακολουθήσει το ένστικτό της και, με τη βοήθεια και ανοχή του «προστάτη» της, να συνεχίσει να διερευνά την υπόθεση, βάζοντας προς το παρόν στον πάγο τα όνειρά της για καριέρα. Το δίλημμά της μεγάλο, αλλά κι η επιλογή που προβάλλει μπροστά της ξεκάθαρη.
Η «Σιωπή των Αμνών» είναι ένα καλογραμμένο, αλλά κάπως φλύαρο θρίλερ, που ίσως στα ίσως ενός άλλου συγγραφέα είχε καλύτερη τύχη. Ο Χάρρις, έχοντας την ευλογία να χειρίζεται ένα αβανταδόρικο χαρακτήρα, όπως του Λέκτερ, θα μπορούσε να γράψει ένα από εκείνα τα βιβλία που αφήνουν εποχή, τόσο με τη θεματολογία τους όσο και με τα πάθη των ηρώων τους. Αντί αυτού, όμως, τον προσεγγίζει μάλλον επιφανειακά, αποτυγχάνοντας να διεισδύσει εις βάθος στης ψυχής του τα σκοτάδια.
Απ’ τη δική τους πλευρά οι συντελεστές της ταινίας απομόνωσαν μ’ επιτυχία τα σημεία εκείνα που έκαναν το βιβλίο να ξεχωρίζει και τα ανέδειξαν με τρόπο κινηματογραφικά μοναδικό.Την αίσθηση του ανεκπλήρωτου μού άφησε η ανάγνωση αυτού του έργου.

Thomas Harris – Red Dragon


Αγορά από το Book Depository

Ο «Κόκκινος Δράκος» του Τόμας Χάρρις έγινε γνωστός μετά την επιτυχία που σημείωσε «Η σιωπή των αμνών». Λόγω του ότι σαν ταινία κυκλοφόρησε πρώτα το τελευταίο, πολλοί θεώρησαν ότι σ’ αυτό το βιβλίο ήταν που έκανε την πρώτη του εμφάνιση ο περιβόητος Χάνιμπαλ Λέκτερ, κάτι που ωστόσο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ο γνωστός ιδιοφυής κανίβαλος της λογοτεχνίας και της μεγάλης οθόνης έκανε το ντεμπούτο του στον ανά χείρας τόμο.
Το βιβλίο αυτό καταπιάνεται με τα έργα και τις ημέρες ενός κατά συρροή δολοφόνου, που στη διάρκεια δύο μηνών ξεκληρίζει δύο ολόκληρες οικογένειες. Οι διωκτικές αρχές είναι σίγουρες ότι θα κτυπήσει ξανά πριν την επόμενη πανσέληνο και, βρισκόμενες σε αδιέξοδο, ζητούν τη βοήθεια ενός ντετέκτιβ που έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση.
Ο Γουίλ Γκράχαμ ήταν εκείνος που συνέλαβε τον Λέκτερ και τώρα καλείται να τα βάλει με το «θαυμαστή» του, τον οποίο οι μπάτσοι βαφτίζουν «Νεράιδα των δοντιών» -λόγω του ότι άφησε το αποτύπωμα των δοντιών του σ’ ένα θύμα- αν και ο ίδιος, όπως θα τους αποκαλύψει με μακάβριο τρόπο, προτιμά να τον αποκαλούν Κόκκινο Δράκο.
Καθώς ο χρόνος κυλά αμείλικτα και το φονικό σε αναμονή όλο και πλησιάζει, ο Γκράχαμ προσπαθεί να εισβάλει στην ψυχή του εγκληματία, να τον κατανοήσει, να μαντέψει τα κίνητρά του και να βρει τις αδυναμίες του, κάτι που δεν είναι καθόλου εύκολο, αφού ώρες-ώρες νιώθει σαν κυνηγός φαντασμάτων.
Ο ντετέκτιβ και ο εγκληματίας μοιάζουν σαν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος και σε κάποια ανύποπτη στιγμή ο τελευταίος το αντιλαμβάνεται αυτό, καθώς νιώθει σίγουρος ότι ο διώκτης του σκέφτεται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που σκέφτεται αυτός. Μοιάζει επίσης να ξέρει ότι ο Γκράχαμ γνωρίζει πως η κινητήριος δύναμη πίσω από τις πράξεις του είναι ο φόβος. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που ο ντετέκτιβ κάποια στιγμή λέει: «Ο φόβος έρχεται με τη φαντασία. Είναι η τιμωρία, είναι το τίμημα της φαντασίας.»
Ο «Κόκκινος Δράκος» δεν είναι τόσο ένα μυθιστόρημα καταδίωξης όσο ένα ψυχολογικό θρίλερ, καθώς στη διάρκεια της ανάγνωσης καταδυόμαστε στα βάθη των ψυχών των ηρώων, μαθαίνουμε τα πιο κρυφά κι οδυνηρά τους μυστικά, και καταλαβαίνουμε ότι σε τέτοιες ακραίες καταστάσεις μόνο οι «εκλεκτικές συγγένειες» μπορούν να προλάβουν την καταστροφή.Η μεταφορά του βιβλίου στη μεγάλη οθόνη κρίνεται επιτυχημένη, αφού το κείμενο δεν αφήνει περιθώρια για σκηνοθετικές ακροβασίες. Με τα σημερινά δεδομένα ίσως να μοιάζει κάπως ξεπερασμένο, αλλά η συγγραφική μαστοριά του Χάρρις το κάνει να κρατά κάποια απ’ τη γοητεία του στο πέρασμα του χρόνου.

Roddy Doyle - Oh, Play That Thing

 
Αγορά από το Book Depository

Δεν το κρύβω ότι ο Ρόντι Ντόιλ είναι ένας από τους αγαπημένους μου σύγχρονους συγγραφείς. Τα βιβλία του με συναρπάζουν με την απλότητά τους, αλλά και για το ιδιόρρυθμο των χαρακτήρων που παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο σ’ αυτά.
Η αρχή της γνωριμίας μου με το έργο του έγινε με το The Barrytown Trilogy, μια σειρά μυθιστορημάτων, που βγάζει άφθονο γέλιο και μιλά, όπως σχεδόν πάντα, για τη μουσική, τα ανθρώπινα πάθη και την ιρλανδική ψυχή. Τα The Van, The Commitments και The Snaper, με βοήθησαν να μάθω περισσότερα για την Ιρλανδία απ’ ό,τι οποιοδήποτε ιστορικό βιβλίο.
Το ανά χείρας μυθιστόρημα είναι η συνέχεια του A Star Called Henry, ή, να προτιμάτε, το δεύτερο μέρος της ιστορίας του Χένρι Σμαρτ. Εδώ μαθαίνουμε για την άφιξη του δαιμόνιου ιρλανδού πατριώτη (βλέπε ΙΡΑ) στην Αμερική και τις κάποιες φορές απέλπιδες, αλλά συναρπαστικές και συνάμα ξεκαρδιστικές προσπάθειές του, να πιάσει την καλή στη νέα γη.
Ο Χένρι, με την έμφυτη γοητεία, το ακονισμένο του μυαλό, και την ανεπανάληπτη ατυχία του, θα κατορθώσει να σκαρφαλώσει πολλές μικρές κορυφές και να γκρεμιστεί με πάταγο, να μπλέξει με μαφιόζους και δολοφόνους, ν’ αλλάξει πολλές δουλειές και να κοιμηθεί με πολλές γυναίκες. Α, και να βάλει το λιθαράκι του στο μεγάλο οικοδόμημα της τζαζ.
Καθώς το παρελθόν του, ακόμη και στη μακρινή Αμερική, εξακολουθεί να τον κατατρέχει, παρακολουθούμε με μια δόση αγωνίας της ζωής του το μακρινό ταξίδι, που ώρες-ώρες μοιάζει εξωπραγματικό και αγγίζει τα όρια του μύθου. Όχι μόνο θεωρητικά, αλλά και συγκεκριμένα, αφού ο μεγάλος συμπρωταγωνιστής του σε τούτη την περιπέτεια δεν είναι άλλος από τον Λούις Άρμστρονγκ. Ο τελευταίος, σπάζοντας κάθε κανόνα της τότε κοινής λογικής, προσλαμβάνει τον Χένρι σαν μάνατζερ, αλλά και σαν μπράβο του. Τον κάνει το λευκό του αγόρι για όλες τις δουλειές.
Ο Ντόιλ μας ταξιδεύει μέσα από τις αναμνήσεις και τις περιπέτειες του Χένρι στην μακρινή Ιρλανδία του ματωβαμένου χθες, αλλά και στις αμερικανικές πόλεις την εποχή της ποτοαπαγόρευσης. Ζωντανεύει στα μάτια μας, με ζωηρά χρώματα, αλλοτινές εποχές, με πολλές δόσεις δράματος και ανατρεπτικού χιούμορ.
Ο Χένρι Σμαρτ -μαζί με την Πώλα Σπένσερ του ομώνυμου μυθιστορήματος, αλλά και του The Woman Who Walked Into Doors- είναι ο πλέον αξιομνημόνευτος χαρακτήρας του.

Roddy Doyle - Paula Spencer

 
Αγορά από το Book Depository

Ο Ρόντι Ντόιλ είναι ο αγαπημένος μου ιρλανδός συγγραφέας. Από την εποχή που είδα στον κινηματογράφο το The Van αγοράζω το ένα μετά το άλλο τα βιβλία του και εξακολουθώ να τα απολαμβάνω το ίδιο. Το δυνατά του σημεία είναι αναμφίβολα το χιούμορ και οι εξαιρετικοί διάλογοι που βάζει στα στόματα των ηρώων του. Ο συγγραφέας αυτός έχει μια μοναδική ικανότητα να βγάζει γέλιο μέσα κι από τις πιο τραγικές καταστάσεις.
Στο ανά χείρας βιβλίο διαβάζουμε τη συνέχεια της ιστορίας της Πόλα Σπένερ, που είχαμε πρωτογνωρίσει στο The Woman Who Walked Into Doors. Τότε η Πόλα ήταν μια αλκοολική σύζυγος και μητέρα, που ζούσε μονάχα για το πάθος της. Η ζωή της όλη κυλούσε μονότονα στις παρυφές της ζωής, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα στα παιδιά της. Σήμερα τη συναντάμε πια χήρα και «καθαρή» από το αλκοόλ, να προσπαθεί όσο μπορεί να εξιλεωθεί για τα λάθη του παρελθόντος και να κτίσει ένα καλύτερο μέλλον γι’ αυτή και τα μικρότερά της παιδιά, που δεν είναι πια και τόσο παιδιά. Η Πόλα νιώθει ενοχές, πνίγεται απ’ αυτές. Προσπαθεί απεγνωσμένα να αποκτήσει την εύνοια των παιδιών της, που τόσο παραμέλησε, αλλά και να προβεί σε μια οριστική ρήξη με το παρελθόν. Ωστόσο, ο πειρασμός είναι πάντα εκεί, δίπλα της, και παραμονεύει. Θα καταφέρει να θέσει υπό απόλυτο έλεγχο τον κακό της εαυτό; Θα καταφέρει να μην γλιστρήσει και πάλι; Θα την αγαπήσουν οι άλλοι, όπως της πρέπει, κι ας μην έχει η ίδια σε μεγάλη εκτίμηση τον εαυτό της; Θα καταφέρει να σώσει την κόρη της, που μοιάζει ν’ ακολουθεί κατά βήμα τα δικά της μονοπάτια;
Το Πόλα Σπένσερ είναι μια ιστορία για την ελπίδα που κάθε μέρα γεννιέται και πεθαίνει, για τα φαντάσματα του παρελθόντος και τις προσδοκίες του μέλλοντος, για την επιτακτική ανάγκη για αλλαγή, που πολλές φορές μπορεί να μας σώσει από πολλούς μπελάδες, ακόμη κι απ’ τον εαυτό μας. Αποτελεί επίσης ένα κοινωνικό σχόλιο για το πρόσωπο της Ιρλανδίας που ραγδαία αλλάζει, για τους μετανάστες που αναζητούν εκεί μια καλύτερη τύχη, για τις εύθραυστες οικογενειακές σχέσεις, για τη μοναξιά που φορά διάφορα προσωπεία.
Ο Ντόιλ και εδώ κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: στήνει ένα ανθρώπινο μύθο, απ’ αυτούς με τους οποίους μπορεί να ταυτιστεί ο καθένας. Η Πόλα είναι μια απλή γυναίκα, που βιώνει με γλυκόπικρο χιούμορ τα μικρά της καθημερινά δράματα και προσπαθεί να θριαμβεύσει. Οι γύρω της απλά συμπληρώνουν την εικόνα του παζλ, προσθέτοντας σ’ αυτή μερικές πινελιές αγωνίας και μικρές ανατροπές θλίψης και χαράς.Τις 277 σελίδες του βιβλίου τις διάβασα με μια μόλις ανάσα και τις απόλαυσα σα μαύρη σοκολάτα με μια στρώση από νιφάδες λευκής. Ένα, απλά, υπέροχο βιβλίο.

Philip Pullman – The Amber Spyglass


Αγορά από το Book Depository

Το Amber Spyglass είναι το πιο χορταστικό από τα βιβλία της τριλογίας His Dark Materials. Σ’ αυτό ο Φίλιπ Πούλμαν αναλαμβάνει να δώσει τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα, και να λύσει όλους σχεδόν τους γρίφους που έθεσε στους προηγούμενους δύο τόμους.
Περιπέτεια, μυστήριο και -όπως πάντα- αντιεκκλησιαστικό «μένος» είναι τα κυρίαρχα στοιχεία. Ωστόσο, δε λείπουν κι οι εκπλήξεις καθώς η περιώνυμη κυρία Κούλτερ, η απόλυτη κακιά των προηγούμενων βιβλίων, σ’ αυτό εδώ μεταμορφώνεται. Όχι πως παύει να είναι εντελώς κακιά, όχι αυτό, αλλά να, αφήνει να εισβάλει μέσα της για πρώτη φορά η αγάπη, η αγάπη για την κόρη της, τη φοβερή Λύρα, που αναμένεται να παίξει σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την ιστορία.
Η ιστορία αρχίζει με την «αιχμαλωσία» της Λύρα σε μια σπηλιά. Εκεί την κρατά τυλιγμένη βαθιά στο πέπλο του ύπνου η κυρία Κούλτερ, ώστε να την προστατέψει από το κακό που την παραμονεύει, καθώς βρίσκεται στο στόχαστρο της εκκλησίας. Καθώς ξοδεύει για πρώτη φορά με την κόρη της κάποιο χρόνο η κυρία Κούλτερ μοιάζει να κάνει αυτοκριτική και να προχωρά σε μια ψυχική κάθαρση, που θα την κάνει να δει τον κόσμο και τις αλήθειες του πιο καθαρά, και ν’ αντιληφθεί ότι το μεγαλύτερό της καθήκον δεν είναι άλλο από τη μητρική αγάπη. Την ίδια ώρα η υπνωτισμένη Λύρα επικοινωνεί με το νεκρό της φίλο Ρότζερ μέσα από τα όνειρά της, στον οποίο δίνει και την υπόσχεση ότι θα τον απελευθερώσει από τον Κάτω Κόσμο, όπου κατέληξε με δική της υπαιτιότητα.
Ενώ τα σύννεφα του πολέμου γίνονται όλο και πιο πυκνά, και οι σκοτεινές δυνάμεις της εκκλησίας πλησιάζουν όλο και περισσότερο τη Λύρα, αναλαμβάνει δράση ο Γουίλ, ο καλός της φίλος, που συντροφιά με την αρκούδα Ιόρεκ Μπάιρνισον και δύο μικροσκοπικούς ανθρώπους από τη φυλή των Γκαλιβεσπιανών θα σπεύσουν να τη σώσουν.
Από εκείνη ακριβώς τη στιγμή αρχίζει μια μεγάλη περιπέτεια που θα οδηγήσει τους ήρωές μας αρχικά στον κόσμο των νεκρών και μετά στη γη των Μουλέφα, όπου και θα συναντήσουν τη Μαίρη Μαλόουν, μια επιστήμονα που κατάφερε να ταξιδέψει ανάμεσα στους κόσμους προσπαθώντας να σώσει τον εαυτό της, αλλά και ν’ αποσοβήσει μια μεγάλη καταστροφή. Την ίδια ώρα οι γονείς της Λύρα δίνουν τη μεγάλη τους μάχη με τον άρχοντα του κόσμου, ή αν προτιμάτε την Αρχή, σε μια προσπάθεια να σώσουν τους ανθρώπους από τα δεσμά της άγνοιας.
Το εξαιρετικό αυτό χρονικό των 465 σελίδων είναι ένα πέρα για πέρα απολαυστικό βιβλίο, που προσφέρεται τόσο για ανάγνωση στην παραλία, όσο και για μια κρύα νύχτα του χειμώνα. Ο Πούλμαν είναι ένας παραμυθάς με τα όλα του και μέσω της πένας και της φαντασίας του καταφέρνει αβίαστα και δίχως κόπο να μας ταξιδεύει σε κόσμους μακρινούς κι ανείπωτους.
Μάλλον θ’ αγοράσω σιγά-σιγά και όλα τ’ άλλα βιβλία που έχει γράψει ετούτος ο μοναδικός γραφιάς.

Philip Pullman – The Subtle Knife

 
 Αγορά από το Book Depository

Το The Subtle Knife είναι μια εκπληκτική περιπέτεια φαντασίας που απευθύνεται στα παιδιά κάθε ηλικίας (μάλλον από δώδεκα χρόνων και πάνω) – ακόμη και σε γεροχούφταλα σαν και μένα.
Το βιβλίο αυτό αποτελεί το δεύτερο τόμο της τριλογίας του Φίλιπ Πούλμαν που τιτλοφορείται His Dark Materials.
Σ’ αυτό συναντάμε τη Λύρα Μπελάκουα, που είχαμε πρωτογνωρίσει στο The Golden Compass, το οποίο επίσης παρουσιάσαμε πρόσφατα εδώ, σε ένα ακόμη ταξίδι γεμάτο δράση και ανατροπές, μικρές χαρές και μεγάλες λύπες. Άξιος συνοδοιπόρος σ’ αυτή τη νέα περιπέτεια στα σκοτεινά μονοπάτια των κόσμων είναι ο Γουίλ, ένα δωδεκάχρονο παιδί από την Οξφόρδη, που κατά λάθος γίνεται φονιάς.
Οι δυο τους θα μοιραστούν δύσκολες και οδυνηρές στιγμές, θα νιώσουν έντονα τα συναισθήματα του πόνου και της απώλειας, αλλά με νύχια και με δόντια θα αγωνιστούν ο καθένας για τους δικούς του στόχους, που στην πορεία αλλάζουν και συγκλίνουν.
Η μοίρα φαίνεται να τους οδηγεί σε καλά χαραγμένα μονοπάτια, που θα τους βγάλουν σ’ ένα άγνωστο μα αμετάκλητο προορισμό. Χωρίς καλά-καλά να το αντιλαμβάνονται, η Λύρα και ο Γουίλ είναι (στην περίπτωση της πρώτης) ή γίνονται (στην περίπτωση του δεύτερου) οι φορείς των μοναδικών όπλων που μπορούν να νικήσουν τις στρατιές του ουρανού στον πόλεμο που πλησιάζει. Ποια είναι τα όπλα αυτά; Το Αληθιόμετρο που από τον πρώτο τόμο κουβαλά μαζί της η Λύρα, και η Τελευταία Μάχαιρα (ελληνικά στο κείμενο), η οποία επιλέγει σα μεταφορέα και χειριστή της τον Γουίλ.
Και σ’ αυτό το βιβλίο ο Πούλμαν τα βάζει με την εκκλησία και τους κληρικούς (δεν είναι τυχαίο άλλωστε που τα βιβλία του δέχτηκαν περισσότερα πυρά από εκείνα του Χάρι Πότερ), τους οποίους δε διστάζει να σκιαγραφήσει με τα πιο μελανά χρώματα. Σε κάποιο σημείο μάλιστα γράφει: «Αυτά κάνει η εκκλησία – και κάθε εκκλησία είναι η ίδια: ελέγχει, καταστρέφει, εξαλείφει κάθε καλό συναίσθημα...», ενώ κάνει αναφορά και στον ακρωτηριασμό των γεννητικών οργάνων των παιδιών.
Ο ανά χείρας τόμος είναι ένα συναρπαστικό βιβλίο που διαβάζεται απνευστί και καθηλώνει τον αναγνώστη, που αρέσκεται να ταξιδεύει στους κόσμους τους οποίους χαράζουν τα ρυάκια της φαντασίας.