Tuesday, December 22, 2009

Stieg Larsson – The Girl who Played with Fire

 
 Αγορά από το Book Depository

Διαβάζοντας το «Κορίτσι που έπαιζε με τη φωτιά» αντιλαμβάνεται κανείς πόσο καλά είχε σχεδιασμένη στο μυαλό του ο Στιγκ Λάρσον την τριλογία του «Μιλένιουμ». Κι αυτό, αφού σ’ αυτό τον τόμο βλέπουμε να επανέρχεται ένα πρόσωπο από το «Κορίτσι με το τατουάζ», που δεν έμοιαζε να τελειώνει ο ρόλος του στο πρώτο βιβλίο, και που διαδραματίζει ένα έστω μικρό, αλλά κεντρικό ρόλο εδώ. Και όχι μόνο αυτό, αλλά από τις πρώτες σελίδες του ανά χείρας βιβλίου, τον βλέπουμε να βάζει τις βάσεις για εκείνο που θα ακολουθήσει, αφού κάθε άλλο παρά τυχαία μπορούμε να θεωρήσουμε την παρουσία της Σαλάντερ σε κάποιο νησί της Καραϊβικής, όπου ένας φαινομενικά καθώς πρέπει άντρας τραβάει την προσοχή της με τις πράξεις και τη συμπεριφορά του.
Αν έχουμε μία «αντίρρηση» σχετικά με την ανάπτυξη του μύθου σ’ αυτό τον τόμο είναι ότι καθυστερεί να πάρει μπρος, αλλά όταν το κάνει η δράση είναι καταιγιστική και οι ανατροπές ακολουθούν η μια την άλλη.
Με τι καταπιάνονται εδώ η φοβερή Σαλάντερ και ο Μπλόμκβιστ; Μα με τις κατηγορίες για δολοφονία τριών προσώπων που από τη μια στιγμή στην άλλη βρίσκεται ν’ αντιμετωπίζει η πρώτη. Ο δικηγόρος Μζιούρμαν, αυτός που βίασε τη Λισμπέθ στον προηγούμενο τόμο, βρίσκεται δολοφονημένος, σχεδόν ταυτόχρονα με ένα νέο δημοσιογράφο του Μιλένιουμ και τη φίλη του, που γράφει το διδακτορικό της με θέμα το εμπόριο λευκής σαρκός στη Σουηδία. Και οι τρεις έχουν φαινομενικά εκτελεστεί εν ψυχρώ με ένα πιστόλι που φέρει τα δαχτυλικά αποτυπώματα της Λισμπέθ. Η κοπέλα, που δεν μπορεί να εμπιστευτεί καθόλου τις αρχές, αποφασίζει να εξαφανιστεί από προσώπου γης και ν’ αρχίσει τη δική της έρευνα για διαλεύκανση της υπόθεσης, αφού πιστεύει ότι κανένας απολύτως δεν πιστεύει ότι είναι αθώα. Και σ’ αυτό θα πέσει έξω, αφού τόσο ο Μπλόμκβιστ, που της χρωστά τη ζωή του, όσο και ο πρώην εργοδότης της και κάποιοι φίλοι από το παρελθόν, θα ξεκινήσουν το δικό τους αγώνα για να αποδείξουν την αθωότητά της. Στις προσπάθειές τους θα σταθούν εμπόδια ένας πρώην συνάδελφος της κοπέλας, ένας τίμιος πλην ξεροκέφαλος και θερμόαιμος αστυνομικός, αλλά και το ίδιο το αστυνομικό και επιστημονικό κατεστημένο της χώρας, που για κάποιο λόγο θέλουν να φτάσουν πρώτοι στην κοπέλα, ώστε να μην έρθουν στο φως κάποια σκοτεινά μυστικά από το παρελθόν.
Καθώς τα μυστικά και ψέματα οδηγούν τους αθώους ακόμη ερευνητές από το ένα αδιέξοδο στο άλλο, μαθαίνουμε κάποια πράγματα για τη ζωή της Λισμπέθ, που εξηγούν την αντιπάθειά της για τις αρχές και τις ακραία αντικοινωνικές της τάσεις. Και όσο περισσότερα μαθαίνουμε, τόσο περισσότερο ενισχύεται η άποψή μας ότι είναι ο καλύτερος ίσως διαμορφωμένος, ή αν προτιμάτε σκιαγραφημένος γυναικείος χαρακτήρας, από την εποχή των ρώσων κλασικών. Ο Λάρσον έκανε μια καταβύθιση στα βάθη της ψυχής της ηρωίδας του, φέρνοντας στην επιφάνεια κάποιες σκληρές ή μη αλήθειες όπως: το πώς άρχισαν όλα, το ότι έχει μια δίδυμη αδελφή («Εγώ γεννήθηκα πρώτη, εκείνη γεννήθηκε όμορφη», λέει κάπου) την οποία έχει να συναντήσει χρόνια, τα πόσα υπέφερε υπό την προστασία ενός δυσλειτουργικού κοινωνικού συστήματος, που έκανε ό,τι μπορούσε για να την κρατήσει «φυτό», εσώκλειστο πειραματόζωο σε κάποιο εργαστήριο.
Το «Κορίτσι που έπαιζε με τη φωτιά» είναι ένα βιβλίο σκληρό, σκληρότερο από το «Κορίτσι με το τατουάζ», αλλά και ένα βιβλίο όπου η γυαλιστερή βιτρίνα μιας χώρας και πάλι γκρεμίζεται, και όπου κάποιοι απλά δεν μπορούν να επιτρέψουν στα κάθε λογής καθάρματα να τη βγάλουν και πάλι καθαρή.
Πυκνογραμμένο, καλογραμμένο και μετά το πρώτο τρίτο του καταιγιστικό. Ανυπομονώ να διαβάσω το τρίτο μέρος. Όπως βλέπω ο ελληνικός τόμος αριθμεί 700 σελίδες σε αντίθεση με τον αγγλικό που είναι μόλις 500. Τι μας έφταιξαν τα καημένα τα δεντράκια;

Friday, December 18, 2009

Haruki Murakami – After Dark

 
Αγορά από το Book Depository

Αν και διαβάζω γιαπωνέζικη λογοτεχνία εδώ και χρόνια καθυστέρησα κάπως να κάνω βουτιά στους κόσμους του Χαρούκι Μουρακάμι λόγω του ότι είναι… διάσημος! Ο καθένας με τον πόνο του, που λέμε. Πρώτα διάβασα το μεγάλο του, σε μέγεθος και σε ουσία, μυθιστόρημα “Kafka on the Shore” ενώ χθες… καταβρόχθισα τη νουβέλα “After Dark”.
Ο Μουρακάμι σ’ αυτό το βιβλίο θυμίζει λίγο Μπανάνα Γιοσιμότο, αφού με εξαίρεση ένα άντρα, όλοι οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές είναι γυναίκες. Γυναίκες πονεμένες και μόνες, ασχημόπαπα και σταχτοπούτες, τυχερές και κακοποιημένες. Γυναίκες που συναντώνται τυχαία στη διάρκεια μιας νύχτας και μοιράζονται μυστικά για τις ζωές τους, που ξύνουν πληγές και ταξιδεύουν στους κόσμους των ονείρων και των αναμνήσεών τους. Γυναίκες που κάθε τόσο μοιάζουν να βρίσκονται στα όρια της απελπισίας: «Όταν τελειώνω τη δουλειά και ξαπλώνω στο κρεβάτι πάντα σκέφτομαι: μακάρι να μην ξυπνήσω. Μακάρι να συνεχίσω να κοιμάμαι. Επειδή αν το κάνω δε θα υπάρχει λόγος να σκέφτομαι τίποτα». Τα πιο πάνω λόγια τα λέει η Κορότζι στη Μαρί, τη βασική πρωταγωνίστρια της ιστορίας. Στη Μαρί, το ασχημόπαπο, της οποίας η πανέμορφη αδελφή με το όνομα Έρι, ζει το… όνειρο της απελπισμένης Κορότζι, αφού εδώ και δύο μήνες κοιμάται συνεχώς. Όχι, δεν έχει πέσει σε κώμα, απλά κοιμάται, κι η αδελφή της, που δεν αντέχει πια τον πόνο του να μένει στο σπίτι και να την παρακολουθεί, κάθε νύχτα παίρνει τους δρόμους, τριγυρνώντας στις σκιές και τα εστιατόρια του Τόκιο, συντροφιά μ’ ένα χοντρό βιβλίο. Κάποια απ’ αυτές τις νύχτες θα συναντήσει κι ένα παλιό γνώριμο, που με το έτσι θέλω, αλλά χωρίς στ’ αλήθεια να το επιδιώξει θα της αλλάξει λίγο οπτική, θα την κάνει να βγει απ’ το μέσα της, να μιλήσει σε ανθρώπους άγνωστους γι’ αυτά που την τυραννάνε.
Ο συγγραφέας παίζοντας με τους χρόνους της αφήγησης, λειτουργώντας αφαιρετικά μα με διαύγεια, προσπαθεί απλά να μας πει μια ιστορία. Μια ιστορία για τους ανθρώπους που κινούνται γύρω μας, στο φως και το σκοτάδι, για τις φυλές της νύχτας και τα βάρη που κουβαλούν στην πλάτη τους. Και το κάνει φαινομενικά εύκολα, δεξιοτεχνικά αβίαστα και πολύ πειστικά. Οι ηρωίδες και ο ήρωάς του συζητούν για τα πάντα, παντού: σε πάρκα, σε μπαράκια, σε εστιατόρια και σε «ξενοδοχεία του έρωτα». Όλοι έχουν κάτι να πουν, κάτι να ακούσουν, να μάθουν και να διδάξουν: «Σ’ αυτό τον κόσμο υπάρχουν πράγματα τα οποία μπορείς να κάνεις μόνο μοναχός, και πράγματα τα οποία μπορείς να κάνεις μόνο με κάποιον άλλο. Είναι σημαντικό να συνδυάζεις αυτά τα δύο αρμονικά…», αλλά και να χρησιμοποιείς τις αναμνήσεις σου σαν αυτό που ακριβώς είναι: «Καύσιμα… για τη ζωή».
Το «Μετά το σκοτάδι» είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που μπορείς να διαβάσεις ξανά και ξανά με την ίδια ήπια ευχαρίστηση. Δεν προσφέρει το απαραίτητο «ευτυχισμένο τέλος» των ευπώλητων αναγνωσμάτων της δύσης, αλλά σου χαρίζει μικρά-μικρά ψήγματα ευδαιμονίας, σε κάνει να πιστέψεις ότι το ασχημόπαπο μπορεί πράγματι κάποια μέρα να μεταμορφωθεί σε κύκνο, σε πείθει ότι το τυχαίο έχει κάποιο σημαντικό ρόλο να παίξει στη ζωή σου. Απλά απολαυστικό.

Monday, December 14, 2009

Stieg Larsson – The Girl with the Dragon Tattoo


Αγορά από το Book Depository

Αυτό είναι ένα από εκείνα τα ξεχωριστά βιβλία που δικαιώνουν τη φήμη που τα συνοδεύει. Πρόκειται για ένα καλογραμμένο θρίλερ, γεμάτο δράση, αγωνία, ανατροπές, αλλά την ίδια ώρα αποτελεί κι ένα δεικτικό σχόλιο για τη σύγχρονη σουηδική κοινωνία. Ο Στιγκ Λάρσον ακροβατώντας ανάμεσα στο αμερικανικό θρίλερ και το βρετανικό μυθιστόρημα μυστηρίου δημιουργεί ένα εξαιρετικό έργο με αξιομνημόνευτους ήρωες. Ειδικά η Λισμπέθ Σαλάντερ είναι ένας τόσο περίπλοκος κι απλός, τόσο ακραίος και ακαριαίος, τόσο… φευγάτος χαρακτήρας, που μπορεί άνετα να διεκδικήσει ένα ξεχωριστό ρόλο στο πάνθεον των ηρώων του αστυνομικού μυθιστορήματος.
Ο συγγραφέας σκιαγραφεί με αδρά και κάθε άλλο παρά φωτεινά χρώματα το πρόσωπο της σουηδικής κοινωνίας του χθες και του σήμερα. Μιλά για το σκοτεινό παρελθόν της χώρας, ξύνει ναζιστικές πληγές, περιγράφει τη γυαλιστερή βιτρίνα του σήμερα, πίσω από την οποία κρύβεται πολλή βρωμιά.
Όλα αρχίζουν όταν ο δημοσιογράφος Μικαέλ Μπλόμκβιστ καταδικάζεται σε δίμηνη φυλάκιση για ένα θέμα που δημοσίευσε στο περιοδικό του, σύμφωνα με το οποίο ένας από τους μεγαλύτερους κεφαλαιοκράτες της χώρας είναι ένας απλός απατεώνας. Ο ίδιος προσωπικά δεν έχει καμία αμφιβολία για τους ισχυρισμούς του, αλλά επειδή δεν μπορεί, σαν δημοσιογράφος, να αποκαλύψει την πηγή του, αποδέχεται αδιαμαρτύρητα την ποινή, την οποία θα κληθεί να υπηρετήσει σύντομα. Η καταδίκη του φυσικά έχει και παράπλευρες απώλειες, αφού εξαιτίας της το περιοδικό του οποίου προΐσταται, με τίτλο «Μιλένιουμ», χάνει την αξιοπιστία του, ενώ ταυτόχρονα αρχίζει να δέχεται διαφημιστικό και δυσφημιστικό πόλεμο από τις εταιρείες και τα έντυπα του αντιπάλου του. Καθώς νιώθει να παραπαίει στα όρια της απελπισίας, έρχεται να τον σώσει σαν από μηχανής θεός ένας γέρο βιομήχανος, ο Χένρικ Βάνγκερ, ο οποίος του αναθέτει για ένα αρκετά μεγάλο ποσό να συγγράψει το χρονικό της οικογένειάς του, αλλά και να λύσει ένα παλιό μυστήριο: την εξαφάνιση, και μάλλον δολοφονία, δεκαετίες πριν της αγαπημένης του ανιψιάς, Χάριετ. Την πρώτη αποστολή τη δέχεται με ευχαρίστηση, αλλά διατηρεί τις αμφιβολίες του κατά πόσο θα μπορέσει να φέρει εις πέρας τη δεύτερη, κάτι που ομολογεί στον εργοδότη του.
Ενώ συμβαίνουν όλ’ αυτά η αντικοινωνική εικοσιπεντάχρονη γυναίκα, με το παιδικό κορμί, Λισμπέθ Σαλάντερ περνάει τα δικά της ζόρια. Παιδί μιας δυσλειτουργικής και διαλυμένης τελικά οικογένειας, μεγάλωσε περιφερόμενη από το ένα σπίτι στο άλλο, αδυνατώντας να προσαρμοστεί σε μια ζωή που δεν της ταιριάζει, και υπό στενή παρακολούθηση από τις «κοινωνικές υπηρεσίες». Μοιάζει μ’ ένα από εκείνα τα εντελώς χαμένα στον κόσμο τους πλάσματα, που δεν μπορούν να ζήσουν μέσα στο πλήθος και που τους είναι αδύνατον να εμπιστευτούν κανένα. Εκείνα που τελικά τη σώζουν είναι το μυαλό και τα κότσια της. Είναι μια λαμπρή ερευνήτρια, που μπορεί να φέρει εις πέρας ακόμη και τις πιο -φαινομενικά- αδύνατες αποστολές, χωρίς να χύσει σταγόνα ιδρώτα. Και είναι μια νεαρή γυναίκα, που πέφτει θύμα κακοποίησης από τον κοινωνικό λειτουργό που έχει την ευθύνη της, και τον οποίο δε διστάζει να πληρώσει με το ίδιο ακριβώς νόμισμα. Η πρώτη πραγματικότητα θα την οδηγήσει στον Μπλόμκβιστ, ο οποίος θα γίνει προς μεγάλη της έκπληξη ο μοναδικός άντρας που μπορεί να εμπιστευτεί, κι η δεύτερη θα της χαρίσει ένα φανατικό εχθρό.
Οι δυο τους θα αποτελέσουν ένα μοναδικό δίδυμο, που για καιρό πολύ θα ακροβατεί πάνω σ’ ένα τεντωμένο σκοινί, που θυμίζει έντονα τις οδύνες της πραγματικής ζωής: ένα σκοινί φτιαγμένο με μυστικά και ψέματα, με υπέροχους υποκριτές και αδίστακτους… δειλούς, με έντονες στιγμές αγάπης και εξάρσεις μίσους, με τα νήματα που δένουν μία κάθε άλλο παρά αγγελική οικογένεια.
Ο Λάρσον χρησιμοποιώντας μια πληθώρα χαρακτήρων και ετερόκλητων υλικών φτιάχνει ένα βιβλίο μωσαϊκό της κοινωνίας. Μιας κοινωνίας όπου η παρανομία είναι ο κανόνας, το χρήμα ο θεός, και στην οποία θέματα όπως η σεξουαλική κακοποίηση, αλλά και τα εγκλήματα μίσους, χώνονται επιμελώς κάτω από το χαλί. Γιατί γνώρισε τόσο μεγάλη επιτυχία; Επειδή είναι κατά βάθος πολύ ανθρώπινο, και δε μοιάζει σχεδόν σε τίποτα με τα σύγχρονα, κατ’ ουσία επιφανειακά μοντέρνα θρίλερ. Με λόγια απλά: αυτό ήταν το βιβλίο που θα ονειρευόταν να γράψει κάθε μοντέρνος συγγραφέας, αλλά μόνο αυτός τα κατάφερε. Και επιμένω για τη Σαλάντερ: θα μπορούσε να πάρει μία θέση δίπλα στις πιο σημαντικές ηρωίδες της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Monday, December 7, 2009

Michael Connelly – The Scarecrow

 
 Αγορά από το Book Depository

Οι εκδότες μερικές φορές μοιάζουν να θέλουν να «κάψουν» τα χαρτιά τους, ειδικά αυτοί που εκδίδουν αστυνομική λογοτεχνία. Πάνω που ήμουνα έτοιμος να πω: «Επιτέλους, το καλύτερο μυθιστόρημα του Μάικλ Κόνελι από την εποχή του ‘Ποιητή’», ήρθε ένα κεφάλαιο γεμάτο τεχνικούς όρους σε θέματα που αφορούν το διαδίκτυο και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και μου έκοψε τη φόρα. Ένα κεφάλαιο αχρείαστο, αφού μέχρι εκείνη τη στιγμή το κείμενο κυλούσε με εκρηκτική επιτάχυνση. Με λόγια απλά, σ’ αυτό το εξαιρετικό κατά τα άλλα μυθιστόρημα, ο συγγραφέας έπεσε στην «παγίδα των τετρακόσιων σελίδων», που απαιτούν οι εκδότες. Αν συμβιβάζονταν πού και πού με λιγότερες (που το κάνουν όταν δεν έχουν άλλη επιλογή, όπως στην περίπτωση του μετριότατου Overlook) τα πράγματα δε θα ξέφευγαν. Φυσικά αυτό δε συμβαίνει μόνο στην περίπτωση του Κόνελι, αλλά απλά αυτός είναι ο συγγραφέας που μοιάζει να «υποφέρει» περισσότερο, αφού οι άλλοι δύο αγαπημένοι μου αμερικανοί συγγραφείς θρίλερ, οι Τζέφρι Ντίβερ και Ντέιβιντ Μπαλτάτσι, μοιάζουν ικανοί ν’ αποφεύγουν τον σκόπελο.
Όπως και νάχει, σ’ αυτό το βιβλίο συναντούμε ξανά μετά από πολλά χρόνια, τους πρωταγωνιστές από τον «Ποιητή»: τον δημοσιογράφο Τζακ ΜακΕβόι και την πράκτορα του FBI Ρέιτσελ Γουόλινγκ. Ο ΜακΕβόι, ετοιμάζεται να εγκαταλείψει μια επιτυχημένη καριέρα στους Λος Άντζελες Τάιμς, σαν αστυνομικού ρεπόρτερ, στα πλαίσια των περικοπών που κάνει η εφημερίδα, και ν’ αφοσιωθεί στη συγγραφή ενός μυθιστορήματος που άφησε στη μέση, ενώ η Γουόλινγκ, μετά την υποχρεωτική «εξορία» της σε μια μικρή πόλη των ΗΠΑ, τιμωρία γι’ αυτά που συνέβησαν στην ιστορία του «Ποιητή», μοιάζει να έχει βρει και πάλι τα πατήματά της και να επιστρέφει δυναμικά στο προσκήνιο της πανίσχυρης διωκτικής υπηρεσίας. Ωστόσο, μια νέα υπόθεση θα φέρει και πάλι τους δύο συντρόφους κοντά, ανατρέποντας τα πάντα στις ζωές και τις καριέρες τους.
Ο Κόνελι ξαναφέρνοντας -κατά κάποιο τρόπο- στη ζωή δύο από τους καλύτερα σκιαγραφημένους χαρακτήρες του επιχειρεί, με επιτυχημένο ομολογουμένως τρόπο, να μας μιλήσει για τις νέες μορφές του εγκλήματος, αλλά και για κάποιες παραδοσιακές, όπου όλα είναι στο φως, μα κανείς δεν τα βλέπει. Οι ΜακΕβόι και Γουόλινγκ, που μετά τα πρώτα κεφάλαια, μοιάζουν να έχουν πάρει και πάλι την κάτω βόλτα, είναι ένα συναρπαστικό δίδυμο, που όταν ενώνει τις δυνάμεις του μοιάζει ικανό ν’ αντιμετωπίσει το καθετί. Και είναι φανερό σ’ αυτή την ιστορία ότι μοναχά μαζί θα μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα, καθώς θα έρθουν αντιμέτωποι με ένα ιδιοφυή εγκληματία, που μπορεί με μοναδικό όπλο το πληκτρολόγιο του υπολογιστή του να τους κάνει τη ζωή μαρτύριο, αλλά και με τη βοήθεια ενός ομοϊδεάτη του, να επιτελέσει τα πιο οικτρά εγκλήματα.
Ο αναγνώστης, αν και γνωρίζει από την αρχή ποιος κρύβεται πίσω απ’ όλ’ αυτά, απολαμβάνει, μ’ εξαίρεση το κεφάλαιο της τεχνολογίας που το βιβλίο κάνει κοιλιά, την κάθε στιγμή, παρακολουθώντας αυτό το παιχνίδι της γάτας με τα ποντίκια που παίζει ο κυνηγημένος με τους διώκτες του, αλλά ταυτόχρονα μαθαίνει και κάποια πράγματα για το «μαγικό» κόσμο των μέσων ενημέρωσης στις ΗΠΑ, για τις διαπλοκές στους διαδρόμους της εξουσίας, για το χρήμα που ακυρώνει τα πάντα, πετώντας στα σκουπίδια ανθρώπους που αγωνίστηκαν μια ζωή για να κάνουν τα αφεντικά τους μάγκες, για το «σύστημα υγείας», που αφήνει τους περισσότερους ακάλυπτους. Και για πρώτη φορά εδώ βλέπει τον Κόνελι να κάνει ένα σχόλιο για το Γκουαντάναμο Εξπρές, όπως αποκαλεί τα κινητά κέντρα ανάκρισης του FBI, δίνοντας μια πολιτική χρεία στο κείμενό του.
Η πλοκή εξαιρετική, ο ρυθμός καταιγιστικός, οι χαρακτήρες δουλεμένοι ψιλοβελονιά. Ο συγγραφέας σε μια από τις καλύτερές του στιγμές, οι εκδότες ή αν προτιμάτε οι επιμελητές, σε μια από τις χειρότερες. Όπως και νάχει, αξίζει τον κόπο.
Το νέο μυθιστόρημα του Κόνελι είναι το 9 Dragons, στο οποίο πρωταγωνιστεί ο γνωστός ντετέκτιβ Χάρι Μπος, και κυκλοφόρησε ήδη. Σ’ αυτό τον βλέπουμε να ταξιδεύει μέχρι και το Χονγκ Κονγκ, πολύ μακριά δηλαδή από το αγαπημένο του Λος Άντζελες, του οποίου αποτελεί τον κατ’ εξοχήν συγγραφέα. Παρουσίαση, όχι στο πολύ μακρινό μέλλον.

Wednesday, December 2, 2009

Ian Rankin – Beggars Banquet

 
Αγορά από το Book Depository

Ο Ίαν Ράνκιν, ο γνωστός δημιουργός του επιθεωρητή Ρέμπους, δεν είναι τόσο καλός διηγηματογράφος όσο μυθιστοριογράφος, αλλά έχει τις καλές στιγμές του.
Το Beggars Banquet είναι μια συλλογή με είκοσι και πλέον διηγήματα, που γράφτηκαν μέσα σε οκτώ ή μάλλον εννιά χρόνια, από το 1992 έως και το 2000, και είναι δύσκολο να πει κανείς ποιο απ’ αυτά είναι το καλύτερο. Ίσως και να είναι θέμα γούστου τελικά.
Εγώ ξεχώρισα το The Hanged Man όπου ένας πληρωμένος δολοφόνος αναλαμβάνει να σκοτώσει μια γυναίκα που δουλεύει σαν «μάντισσα» σε ένα τσίρκο, η οποία στο τέλος όχι μόνο τον αποτρέπει, αλλά του ανοίγει και τα μάτια σε κάποια σκοτεινά μυστικά από το παρελθόν. Εξαιρετικό είναι και το Castle Dangerous όπου ένα υψηλό πρόσωπο της κοινωνίας του Εδιμβούργου με το όνομα σερ Γουώλτερ Σκοτ, βρίσκεται νεκρός στην κορυφή του μνημείου του σερ… Γουώλτερ Σκοτ, και ο Ρέμπους καλείται να δώσει τη λύση στο γρίφο. Απολαυστικό το In the Frame όπου κάποιος προσπαθεί να εκβιάσει ένα εφοριακό, για το αμάρτημα κάποιου άλλου άνθρωπου, που απλά έτυχε να έχουν το ίδιο περίπου όνομα. Ανατρεπτικό το The Confession όπου ένας μυθομανής νεαρός πηγαίνει στην αστυνομία και ομολογεί ένα έγκλημα, που στο τέλος αποδεικνύεται ότι δεν διέπραξε ποτέ. Το Death is Not the End, με το οποίο κλείνει η συλλογή, είναι αυτό που ομοιάζει περισσότερο με τα αστυνομικά μυθιστορήματα του Ράνκιν, ίσως λόγω και της έκτασής του. Εδώ έχουμε δύο διαφορετικές υποθέσεις τις οποίες καλείται να διερευνήσει ο Ρέμπους: την εξαφάνιση του γιου κάποιων παλιών του φίλων και τις παράνομες δραστηριότητες ενός ιδιοκτήτη καζίνο, που ακούει στο όνομα Τόπερ Χάμιλτον. Ως συνήθως ο αγαπημένος ήρωας του Ράνκιν θα παίξει μαεστρικά τα χαρτιά του, θα περάσει ζόρια και θα πιει τα ποτά, αλλά στο τέλος θα κερδίσει το παιχνίδι.
Αλλά, ας ρίξουμε μια ματιά και στις υπόλοιπες ιστορίες:
The Trap: Ο Ρέμπους καλείται να διερευνήσει το θάνατο ενός άρρωστου γέροντα, που σύμφωνα με τη γυναίκα του έπεσε από τα σκαλιά.
Someone Got to Eddie: Κάποιος σκοτώνει έναν άντρα στο ίδιο του το σπίτι και μετά επιστρέφει σαν… αστυνομικός για να διερευνήσει την υπόθεση.
A Deep Hole: Γνωστός τοκογλύφος προσεγγίζει κάποιον που δουλεύει στα Δημόσια Έργα, και ο οποίος του χρωστά χρήματα, ζητώντας του να ξεφορτώνεται διάφορα πτώματα, ρίχνοντάς τα στις τρύπες που ανοίγει.
Natural Selection: Ένας εγκληματίας που καταδικάζεται σε φυλάκιση έξι χρόνων προσλαμβάνει κάποιο «συνάδελφό» του για ν’ ανακαλύψει ποιος τον κάρφωσε.
Facing the Music: Ένας πιτσιρικάς κλέβει ένα μικρής αξίας στερεοφωνικό από ένα μαγαζί, γεγονός που ο ιδιοκτήτης του καταγγέλλει στην αστυνομία. Εκείνο που δεν γνωρίζει είναι ότι πίσω από την κλοπή κρύβεται ο Ρέμπους, ο οποίος τον υποψιάζεται για κάποιες μεγάλες κομπίνες.
Principles of Accounts: Κάποιος απαγάγει την κόρη μιας πλούσιας οικογένειας απαιτώντας λύτρα. Όταν εκείνη απελευθερώνεται δίνει στην αστυνομία μια περιγραφή του απαγωγέα, που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα, και όλοι αναρωτιούνται το γιατί. Ξέροντας ότι θα «χτυπήσει» ξανά του στήνουν παγίδα, αλλά εκείνος και πάλι τους ξεφεύγει.
The Only True Comedian: Ένας νεαρός αποτυγχάνει ξεπίτηδες στο σχολείο, αφού δεν θέλει να δείξει στους άλλους πόσο έξυπνος είναι. Στο τέλος καταλήγει κωμικός και μέλος μιας συμμορίας. Ωστόσο ένα γύρισμα της τύχης τον μετατρέπει σε φυγά. Ο γκάγκστερ που τον κυνηγά τελικά τον προσλαμβάνει για να δουλέψει σε κάποιο από τα μαγαζιά του αφού, όπως και να το κάνουμε, «ο φόβος είναι ο μόνος αληθινός κωμικός»!
Herbert in Motion: Κάποιοι φτιάχνουν πιστά αντίγραφα των πινάκων κάποιου διάσημου ζωγράφου, με τα οποία αντικαθιστούν τα πρωτότυπα στη συλλογή της τοπικής πινακοθήκης.
Glimmer: Ένα κείμενο γραμμένο στο δεύτερο πρόσωπο, που μοιάζει σαν τριπάκι. Αναφέρεται στην «αμαρτωλή» δεκαετία του εξήντα, τα ναρκωτικά, τους Ρόλινγκ Στόουνς, τους Αγγέλους της Κόλασης, και σ’ ένα συγγραφέα, μάστορα του μαύρου χιούμορ.
Unlucky in Love, Unlucky at Cards: Η ιστορία ενός άντρα που δε χάνει μόνο στην αγάπη, αλλά και στα χαρτιά, ή μάλλον στο καζίνο, για να καταλήξει στο τέλος κατηγορούμενος για ένα φόνο που ποτέ δεν διέπραξε.
Video, Nasty: Ένας καθηγητής συνηθίζει να κάθεται μια φορά τη βδομάδα με τους φίλους του και να παρακολουθεί κάποια ταινία πορνό. Όλα πηγαίνουν μια χαρά, μέχρι που γνωρίζουν από κοντά το «κορίτσι του εξωφύλλου» μιας απ’ αυτές τις ταινίες, και οι ανατροπές αρχίζουν να ακολουθούν η μια την άλλη.
Talk Show: Αυτά συμβαίνουν κι αλλού! Διευθυντής ραδιοφωνικού σταθμού ανεβάζει τη δημοτικότητα των εκπομπών του με στημένα τηλεφωνήματα.
The Wider Scheme: Δικηγόρος σκοτώνει την ερωμένη του και προσπαθεί να φορτώσει το φόνο σ’ ένα μικροεγκληματία. Στο τέλος του τη «φέρνει» η αστυνομία.
Unknown Pleasures: Είναι η παραμονή της χιλιετηρίδας όταν κάποιοι έμποροι ναρκωτικών αποφασίζουν να ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς τους.
Window of Opportunity: Ένας ειδικός στις αποδράσεις βοηθά τον Ρέμπους να συλλάβει ένα εγκληματία και ύστερα… δραπετεύει!
The Serpent’s Back: Η ιστορία διαδραματίζεται στα 1793-94, όταν κάποιος νεαρός καταφθάνει στο Εδιμβούργο για να σπουδάσει ιατρική. Ζητά τη βοήθεια του Κάλλι, του άνθρωπου για όλες τις δουλειές, μέχρι να σταθεί στα πόδια του. Το μόνο που ο τελευταίος βρίσκεται από τη μια στιγμή στην άλλη μπλεγμένος σε μια σκοτεινή υπόθεση, που θα τον φέρει πρόσωπο με πρόσωπο με το θάνατο.
No Sanity Clause: Ο Τζόι βγαίνει από τη φυλακή, αλλά βρίσκει τη ζωή έξω από αυτή πολύ δύσκολη. Έτσι αποφασίζει να μεταμφιεστεί Άγιος Βασίλης και να πάει να κλέψει τους καλεσμένους στο πάρτι ενός βουλευτή, τον οποίο έχει προσωπικούς λόγους να αντιπαθεί.